Κεφάλαιο 9

24 1 2
                                    

"Τον, τον δολοφόνησαν...Ο κύριος Νίκος...είναι νεκρός..."

Λόγια γεμάτα οδύνη. Πόνο. Λόγια χιλιοειπωμένα μέσα στο μυαλό μου.

Πόνος. Τι είναι στ'αλήθεια ο πόνος; Κατάσταση; Συναισθημα; "Δυσάρεστη συναισθηματική κατάσταση που προέρχεται από άλλα συναισθήματα" λέει το λεξικό. Κι όμως, γνωρίζοντας τον τόσο λίγο, συν - πονώ τους συγγενείς και φίλους του κ. Νίκου. Θρηνώ μαζί τους...

Περπαταω και σκέφτομαι, χάνομαι στις σκέψεις μου και χωρίς να προσέχω που πηγαίνω, χτυπάω έναν άλλο άνθρωπο. Ένα κορίτσι, αναστατωμένο.

-Πω πω, χίλια συγγνωμη. Δεν έβλεπα που πήγαινα..., λέω και κοιτάω το άτομο που σκουντηξα.
-Καλά παιδί μου χαζό είσαι. Μπροστά κοιτάνε οι άνθρωποι όταν περπατάνε!
-Ειχα αφαιρεθεί..ξερετε, μετά από τα δυσάρεστα νέα που έμαθα....απ του κυρίου Νίκου έρχομαι...
-Ναι, ο κυρ Νίκος...για μισό! Που τον ξέρεις εσύ τον κυρ Νικο;
-Δεν τον ξέρω ακριβώς... βασικά.. σήμερα τον γνώρισα. Είχα ραντεβού μαζί του... για μια εξυπηρέτηση που είχε κάνει στον πατέρα μου πιο παλιά..
-Εσυ είσαι το ραντεβού των 5; Χα! Και για σένα με έγραψε κανονικότατα ο πατέρας μου;! Χα!
-Ο πατέρας σου;
-Ο κυρ Νικόλαος καλέ! Αίμα μου, που να μην ήτανε.
-Μην μιλάς έτσι...σεβασου τον λίγο..τη μνήμη του τουλάχιστον...
-Ποια; Μα τι λες; Ποια μνήμη του κι αηδιες; Σιγά μην μου τον μακαρισεις κιόλας πριν την ώρα του!

Τότε αντιλαμβάνομαι ότι αυτό το κορίτσι, η κόρη του "κυρ Νικου", όπως τον αποκαλει κι η ίδια, δεν έχει ιδέα για τον θάνατο του πατέρα της.

-Κοίτα...ειναι κάτι που πρέπει να σου πω...

-Λανα!! Λανα!!Ευτυχώς που ήρθες!! Γρήγορα έλα μαζί μου!!!

Ένας νεαρός, λίγο μεγαλύτερος από την κόρη του κ.Νικου , τη Λανα, της φωνάζει, τρέχοντας προς το μέρος μας.

-Έλα βιάσου!! Είναι κάτι πολυ δυσαρεστο που πρέπει να σου πω, και θέλω ηρεμία από μέρους σου...

-Τώρα έρχομαι!, του απαντάει η Λανα και τρέχει προς τα εκεί.

Και εγώ να στέκομαι και να τους βλέπω να απομακρύνονται.

Μετά από, περίπου, ένα τέταρτο περνάω την εξώπορτα του σπιτιού μου. Μπαίνω μέσα, και πατάω τη καφετιέρα, για να ετοιμάσει ένα ζεστό, καυτό βασικά, ποτήρι καφέ. Βανίλια, πάντα βανίλια. Βγάζω τα παπούτσια μου, παίρνω τον καφέ μου και πέφτω με δύναμη επάνω στον καναπε. Τι μέρα κι αυτή, σκέφτομαι. Με ένα πάτημα του κουμπιού, το τεράστιο κινούμενο κουτί, που οι περισσότεροι θα ονόμαζαν τηλεόραση, ανοίγει. Και μπαμ, ειδήσεις.

