"yeah i got issues, and one of them is how bad i need ya" ελεγε το τραγουδι που μπηκε εκεινη την ωρα. Αποφασισα πως το να ακουω την καρδια του πιθανοτατα οχι αγνωστου, ηταν επιπονο και για τους δυο, κατα κυριο λογο για να μην παθει κανενα καρδιακο. Ετσι, ανοιξα τα ματια μου και ειδα εκεινον. Ειδα τον Γερασιμο. Ναι το ξερω, το περιμενατε. Εγω καθολου. "Ξερεις, μου εστειλε μηνυμα. Οτι γυρισε απο Γαλλια και ηθελε να βγουμε. Σκεφτηκα αυτο το μαγαζι.Μου ειχες πει οτι δεν θα βγεις αυτο το σκ και ηθελα να ειμαι εδω για να σκεφτομαι οτι θα ησουν εσυ μαζι μου και οχι η Λυδια". Μα τι λεει; Και εγω γιατι δεν φευγω; Τι με νοιαζει τι κανει; "Γερασιμε, κρατα το. Δεν με νοιαζει". Αουτς. Ποιον πονεσε περισσοτερο αυτο; "Μου εχει πει η Χριστινα για σενα και τον Φιλιππο. Και εχω καταλαβει διαφορα για τον Σωτηρη. Ρε ματακια μου, αφου πονας. Και εγω πονεσα πολυ με την Δημητρα το ξερεις σου εχω πει αρκετα για εκεινη". Δεν θυμαμαι, δεν θυμαμαι τιποτα; "Τι; Ποτε μου μιλησες εσυ για την Δημητρα; Το μονο που ξερω ειναι οτι σου εκανε οτι μου εκανε Σωτηρης". Με μπερδευει. "Λογικο, δεν το θυμασαι. Τα Χριστουγεννα, στο παρτυ της Ερατως, μιλαγαμε και ειχες ξαπλωσει στα ποδια μου γιατι ειχες πιει πολυ, θυμασαι; και αρχισες να κλαις για τον Σωτηρη και μια μαλακω, την Δημητρα, με την οποια σε απατησε. Μια αγνωστη για σενα σωστα;". Τωρα συνδεονται ολα. "Κατσε η Δημητρα σου; Με τον Σωτηρη μου;" Wow, αυτο ειναι πολυ. "Οταν καταλαβα οτι κοιμοσουν, ηταν αργα. Παντα παραπονιεσαι οτι δεν σου ανοιγομαι. Ομως το εκανα και με το παραπανω. Ησουν ο μονος ανθρωπος που τα εμαθε ολα με την παραμικρη λεπτομερεια. Και δεν θυμασαι τιποτα. Αλλα δεν πειραζει". Επεσα απο τα συννεφα. Δεν ξερω αν πληγωθηκα με μενα ή που πληγωσα εκεινον. Δεν θελω να ειμαι σε αυτο το δωματιο αλλο. Τωρα θελω να φυγω. "Βγηκα με την Λυδια λοιπον, για να της ζητησω να μεινουμε φιλοι. Και μονο φιλοι". Γιατι εξακολουθει να μου το λεει; Γιατι ειναι εδω ακομη; Εγω θα ειχα φυγει. Μη μπορωντας πια να τον κοιταξω κανω το λαθος να γυρισω απο την αλλη μερια, οταν μου πιανει το χερι και με γυρναει να τον βλεπω. Τα προσωπα μας ειναι αρκετα κοντα και η μυρωδια του κοκκινου κρασιου με μεθαει ακομη και αν δεν ειναι στα δικα μου χειλη. "Οταν θα τον φιλας, να σκεφτεσαι οτι φιλιεσαι με μενα". Δεν με φιλησε. Δεν το πιστευω, ημασταν τοσο κοντα. Ανοιγει η πορτα και μπαινει μεσα ο Οδυσσεας, "Ρε Νεφελη, εισαι καλ..