Ήταν κάποτε δύο γριές αδερφές πού ζούσαν μόνες τους σε μια καλύβα σε ένα μικρό χωριουδάκι έξω από κάποιο βασίλειο. Οι αδερφές ήταν τόσο γριές και το δέρμα τούς τόσο ριτιδιασμένο πού βγαίνανε μόνο το βράδυ έξω από την καλύβα Τους για να μην φοβούνται τα παιδιά.
Τι κι αν ήταν άσχημες η γριές; είχαν και οι δυο Τους δύο πολύ όμορφα δώρα από τον Θεό : η Μια είχε ακόμη δέρμα νεαρού κοριτσιού στα δάχτυλα τής και η δεύτερη φωνή αγγέλου που όταν τραγουδούσε δεν μπορούσες να φανταστείς ότι αυτή η φωνή ανήκε σε μια γριά γυναίκα.Κάποια μέρα λοιπόν ο βασιλιάς του βασιλείου εκείνου, Που όλοι ήξεραν ότι του άρεσαν οι γυναίκες και γι'αυτό οι πατεράδες έκρυβαν τις κόρες τους όταν περνούσε από κοντά τούς, άκουσε το τραγούδι της γριάς γυναίκας και μαγεμένος από το τραγούδι τής έσπευσε προς την καλύβα .
Ο βασιλιάς χτύπησε την πόρτα και είπε " άκουσα αυτό το όμορφο τραγούδι και θέλησα να δω αυτό πλάσμα που το τραγουδάει τόσο γλυκά " και η γριά που τραγουδούσε αποκρίθηκε " μα δεν μπορώ να βγω έξω " και ο βασιλιάς απάντησε αναστενάζοντας " ακόμα και αν στο λέει ο βασιλιάς σου;" . Οι γριές μεσα Στο σπίτι είχαν ξαφναστεί όταν άκουσαν ότι ήταν ο βασιλιάς. " μα βασιλιά μου είμαι τόσο ντροπαλή που ακόμη και να μπορώ να βγω να καταρευσω στα πόδια του βασιλιά μου" είπε η γριά και τότε ο βασιλιάς απάντησε απότομα " τότε πολύ φοβάμαι πως θα πρέπει να γκρεμίσω την πόρτα! " ξαφνικά η γριά απάντησε " στάσου! Δεν μπορώ να βγω αλλά μπορώ να σου δώσω κάτι δικό μου" είπε και έκοψε ένα κομμάτι ύφασμα από τα ρούχα της αδελφής της που ήταν λιγότερο κουρελιασμενα από τα δικά της και το πέρασε μέσα από το μικρό πορτάκι που είχαν για να παίρνουν αέρα και να μπαίνει το φως του ήλιου " πάρε αυτό το κομμάτι από τα ρούχα μου και θα είναι σαν να με έχεις δει " του είπε και ο βασιλιάς απάντησε "θα το παρω αλλά να ξέρεις ότι θα ξανάρθω αύριο το βράδυ όπως τώρα γιατι δεν θα μου είναι αρκετό το ύφασμα ".
Έτσι και έγινε και την επόμενη βραδιά Ο βασιλιάς ξανάρθε στο σπιτι και αυτή την φορά είπε ότι ήθελε κάτι παραπάνω Από αυτήν "μα βασιλιά μου τι άλλο μπορεί να έχει μια φτωχή κοπέλα σαν εμένα; "
" δεν χρειάζεται να μου δώσεις κάτι , άφησε με τουλάχιστον να δω το δάχτυλο σου " είπε ο βασιλιάς και η γριά του είπε να περιμένει. Τύλιξε το δάχτυλο της σφιχτά με ένα κομμάτι ύφασμα και αφού το αλυψε με λίπος η αδερφή της της έκαψε με το κερί για να γίνει λεπτό και νεανικό και το πέρασε από την πορτούλα. Ο βασιλιάς το κράτησε απαλά και Χωρίς να ξέρει τι κρυβόταν πίσω από την πόρτα ζήτησε στην γριά να τον παντρευτεί . Μετά από πολλές αντιρρήσεις και παρακάλια η γριά δέχτηκε να κοιμηθεί με τον βασιλιά υπό έναν όρο : Όταν θα πάει στο παλάτι να είναι νύχτα και να μην υπάρχει ούτε μια αχτίδα φωτός από κανένα κερί, και οι κουρτίνες να τραβηχτουν μόνο Όταν φύγει από το παλάτι.
Έτσι λοιπόν την νύχτα που θα πήγαινέ η γριά στο παλάτι, ζήτησε από την αδερφή της να της ράψει το δέρμα που κρεμόταν και να το κολλήσει με κερί και να το αλυψει με λίπος για να είναι λείο και απαλό ώστε όταν θα την άγγιζε ο βασιλιάς να μην καταλάβαινε ότι ήταν μια γριά στην πραγματικότητα και όχι μια νεαρή κοπέλα.
![](https://img.wattpad.com/cover/149242913-288-k992202.jpg)
ESTÁS LEYENDO
Μακάβρια παραμυθία που νομίζατε οτι ξέρατε
FantasíaΠόσο βίαιη μπορεί να γίνει η κοκκινοσκουφίτσα; ποιά είναι η αυθεντική ιστορία πίσω από την Σταχτοπούτα και πόσο τρομακτικό μπορεί να είναι ένα παραμύθι; Μια συλλογή απο τις αυθεντικές Ιστορίες των αγαπημένων μας παραμυθιών αλλά και λιγότερο γνωστώ...