"Κυριες και κυριοι, καλησπέρα σας. Στο μικρόφωνο, η Άννα Στασινού. Πάμε να δούμε τους τίτλους των σημαντικότερων ειδήσεων της ημέρας. <<Σοκ προκαλεί ο θάνατος του κυρίου Νίκου Νικολάου, ο οποίος φαίνεται να είναι το τρίτο θύμα ενός κατά συρροή δολοφόνου. Άγνωστα είναι ακόμη τα κίνητρα του δολοφόνου, αφού δεν έχει βρεθεί ούτε το όπλο που χρησιμοποίησε ο δράστης, ούτε η αιτία θανάτου.>> <<Ένοπλη ληστεία διαπράχθηκε νωρίς τα ξημερώματα σε μπαράκι, κοντ..."

Τικ τικ τικ τικ τικ.
Η πόρτα. Κτυπάει η πόρτα.

Κλείνω την φωνή της τηλεόρασης και σηκώνομαι για να πάω να ανοίξω. Ούτε καν κάνω τον κόπο να φορέσω τα παπούτσια μου, και έτσι όπως ειμαι με τις κάλτσες, ανοίγω την εξώπορτα. Αυτό που αντικρίζω, σιγουρα, δεν είναι κάτι που περίμενα.
Δύο αστυνομικοί, μια γυναίκα και ένας άντρας, στέκονται στο κατώφλι της πόρτας και με κοιτούν.

- Γεια σας.
-Καλησπέρα σας.

Τον λόγο παίρνει η γυναίκα αστυνομικός.

-Θα θέλαμε να μας ακολουθήσετε στο τμήμα παρακαλώ.
-Πώς; Περί τινός πρόκειται;
- Για τον θάνατο του κυρίου Νικόλαου Νικολάου.
- Εμ...ναι φυσικά. Μισό λεπτό να ετοιμαστώ και...
- Αμέσως τώρα παρακαλώ. Χωρίς καθυστερήσεις!
- Ναι, βεβαίως, τα παπούτσια μου να βάλω κι έρχομαι.

Με το βλέμμα τους να με ακολουθεί, πηγαίνω στον καναπέ του σαλονιού, φοράω τα παπούτσια μου και φεύγω μαζί τους. Με οδηγούν σε ενα μικρο σχετικά αυτοκίνητο, το οποίο στη συνέχεια, μας πηγαίνει στον αστυνομικό σταθμό. Εκει, με βάζουν σε ένα δωμάτιο, όπου περιμενω αρκετή ώρα, όσπου μπαινει μέσα ένας αστυνομικός. Είναι κοντός και λεπτός, με μαύρα σαν το κάρβουνο, μαλλιά και μάτια. Επιλέγει να καθίσει
στη θέση απέναντι μου. Του μόνο που μας χωρίζει είναι ένα μεγάλο, άσπρο τραπέζι.

Χωρίς να βγάλει αχνά, ανοίγει την τσάντα του και βγάζει ένα φάκελο. Ανοίγει τον φάκελο, και ρίχνει με δύναμη επανω στο τραπέζι ένα πλαστικοποιημενο ύφασμα. Και αμέσως το αναγνωρίζω.

Το ίδιο υλικό, το ίδιο χρώμα με εκείνο του πατέρα μου. Στο ίδιο σημείο, τα αρχικα του κυριου Νίκου. "Ν.Ν.".

-Μήπως το αναγνωρίζεις αυτό το μαντήλι;
Δεν απαντώ.

-Μήπως το 'χεις ξαναδει;
-Όχι κύριε. Αυτή είναι η πρώτη φορά που το βλέπω.
Αυτό ήταν αλήθεια. Δεν το'χω ξαναδεί. Όχι το συγκεκριμένο.

-Γιατί λες ψέματα;
- Δεν ψεύδομαι κυριε.
-Γνωρίζεις ότι μπορεί να πας ισόβια, έτσι δεν είναι;;

Ωχ, τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά!

-Τι εννοείτε;!

"Αυτό το μαντίλι," λέει, "βρέθηκε στο χέρι του πτώματος. Επάνω στο μαντίλι υπαρχουν τα αποτυπώματα του κυρίου Νικόλαου..."

"...και τα δικά σου."

Ζω και πεθαίνω Where stories live. Discover now