Μόνοι

19 4 3
                                    

Χριστούγεννα '08:Μόνοι.
Μια μέρα σε αυτό το δωμάτιο θα παίζει Θύτης. Μια μέρα θα ταυτιστώ με αυτά τα προφητικά λόγια. Τα αδύναμα χέρια μου κουμπώνουν στραβά το μαύρι πουκάμισο με τον τσαλακωμένο γιακά. Από την μήτρα μόνοι μέχρι το μνήμα μόνοι. Ίσως το μνήμα να μην αργήσει,μα όταν έρθει θα φροντίσω να με βρει μόνο. Έρχεται και μου κλείνει την μουσική,στρίβει το μαχαίρι στην καρδιά. <<Έλα,θα έρθει ο κόσμος κι εσύ ακόμα θα ετοιμάζεσαι και φτάνει πια με αυτή τη φασαρία>>. Προσβάλλει τη μουσική μου,το εγώ μου. Το άρωμα που φοράει,μου την σπάει. Τα θέλει όλα στην εν τέλεια κι αυτό με ενοχλεί. Φαγητά και γλυκά στην σειρά σαν σε συμπόσιο,που ολόκληρη στρατιά μπορούν να χορτάσουν,να περιμένουν άραγε ποιον;Η πόρτα χτυπάει. Άνθρωποι γνωστοί,συγγενείς μεταξύ τους άγνωστοι,μυστικοπαθής. Χιλιάδες μες την πόλη ψυχές άλλες ίδιες άλλες διαφορετικές. Με φιλάνε και με αγκαλιάζουν,προσπαθούν να δείξουν αγάπη που δεν νιώθουν,να με καλοπιάσουν με λεφτά που καμία αξία δεν έχουν,να με κάνουν να νιώσω συναισθήματα κενά,συναισθήματα που ποτέ δεν υπήρξαν. Ένας κύριος,αν μπορεί να χαρακτηριστεί έτσι,στέκεται αγέρωχα σε εκείνο το παράθυρο που μέχρι του χρόνου θα'χω σπάσει. Το κοστούμι πέφτει επάνω του βαρύ,άγνωστο στο σώμα του,δεν τον έχει συνηθίσει. Το σακάκι δεν το έχει βγάλει. Αραιά και που με κοιτάζει. Πιάνει στα χέρια του το τρενάκι που εδώ και δυο χρόνια δεν έχει λειτουργήσει. Τα χέρια του μεγάλα,βαριά όσο το άρωμά του,όσο η παρουσία του στον χώρο.<<Μικρέ..θες να το φτιάξω;>>δεν χάλασε ηλίθιε. Δεν έχει μπαταρίες. Δεν του απαντώ,ρολλάρω τα μάτια. <<Όχι;>>η φωνή του είναι δυνατή κι επιβλητική. Εγώ είμαι ο ηγέτης εδώ μέσα,κανείς άλλος. Οι φαλλοκρατικές μου αντιλήψεις,δεν θα αργήσουν να εξαλειφθούν από εκείνη την κοπέλα που τόσο ξαφνικά θα έρθει και θα μου μάθει τι σημαίνει ισότητα και ότι πατριαρχία δεν υφίσταται. Αφήνει το τρενάκι στο πάτωμα απαλά και τείνει το βάρβαρο χέρι του προς το μέρος μου. Η μάνα μου έμαθε να είμαι ευγενικός. Ανταλλάσω ασήμαντες πληροφορίες κι εύχομαι μέσα μου να μην τον ξαναδώ ποτέ. Το καλό με τα τραπέζια είναι ότι κανείς για 'σενα δεν έχει χρόνο. Η νύχτα είναι μεγάλη,η πόρτα κοντά. Βγαίνω έξω και παίρνω μια ανάσα βαθιά. Ξαπλώνω στο υγρό τσιμέντο και κοιτάζω τα αστέρια. Μια μέρα θα ανέβω σε μια ταράτσα. Πριν πέσω θα τραγουδήσω δυνατά:"στην πιο ψηλή ταράτσα ανεβαίνω και ρωτάω ποιος πήρε το χαμογελο απ'αυτούς που αγαπάω"
Τα αστέρια είναι τόσα πολλά. Άραγε τι να γίνει εκεί πάνω. Ποιος μας δημιουργεί;Και κυρίως γιατί να πεθαίνουμε;Καληνύχτα Ζορμπά. Καλά Χριστούγεννα...

Το παιχνίδι των ΧριστουγέννωνМесто, где живут истории. Откройте их для себя