"Βλέπεις ; Σου το είπα ότι μαζί θα κυβερνήσουμε τον κόσμο!"
Το επόμενο πρωί όλα έμοιαζαν όμορφα, με το που άνοιξε τα μάτια της αμέσως κατάλαβε πως ο Ίαν έφτιαξε πρωινό και πετάχτηκε από το κρεβάτι. Ξυπόλητη με τα μαλλιά της ανακατεμένα βγήκε από το δωμάτιο ενθουσιασμένη. Χρόνια είχε να ξυπνήσει ήρεμη. Δίχως της φωνές της μητέρας της , δίχως άγχος και στεναχώρια. Πήγε στην κουζίνα και τον είδε να τραγουδάει. Είχε ήδη στρώσει πάνω στο τραπέζι ένα πλούσιο πρωινό και ετοίμαζε την τελευταία του πινελιά που δεν ήταν άλλη από φρεσκοψημενο τραγανό μπέικον.
"Μυρίζει τόσο όμορφα!" Είπε τραβώντας του την προσοχή κι εκείνος γύρισε αποτομα προς το μέρος της.
"Κοίτα να το συνηθίσεις μικρή" Χαμογελαστός και αρκετά ευδιάθετος της έφτιαξε αμέσως την μέρα.
"Παίζεις με την τύχη σου μου φαίνεται!Τέτοια Κάνε μου και δεν θα με ξεφορτωθείς ποτέ!" Αποκρίθηκε η Ρενατα και έκατσε στην καρέκλα. Άρπαξε μια φρυγανιά και ξεκίνησε να τρώει με όρεξη. Ο Ίαν την κοίταξε σκεπτικός.
"Απο πότε έχεις να φας ;" Ρώτησε κι εκείνη πάγωσε. Μάσησε την φρυγανιά πιο αργά και την κατάπιε προσπαθώντας να βρει τις κατάλληλες λέξεις για να πει ψέματα.
"Τρώω, απλά είχα καιρό να ξυπνήσω και να μοσχομυριζει το σπίτι" Η απάντηση της ήταν αρκετά διφορούμενη. Δεν μπορούσε να του αποκαλύψει όμως πως στην πραγματικότητα είχε να φάει τόσο καλά εβδομάδες. Τα λεφτά που έστελνε στη μάνα τους γίνονταν καπνός. Τα ξόδευε σε εσώρουχα και κάθε είδους καλλυντικό προκειμένου να μοιάζει νεότερη .
"Ας το πιστέψω. Λοιπόν όπως σου είπα και χθες εγώ κανονικά τέτοια ώρα θα λείπω. Πάω στην εταιρεία αρκετά πρωί αλλά μέχρι το μεσημέρι είμαι πίσω. Εσύ μπορείς να κάνεις ότι γουστάρεις! Ότι θέλεις. Έχεις κάθε ελεύθερο αρκεί να περνάς καλά" Ακούγοντας τον η Ρενατα δάκρυσε. Νοιαζόταν για εκείνη και της το έδειχνε κάθε φορά. Από την άλλη δεν ήθελε να του γίνει βάρος.
"Σου είπα Ίαν, θα βρω μια δουλειά και θα σταθώ κι εγώ στα πόδια μου. Ολόκληρη γυναίκα είμαι...Και τώρα βάλε κάτω τον κωλο σου να φάμε σαν άνθρωποι. Να απολαύσουμε την μέρα μας και από αύριο βλέπουμε" Εκείνος γέλασε. Έκλεισε το μάτι της κουζίνας και σέρβιρε το μπέικον. Κάθισε απέναντι της και την επεξεργάστηκε. Ήταν σίγουρος πως είχε να φάει καλά μέρες. Τα μάγουλα της ήταν πιο μέσα από το κανονικό και τα μάτια της ταλαιπωρημένα. Τα δάχτυλα της λεπτά και το κορμί της αδύναμο. Χωρίς να θέλει να δώσει συνέχεια στο θέμα πήρε τον χυμό και της γέμισε το ποτήρι.
YOU ARE READING
Η Εμμονή
AdventureΜείνε... είπα κι εκείνος γέλασε. Πόσο αστείο του φάνηκε να με βλέπει να υποφέρω; Πόσο άρρωστο ήταν από την πλευρά μου να ψελλιζω αυτες τις λέξεις.... Για εκείνον ήμουν ακόμα ένα θύμα στο κατεστραμμένο και διεστραμμένο μυαλό του .... Η έτσι πίστευα...