Θανάσης Κυριαζής (1887-1950)

44 15 0
                                    


Απο φτωχούς γεννήθηκα σ'ένα χωριό  ένα βράδι.
Στη κούνια μου παράστεκαν η νύχτα η κρύα κι'η φτώχια.
Το πρώτο ο αγέρας μούφερε στα σπάργανα το χάδι.
Το πρώτο κλάμμα μου έσκυψαν να πιούν τα πρωτοβρόχια.

Τη γύμνια μου χαρήκανε βοριάδες καί λιοπύρια
Καί την καρδιά μου μοίρασαν της γής οι αγάπες όλες.
Μέσα στη φτώχια πλούτισα του πόνου τα ζαφείρια
Κι'όπου το δάκρυ στάλαξε,φουντώσαν άγριες βιόλες.


Μπορεί,δε λέω,να διάβασα κι'εγώ δυό τρία βιβλία,
Μα στο σχολειό δε μ'έμαθαν όσα οι καιροί στις ρούγες.
Κι'οι λογισμοί μου αμόλευτοι,μακριά από τραίνα η πλοία
Με το βοριά ταξίδεψαν μονάχα τις φτερούγες.

Σοφός ο λόγος.Κι'έμεινα με του λαού τη γνώμη,
Με τη σοφία που κρύβεται χρυσόσκονη στην άμμο.
Γιά μενα ούτε συστήματα,κούφιες ιδέες καί νόμοι.
Πολλοί οι θεοί,τον άνθρωπο τον ένα πώς να κάμω.


Της μοναξιάς μπιστεύτηκα.Της πολιτείας ποτέ μου,
Μέσα στη νύχτα,που περνώ με του ασκητή το ράσο,
Ένα τραγούδι γύρευα,μου τόδωκες,Χριστέ μου.

Έ!φτάνει αυτό τα βάσανα του κόσμου να περάσω.

    Έζρα Πάουντ (1885-1973).Donde viven las historias. Descúbrelo ahora