Το δεύτερο πρόσωπο...

3.2K 334 18
                                    

"Στιγμή... Τι είναι άραγε μια στιγμή; Πόσο διαρκεί και πόσα μας δίνει;"

Η μυρωδιά του ζεστού αχνιστου  καφέ απλώθηκε σε όλο το μισογκρεμισμενο σπίτι προκαλώντας τις αισθήσεις της να ξυπνήσουν. Ένιωθε τον ήλιο να ζεσταίνει το πρόσωπο της αλλά το υπόλοιπο σπίτι ήταν παγωμένο...Ήταν σίγουρα πρωί και είχε αρκετή δροσιά.  Προς στιγμήν , αφέθηκε τόσο που ξέχασε τον εφιάλτη που έζησε το προηγούμενο βράδυ. Δεν άντεξε να πάει σπίτι. Προτίμησε να περάσει το βράδυ  στο καταφύγιο της. Μακριά από όλους και από όλα.

Έτριψε απαλά τα μάτια της, συνειδητοποίησε που βρίσκεται και απορημένη από την έντονη μυρωδιά ανασηκωθηκε και κοίταξε γύρω της. Ήταν μόνη, δίπλα της όμως υπήρχε ένα πλαστικό χάρτινο ποτήρι γεμάτο ζεστό καφέ και ένα σημείωμα. Το πήρε στα χέρια και το ξεδιπλωσε...

"Συγνωμη για χθες. Φέρθηκα σαν μαλάκας ...
Έχεις δίκιο , όλοι έχουμε  ψυχή...
Δικός σου ...
Λιαμ"


Η Λιζ τσαλακωσε το χαρτάκι. Το άφησε δίπλα της και κοίταξε τον καφέ . Μια μικρή , μισή καρδιά ήταν ζωγραφισμένη πάνω στο λευκό καπάκι προκαλώντας μια διφορούμενη αντίδραση. Βουρκωσε και γέλασε ταυτόχρονα. Πήρε τον καφέ και γύρισε προς το παράθυρο.

Είδε τον Λιαμ να κάθεται στα σκαλοπάτια  του σπιτιού του πίνοντας τον δικό του και να κοιτάζει προς το μέρος της χαμογελαστός . Ξάφνου σηκώθηκε και πέρασε το δρόμο. Πλησιασε το έρημο σπίτι και  στάθηκε έξω από το παράθυρο ζητώντας σιωπηλά, την άδεια της για να εισέλθει.

Η Λιζ πήρε τον καφέ και του γύρισε πλάτη. Εκείνος χτύπησε δυο φορές απαλά το μισοσπασμενο τζάμι αλλά εκείνη αδιαφόρησε.  Στο τρίτο χτύπημα γύρισε θυμωμένη προς το μέρος του . Ο θυμός όμως, δεν άργησε να μετατραπεί σε παράπονο... Ο Λιαμ , με τους ζεστούς αχνους που ανεδυε ο καφές, θολωσε το τζαμι και σχημάτισε μια θλιμμένη φατσούλα.

"Μπορώ να μπω; Ένα λεπτό μόνο ζητάω..." Διάβασε τα χείλη του και πικραμένη κούνησε το κεφάλι της . Ήξερε πως έκανε λάθος .  Πώς αργά ή γρήγορα θα το μετανιώσει κι όμως του έδωσε την άδεια να μπει .

Γύρισε προς την πόρτα και  άκουσε το τρίξιμο από τα μισοφαγωμενα ξύλα.  Ήταν κοντά... Μετά από τόσα χρόνια είχε μάθει ακριβώς κάθε ήχο που έκαναν εκείνα τα πατώματα. Ορκισε την καρδιά της να μην υποκύψει και όπλισε τον εαυτό της με οση δύναμη της είχε απομείνει. Ο Λιαμ έφτασε και στάθηκε στη πόρτα. Δεν είπαν λέξη για λίγα λεπτά. Κοίταζαν ο ένας τον άλλο ώσπου εκείνος έκανε ένα βήμα και γονάτισε μπροστα της. Άφησε τον καφέ του δίπλα στον δικό της. Το άλλο μισό της ζωγραφιας ήταν στο δικό του καπάκι. Η Λιζ το κοίταξε σιωπηλή.

Wild Insticts:  The Badboy (3)Où les histoires vivent. Découvrez maintenant