Η ξαφνική είδηση

38 7 3
                                    

Με κοιτάει σαν να ξέρει τι ήθελα να του πω, είχε ενώσει τα χέρια του μπροστά στο γραφείο και καθώς του μίλαγα παρατηρούσα ότι το βλέμμα του καμιά φορά πήγαινε αλλού και μετά ερχόταν πάλι σε μένα.

«Νικο!!» Με διακόπτει και πριν προλάβω να τον ρωτήσω τι συμβαίνει μου λέει
«Δεν μπορώ να σε βοηθήσω, δεν μπορώ να επέμβω στην σχέση του Χρήστου γιατί εσύ την γουστάρεις, είστε και οι 2 αδέρφια μου και σας αγαπάω όσο η ζωή μου ξέρεις ότι θα έκανα τα πάντα για εσάς αλλά αυτό δεν μπορώ να το κάνω, είναι άδικο για αυτόν»

«Αφού ξέρεις πως είναι ο Χρήστος ρε Θοδωρή, ξέρεις πως φέρετε στις κοπέλες, ξέρεις ότι την εκμεταλλεύετε μόνο για να την ρίξει στο κρεβάτι, αυτό δεν είναι άδικο για μένα; Και πόσο μάλλον για το κορίτσι.» Τα μάτια μου αρχίζουν να βουρκόνουν από τα νεύρα.

«Δεν μπορώ να ανακατευτώ σε τέτοιο ζήτημα Νίκο, το μόνο που θα καταφέρω είναι να έρθω σε αντιπαράθεση με τον Χρήστο και πες μου λίγο τι θα του πω; Χώρισε με την Αναστασία γιατί την γουστάρει ο Νίκος; Το βρίσκεις λογικό;»

«Το μόνο που δεν βρίσκω λογικό είναι ότι πάντα για τον Χρήστο τα έκανες όλα και για μένα τίποτα, μου απέδειξες ποιος είναι ο 'αγαπημένος' σου αδερφός.» Του λέω και σηκώνομαι απότομα όρθιος και φεύγω.

                         Θοδωρής

Δεν ξέρω αν πρέπει να ανακατευτώ ή όχι, ξέρω ότι ο Χρήστος είναι μαλάκας στις σχέσεις του αλλά αυτό το μήνυμα έχει μείνει στο μυαλό μου σαν μια ελπίδα ότι ο Χρήστος θα αλλάξει ή ότι έχει ήδη αλλάξει. Μπορεί όμως να είπε ψέματα για να την ρίξει, μπορεί όμως να το εννοεί.. πραγματικά δεν ξέρω.
Καθώς καθόμουν σχεδόν ακούνητος και σκεφτόμουν βλέπω την γραμματέα μου την Άννα Μαρία να περνάει μπροστά από το γραφείο μου και να σταματάει ακριβώς μπροστά στην πόρτα και να με κοιτάει κάπως αγχωμένη, είχε κοκκινήσει, πριν προλάβω να την ρωτήσω τι είχε γίνει και είναι έτσι φύγει. Σηκώνομαι να πάω να την βρω να μάθω τι έγινε. Καθώς βγαίνω από το γραφείο βλέπω όλους τους εργαζόμενους να με κοιτάνε κάπως στα κρυφά και να συζητάνε μεταξύ σου κάπως ύποπτα. Δεν δίνω πολύ σημασία και προχωράω προς το γραφείο της γραμματέας. Χτυπάω ελαφρά την ήδη ανοικτή πόρτα καθώς την βλέπω να κοιτάει το παράθυρο της. Είναι προσωπική γραμματέας του πατέρα μου εδώ και 15 χρόνια έχει δεθεί πολύ με την οικογένεια μου και την έχουμε σαν μέλος δικό μας.

