Κεφαλαιο 1 .

432 29 59
                                    

Αν ο χρόνος είχε μνήμη άραγε θα αυτοκτονούσε;

Η Γωγω ξεκίνησε να πακεταρει τα πράγματα της όσο ο μικρότερος κατά ένα χρόνο αδερφός της γκρίνιαζε για το πόσο ήθελε να πάει Νάξο με τους φίλους του.

‹‹ Ίων συνελθε, είσαι δεκαπέντε χρονών η μαμά δεν θα σε άφηνε να πας διακοπές μόνο σου ακόμα κι αν δεν είχε ήδη κανονίσει να πάμε στο πατρικό της Αναστασίας.››
Προσπάθησε να του εξηγήσει αλλα εκείνος απλά ξεφυσησε με δυσανασχετηση και συνεχισε να γκρινιάζει.

‹‹Λες και εγώ ήθελα να πάω σε αυτές τις ηλιθιες διακοπές! Τώρα θα ήμουν στην θάλασσα με την παρέα μου και θα παίζαμε ρακέτες.››

Η Γωγω είχε αγανακτήσει. Τρεις μέρες τώρα ο αδερφός της δεν έλεγε τίποτα άλλο από το να γκρινιάζει για τις χαμένες διακοπές του, ήθελε να του φωνάξει πως και εκείνη ήθελε να πάει διακοπές με τις φίλες της και πως σίγουρα δεν υπέγραψε εθελοντικά να πάει σε διακοπές διάρκειας δυο μηνών  με την οικογένεια της, την κολλητή της μάνας της και το καινούριο της παιδί! Αλλά προτίμησε να μείνει ήσυχη και να τελειώσει την βαλίτσα της, εξ'αλλου εκείνη είχε την ξαδέρφη της για συντροφιά εκείνες τις διακοπές.

‹‹Παιδιά τι κάνετε τόση ώρα; Γωγω ακόμα φτιάχνεις βαλίτσα; Το καλό που σου θέλω να κάνεις γρήγορα γιατί σε πέντε λεπτά φεύγουμε έτοιμη ή όχι.››

Η μητερα της η Κατερίνα  είχε καταφέρει να διακόψει τις σκέψεις της για ακόμη μια φορά. Όμως είχε δίκιο έπρεπε να κάνει πιο γρήγορα με τα πράγματα της.

Αφού τελείωσε έκλεισε την βαλίτσα και βγήκε έξω από το δωμάτιο της. Στο σαλόνι την περίμεναν οι γονείς της με την θεία της.

‹‹Γειά σου θεία!››

Η Γωγω έτρεξε στην αγκαλιά της θείας της. Η αλήθεια ήταν πως δεν ήταν πολλής ο καιρός που είχε να την δει, λιγότερο από μια μέρα για την ακρίβεια, βλέπετε ζούσαν μόλις έναν όροφο μακρια. Αλλά η Γωγω λάτρευε την θεία της, μπορεί πιο πολύ και από την μαμά της, την θεωρούσε δυναμικη και ανεξάρτητη.

‹‹Γειά σου Γωγω, η Αλίκη είναι ακομα κάτω δεν πας να την φωνάξεις;››

Εκείνη εγνεψε καταφατικά αλλά δεν πρόλαβε να πάει κάτω γιατί η Αλίκη είχε ανοίξει την πόρτα.

‹‹ Ρε παιδιά τι κάνετε τόση ώρα;››
Είπε χαμογελαστή. Η Γωγω την παρατήρησε, τα μαλλιά της ήταν μαύρα, αν και μπορούσες να δεις τις μπλε τούφες, και πλεγμενα σε δύο γαλλικές που τελείωναν στην μέση της, ηταν λεπτή, αλλά όχι κοκαλιάρα. Δεν ήταν ιδιαίτερα ψηλή και το  πρόσωπο της στόλιζαν σκουλαρίκια, ένα στην μύτη και ένα λίγο πιο πάνω από τα χείλη της.  Φορούσε ένα μαύρο σορτσάκι με ένα κοντομάνικο μπλουζάκι με την στάμπα της αγαπημένης της ροκ μπάντας.  Όπως πάντα το μακιγιάζ της ήταν  μαύρο κραγιόν και μαύρο μολύβι γύρω από τα μάτια.

Game OnDove le storie prendono vita. Scoprilo ora