ΑΑΑ οκει βγαινω τωρα εγω". Τον πληγωσα για δευτερη φορα αποψε. "Ο Οδυσσεας ειναι ο αδερφος του Χρηστου, θυμασαι;" του λεω κοιτωντας ακομα την πορτα. "Ναι και τι με αυτο; Αφου σε γουσταρει και μαλλον και εσυ για να βγηκες μαζι του.". "Σαν να βιαζεσαι ρε Γερασιμε. Με τον Οδυσσεα μεγαλωσαμε μαζι. Βασικα αν και μας περναει τρια χρονια παντα επαιζε μαζι μας και μας φροντιζε. Και οσο και αν ειναι δυσκολο αυτο, τον αγαπαω. Κυριως σαν ανθρωπο". Το βλεμα του δεν μπορω να το προσδιορισω. Μισος; Ποθος; Δεν ξερω τι. "Στο κατω κατω εχω ερθει πολλες φορες εδω μαζι του. Το οτι ετυχε να μας δεις σημερα δεν σημαινει οτι θα σηκωθω να φυγω κι ολας". Φυσικα το να υψωσω λιγο τη φωνη μου, τον εκανε να ερθει ακομα πιο κοντα μου, κανοντας τωρα τη δικια μου καρδια να τρεμοπαιζει. "Εμενα δεν θα μου φωναζεις. Ξερεις οτι ειμαι ησυχος σαν αρνακι. Δεν θες να με δεις να αγριευω". Ναι τσουτσουριασαμε, προσεχε. Τρεχω μεσα στον χωρο κανοντας πως ψαχνω κατι. "Τι επαθες;" ναι ρωτα κιολας. "Ψαχνω να βρω τουαλετα, κατουρηθηκα απο τον φοβο μου, Γερασιμακο, γι'αυτο". Το να του αντιμιλησω επιβαρυνε κι αλλο τη θεση μου, ομως ελα τωρα, τι ηταν αυτο που ειπε;. Προσπερνωντας το χιουμορακι που προσπαθησα να κανω ειπε "Νεφελη, εμεις οι δυο εχουμε σαν ξεχωριστα ατομα ο καθενας τα δικα του προβληματα. Δεν μπορω να σε κρινω, γιατι θα με κρινεις και εσυ, ομως θελω να ξερεις οτι μαζι μπορουμε να τα καταφερουμε. Εσυ δεν το νομιζεις;". Τι; Τωρα μας θυμηθηκε; "Κοιτα, εχω εξω τον Οδυσσεα που ακομα κανει υπομονη και δεν ξερω γιατι. Μπορουσες να μου ζητησεις να βγουμε και να μιλησουμε σαν κανονικοι ανθρωποι. Παρολα αυτα ομως, επελεξες να βγεις με την Λυδια, στο μερος που ερχομαι με την παρεα μου. Γιατι; Οπως και να'χει, εγω εδω μεσα δεν μιλαω. Και τωρα φευγω. Μιλαμε την Τριτη". Οταν βγαινω εξω, εμφανως εκνευρισμενη, βρισκω τον Οδυσσεα στην θεση του να εχει ηδη παρει το αγαπημενο μου κοκκινο κρασι και το υπεροχο και αγαπημενο μου γλυκο με μυρτιλλα. Μονο ετσι με εκανε να ξεχασω οτι ειχε γινει. Εκεινο το βραδυ, περασε αργα και βασανιστηκα. Οταν επιτελους ο Οδυσσεας ειπε οτι ηταν ωρα να φυγουμε, ανακουφισμενη ανασηκωσα τους ωμους. Χαιρετησα την Ντινα και τον Μαρκο που εχουν το μαγαζι και αν και μεγαλυτεροι κατα τεσσερα χρονια απο μενα ειναι χρονια φιλοι μου και φυγαμε. Δεν ξερω τι ωρα ηταν και ουτε ειχα δει. Ειχα αναφερει στον μπαμπα οτι θα κοιμηθω στον Χρηστο και ο Χρηστος ειχε υποσχεθει οτι "θα ξεπεταξω το Μαρακι και θα ειμαι πισω φυσιολογικη ωρα για να μην σε καρφωσω". Πως εδεσα εγω με αυτο το παιδι ενας Θεος ξερει. Ομως, ο Χρηστος ειχε συνεννοηθει με τον Οδυσσεα και ο Οδυσσεας με τους δικους τους, οτι θα παμε στο δευτερο σπιτι τους, στον Ωρωπο για το βραδυ, γιατι ξερει οτι ηρεμω πιο ευκολα στην θαλασσα και ετσι οταν αργησα να βγω απο τη τουαλετα εκεινος το ειχε ηδη κανονισει.
c.
YOU ARE READING
μα τι εννοεις;
Teen FictionΔεν ξεκινησε ως love story, και ουτε ξερω που θα καταληξει. Το θεμα ειναι οτι η ζωη μου φαινεται τοσο απλη και ευκολη, ενω για μενα φανταζει τρομακτικη και πολυπλοκη. Μια "νορμαλ" κοπελα, με καποιους "νορμαλ" φιλους και μια "νορμαλ" ζωη. Δεν θα το α...