«Να περάσω;» της λέω καθώς κάθομαι στην πόρτα του γραφείου της.
«Ναι ναι φυσικά Θοδωρή» μου απαντά καθώς κοιτάζει κάτω και διστακτικά και γρήγορα σκουπίζει τα μάτια της.
«Τι έγινε και κλαις, αν δεν είσαι καλά μπορείς να πάρεις άδεια το ξέρεις.»
«Δεν είναι κάτι Θοδωρή μου, θα μου περάσει.»
«Πάντως να ξέρεις ότι αν δεν αισθάνεσαι καλά μπορείς να πάρεις άδεια όσο καιρό θες εντάξει;»
Μόλις τελείωσα την πρόταση αρχίζει να κλαίει βάζοντας το χέρι της στο στόμα της, πάω να κάνω την κίνηση να την αγγίξω στον ώμο και σηκώνεται απότομα από την καρέκλα της και τρέχει κλαίγοντας με λυγμούς.
Δεν κατάλαβα τι έγινε αλλά ενστικτοδός έτρεξα από πίσω της αλλά καθώς τρέχω από πίσω της αλλά ένα τηλεφώνημα με σταματάει και την αφήνω να φύγει.
Βλέπω ότι με παίρνει τηλέφωνο η Μάρθα.
«Έλα Μάρθα.»
«Είδες ειδήσεις;»μου λέει βιαστικά και διέκρινα ότι ήταν κάπως αγχωμένη.
«Όχι γιατί τι έγινε;»
«Θοδωρή μου πρέπει να το πάρεις ήρεμα, δεν ξέρω πως να στο πω.. έγινε κάτι που»
Είδα ότι στο κινητό μου είχα μια δεύτερη κλήση
«Περίμενε Μάρθα θα σε πάρω σε λίγο.»Την διακόπτω και απαντάω στην δεύτερη κλήση.
«Παρακαλώ;»
«Ναι, γεια σας ο κύριος Θοδωρής Χαλκιάς;»
«Ο ίδιος, ποιος είναι;»
«Σας καλούμε από το γενική  αστυνομία δυτικής Αττικής.»
«Γιατί τι έγινε;»
«Κύριε Θοδωρή, θα θέλαμε να είστε ψύχραιμος σε αυτό που θα σας πούμε, έγινε ένα αεροπορικό δυστύχημα στο Ιόνιο πέλαγος και..»
Τον διακόπτω
«Όχι.»
«Κύριε Θοδωρή πρέπει»
«Όχι, όχι δεν γίνεται, μου κάνετε πλάκα έτσι;»
Μου είχαν κοπεί τα πόδια ελπίζοντας με όλη την ψυχή μου ότι δεν θα ακούσω αυτό που περίμενα να ακούσω.
«Το αεροπορικό δυστύχημα ήταν από το αεροπλάνο του κυρίου και την κυρίας Χαλκιά, και δυστυχώς ήταν οι γονείς σας μέσα.»
Δάκρυα που δεν μπορούσα να ελέγξω έτρεχα από τα μάτια μου, με το ένα χέρι μου κράταγα το κινητό μου και με το άλλο το στόμα μου. Είχα 'κοπεί' τα πόδια μου, είχα μουδιάσει ολόκληρος.
«Πο..πότε έγινε αυτό; « λέω όσο πιο ψύχραιμα μπορούσα αλλά μάταια προσπαθούσα.
«Πριν από μια ώρα. Κύριε Θοδωρή πρέπει να ηρεμήσετε και να περάσετε από το τμήμα υπάρχουν πολλοί ψυχολόγοι που μπορούν να σας βοηθήσουν.»
«Οι ψυχολόγοι δεν θα μου φέρουν τους γονείς μου πίσω ρε.»Του λέω και φωνάζω.
«Πρέπει να ηρεμήσετε.»
Μου λέει και το κλείνω.

Δεν μπορούσα να περπατήσω.
Προχωράω όσο μπορούσα προς το γραφείο μου και βλέπω τους υπαλλήλους.

«Το ξέρατε και δεν μου είπατε τίποτα; δεν ντρέπεστε, πως μπορέσαμε να μην μου πείτε τίποτα, απολύεστε όλοι σας.» Λέω και γκαρίζω από τα νεύρα μου. Εκείνη την ώρα μπαίνει η Μαρία.

«Εσύ εσύ έλα εδώ, ήσουν σαν μέλος στην οικογένεια μου και δεν μου είπες τίποτα, μου το έκρυψες, εσυ, δεν το περίμενα και από σένα.»
Την κρατάω από τους ώμους και την τινάζω με τα χέρια μου.

«Θοδωρή εγώ δεν μπορούσα..»
«Σκασε.» Της λέω και φωνάζω από οργή.

Η καρδιά μου πονάει, δεν ξέρω τι να κάνω, πως θα μπορέσω θεέ μου να το πω στα αδέρφια μου, Θεέ μου γιατί σε μένα, γιατί. Δεν μπορώ να κρατήσω τα δάκρυα μου, νιώθω ένα ατελείωτο πνιγμό στον λαιμό μου, ένα τεράστιο βάρος στο στήθος μου. Θεέ μου γιατί, γιατί σε μένα, τι σου έκανα θεέ μου και με τιμωρείς έτσι, γιατί μου πήρες τους γονείς μου μακριά. Η μητέρα μου, τόσα χρόνια πάλευε να μας μεγαλώσει, πάντα με χαμόγελο και εσύ μου την πήρες μακριά μου, τον πατέρα μου που δούλευε σας σκυλί για να χτίσει αυτήν την εταιρία και εσύ μου τον πήρες και αυτόν μακριά, γιατί;
Πάω στο γραφείο μου για να πάρω τα κλειδιά μου, και όπως πάω να τα πιάσω βλέπω την εικόνα που υπήρχε στο γραφείο. Ήταν η μητέρα μου και ο πατέρας μου αγκαλιά. Παίρνω την εικόνα καθώς την κοιτάω αγκαλιά, πέφτω στα γόνατα και κλαίω με λυγμούς. Ένα γιατί, γιατί σε μένα μένεις αναπάντητο στο μυαλό μου.

Γιατί θεέ μου, γιατί σε μένα;

Δεσμοί Αίματος Donde viven las historias. Descúbrelo ahora