Ήμουν ετοιμη .
Τα καστανόκόκκινα σγουρά μαλλια μου ηταν πλεον στεγνά και τα μισα μαζεμένα σε ενα κότσο.
Το μαυρο μου φόρεμα ηταν κατάλληλο για μια τέτοια περισταση ,όχι πολύ κοντό ουτε πολύ μακρύ .
Έβαλα λίγο καφε κραγιόν και τελείωσα το μακιγιαζ μου .Ήμουν έτοιμη .Αλλά για κάποιο λογο στην κοιλια μου παλονταν ενα σορό συναισθήματα και το χειροτερο είναι οτι ο ενθουσιασμός δεν ηταν ενα απο αυτά .
<<το πρωτο μου πάρτυ >> είπα στον καθρευτη και χαμογελασα όσο πιο πολύ μπορουσα μέχρι που είδα ποσο γελοία ήμουν και το κοψα.
<<ενταξει απλα δεν θα χαμογελαω>> αναφωνησα μελαγχολικά.Έπειτα απο λίγο άκουσα μια κόρνα .
Μάλλον ο μπαμπάς θα είναι .
Κατέβηκα κάτω και τον είδα να με περιμένει νευριασμενος .
<<άντε τι κανεις τόση ωρα ,και τι εμφανιση είναι αυτή?>> φώναξε εξοργισμένος.Δεν απανταω.Γενικα ποτε δεν απανταω ξέρω πως είναι απλα ο θυμός του που μιλάει .
Απο τοτε που μας παρατησε η μαμά μου όλα τον εκνευριζουν και ειδικότερα εγώ.Όταν φτάσαμε επιτέλους βγηκα απο το αμάξι βιαστικά και έκλεισα την πόρτα ξεφουρνιζοντας ενα απλό αντίο.
Δεν το πιστεύω οτι το κάνω αυτό πηγαίνω σε πάρτι όπως όλα τα παιδιά.
Μου φάνηκε παράξενο όταν με καλεσαν τα αγόρια της τάξης μου αλλα υπέθεσα οτι πρισπαθουν να μαζεψουν κόσμο ή ίσως ήθελαν να με μάθουν καλυτερα.Δεν είμαι άτομο που μιλάει πολύ.Γενικά δεν έχω πολλους φιλους.κάποιος θα έλεγε οτι είμαι μοναχική αλλά στην πραγματικότητα είμαι μονη και εχει μεγαλη διαφορα.Απλως είμαι ντροπαλή αυτό είναι όλο.
Μπαίνω μέσα στην πολυκατοικία και κάλω το ανσασερ έπειτα νιωθω κάποιον απο δίπλα μου
Μόλις γυρναω γουρλωνω τα ματια μου. Δίπλα μου βρίσκεται ένας τύπος λίγο πιο μεγαλος απο εμένα μάλλον.
Είναι πολύ όμορφος σκέφτηκα .
Ένιωθα το βλέμμα του να με καίει,μέχρι που άκουσα ενα κουδουνάκι άνοιξα την πόρτα και ακολούθησε .Πατησε το εξι .Μάλλον πήγαινε και αυτός στο πάρτι .Στεκομουν απέναντι του και είχα την ευκαιρία να τον παρακολυοθησω καλυτερα.
Όλα πανω του ηταν μαύρα ,η μπλούζα, το τζιν, το δερμάτινο.
Είχε ενα Σκουλαρίκη στο δεξι αυτή και ενα μικρο τατουάζ στα δάχτυλα που δεν κατάλαβα τι ηταν γιατί χτύπησε παλι το κουδουνάκι
<<καταραμένο>>σκέφτηκα καθώς αυτό έβγαινε απο το ανσασερ.
Τουλαχιστον αυτος μου απόσπασε την προσοχή απο το άγχος.Μπήκα στο σπίτι απο το οποία ακούγονταν τρομερη φασαρία ,η πόρτα ηταν ανοιχτή.
Δυστυχώς ο ομορφουλης πήγε απέναντι .Μόλις μπήκα όλοι αρχισαν να με κοιτάζουν περίεργα και να χαζογελανε ,ήθελα να φύγω ,να τρεξω αλλά αποφάσισα το αντιμετωπισω να μην είμαι δειλη.
Εψαχνα να βρω τους συμμαθητές μου για αρκετη ωρα ομως δεν ηταν πουθενά. Καποια στιγμη ενιωσα κατι υγρό να βρίσκεται πανω μου και πριν καλά το καταλάβω ήμουν λούτσα απο ..κάτσε πάντς είναι αυτό?<<δεν πιστευες στα αλήθεια οτι σε καλεσαμε εδώ για να διασκεδάσεις έτσι?>>είπε ενα αγορι.
Έπειτα άρχισα να χάνω την γη κάτω απο τα ποδια μου όσο οι άλλοι γελουσαν με την πάρτι μου είχα γίνει ρεζίλι .Πως θα ξαναπαω σχολείο?
Πως θα τους κοιτάξω στα ματια ?Τα πρωτα δάκρυα άρχισαν να κανουν τι εμφάνιση τους .
Άρχισα να τρέχω βγηκα εξω όσο πιο γρήγορα μπορουσα.
Θέλω να πεθάνω.
Θέλω να πεθάνω
Θέλω να πεθάνω
παραμιλουσα δεν ήξερα τι έλεγα ,το μόνο που με ένοιαζε ηταν να φύγω .
Κάλεσα το ανσασερ και περίμενα υπομονετικά να φτασει απο τον πρωτο στο έκτο.
Εσκουζα και σκουπιζα τα δάκρυα μου ταυτόχρονα μέχρι που τον ειδα ξανά .Έβγαινε θυμούμενος απο το απέναντι διαμερισμα .
<<μισώ την ζωη μου >> ξεφωνισε και σταθηκε κοντά μου .
Εγώ συνέχισε να κλαίω μπερδεμένη απο όλα .
Αυτός δεν μου έδωσε σημασία .
Μπήκαμε στο ανσασερ και εγώ συνέχισαν να τον κοιταω.
Τα ματια του ηταν γκρίζα και ψυχρά, άγρια θα έλεγε κανεις.
Η εικόνα του με ηρεμουσε .
Η ψυχή μου όμως δεν άργησε να ταραχθει όταν το ανσασερ φρακαρε .
<<τι έγινε>>φωναξα τρομαγμένη
<<όχι τώρα γαμωτο όχι >> είπε αυτός αγανακτισμένος
<<δ...δεν δεν μπορω τους κλειστούς χώρους ειιμμαι κλειστοφοβικη>>είπα κλαίγοντας .Μετα Μπλακ άουτ .
Έσβησαν τα φώτα
Εγώ έπεσα σφηκτα πανω του και τον αγκάλιασαν ενιωσα την γη να χάνεται κάτω απο τα πόδια μου .Το μονο που θυμάμαι είναι τα ματια του .
Έπειτα το Τέλος.
YOU ARE READING
Deadly
Teen Fictionολοι εχουμε βρεθεί ενα βήμα πριν το θανατο. τι γινετε όμως όταν πας στο επομενο βήμα? Η Ευα και ο Μαρκος καλούνται να αντιμετωπισουν τον θάνατο μαζί ταυτόχρονα. > της φωναξα και αυτή με κοίταξε συμπονετικα και μου χάιδεψε το πρόσωπο . >