Ηταν μεσάνυχτα, Ο Φρέντη και η φίλη του η Κλαίρη είχαν πιάσει μία βαθιά συζήτηση την οποία είπαν να τη συνεχίσουν αύριο. Ο Φρέντη πήγε την κλαίρη μέχρι το σπίτι της και είπαν να τα πούνε την επόμενη μέρα. Όμως, το επόμενο πρωί την καλούσε και η Κλαίρη δεν απαντούσε, της είχε στείλει πολλά μηνύματα αλλά σε κανένα δεν πήρε ανταπόκριση. Αυτός εξοργισμένος επειδή νόμιζε ότι τον έστησε, αποφάσισε να πάρει έναν άλλο του φίλο να βγουν μόνοι τους αλλά όσους και να έπαιρνε είχε το ίδιο αποτέλεσμα. Αυτός ανησύχησε ότι κάτι κακό συνέβαινε και έτσι είπε να περάσει από το κορίτσι του, την Κλαίρη, για να ελέγξει τι γινόταν με τα ίδια του τα μάτια. Αφού αυτή δεν απαντούσε την πόρτα της και εκείνος ήξερε που έκρυβε τα κλειδιά της, άνοιξε την πόρτα αλλά αυτή δεν ήτανε μέσα. Πήγε και στους άλλους του φίλους και χτυπούσε τις πόρτες τους αλλά χωρίς ανταπόκριση. Όλοι ήταν σαν να είχανε φύγει και να μην του είχανε πεί τίποτα. Οι δρόμοι όλοι ήταν κενοί, δεν υπήρχε ούτε ένας άνθρωπος που να περιπλανιόταν, ούτε μία γάτα, ούτε ένα μικρό σκουλήκι. Είχε πάρει το αμάξι του και έχει οδηγηθεί στο αεροδρόμιο, στα νοσοκομεία, στην αστυνομία και σε πολλά άλλα μέρη τα οποία δεν υπήρχε κανείς άνθρωπος αλλά ούτε και ζώο. Οι τηλεοράσεις, τα κομπιούτερ και γενικά τίποτα απο τα ηλεκτρονικά δεν λειτουργούσε. Μετά από πολλά κατάλαβε ότι για κάποιο λόγο ήταν ο μόνος άνθρωπος στη γή. Έξι χρόνια μετά, εκεί που κοιμόταν τον ξύπνησαν ξαφνικά τρεις κρότοι στην πόρτα. Κατενθουσιασμένος ότι κάποιος άλλος βρέθηκε έτρεξε να ανοίξει αλλά κανείς δεν ήτανε. Παρατήρησε όμως ένα μικρό γράμμα κάτω από την πόρτα του. Αυτός πρώτου να το ανοίξει έτρεξε γύρω-γύρω στην περιοχή μπας και βρει αυτόν που το άφησε, όμως αυτό ήταν μάταιο. Πήγε στο σπίτι του με χαμηλομένο το κεφάλι του και άνοιξε το γράμμα το οποίο έλεγε κοίτα το κινητό σου. Ο Φρέντη έτρεξε προς το κινητό του και χωρίς καν να τα ανοίξει, άνοιξε μόνο του, όμως αυτό που έδειχνε τον σόκαρε. Ηταν μία ξανθιά κοπέλα που πνιγόταν, μπορούσε απλά να δει το πίσω μέρος του κεφαλιού της δηλαδή τα μαλλιά της, και το χέρι της που εκλιπαρούσε για κάποιον να την τραβήξει από 'κει. Οσο και να προσπαθούσε να βγάλει την εικόνα από το κινητό του ή να κλείσει το κινητό δεν μπορούσε. δεν ήξερε τι ήταν αυτό, ποιος του το έγραψε, γιατί το έγραψε και πιθανόν δεν θα μάθαινε κιόλας.Ήταν αδύνατο να κοιμηθεί ξανά. Την επόμενη μέρα έγινε πάλι το ίδιο, όμως αυτή τη φορά το γράμμα έλεγε κοιτά τον υπολογιστή σου. Ο υπολογιστής έδειχνε την πλάτη ενός καραφλού άντρα να του έχει καρφωθεί ένα μαχαίρι, όμως και πάλι δεν μπορούσε να δεί το πρόσωπο, η να κλείσει τον υπολογιστή. Ο Φρέντη βγήκε έξω στο μπαλκόνι και φώναζε, όποιος του το έκανε αυτό δεν ήταν αστείο, και το χειρότερο δεν υπήρχε αστυνομία για να καλέσει. Συνεχίστηκε το ίδιο για τους επόμενους τέσσερις μήνες, κάθε μέρα όμως και με διαφορετικό άτομο. Μία βραδιά ο Φρέντη παρατήρησε ότι οι κρότοι όλοι γινόταν στις 3:00 το βράδυ. Ετσι εστησε σκόπια στις τρεις παρά πέντε, έξω από το σπίτι του σε περιπτώση που αυτός που το έκανε αυτό εμφανιστεί. Όμως μάταια περίμενε εκεί πέρα μισή ώρα, είχε πάει δηλαδή 3:30, και δεν είχε έρθει κανείς, σαν κάποιος να του είχε διαβάσει τη σκέψη και να ήξερε ότι πρόκειτο να τον περιμένει. Αυτός θυμωμένος μπήκε μες στο σπίτι και με το που έκλεισε την πόρτα ακούστηκε ο πρώτος κρότος. Ανοιξε κατευθείαν χωρίς να ακουστεί ο δεύτερος, δεν υπήρχε κανείς, ο Φρέντη πιστεύε ότι άρχιζε να τρελαίνεται. Ο ίδιος, εκείνη την στιγμή έτρεμε από την αγωνία του, ίδρωνε και ξεφυσούσε γοργά. Όταν έκλεισε την πόρτα πείθοντας τον εαυτό του να τα αγνόησει, οι κρότοι έγιναν πολύ έντονοι και ήταν σαν κάποιος να ήθελε να σπάσει την πόρτα, οι κρότοι ακούγονταν πολύ έντονα και δεν ήτανε μόνο τρείς, αλλά σίγουρα ήταν σαν να χτυπούσαν περισσότερα από δύο χέρια. Ο Φρέντη κρατούσε την πόρτα για να μην ανοίξει, έτρεξε γρήγορα να πάρει τα κλειδιά του και κλείδωσε, ακόμα, εβάλε μία καρέκλα μπροστά από την πόρτα, και κοίταξε στο ματάκι. Ενώ είχε αφήσει το φως της εξώπορτας ανοιχτό, αυτός το μόνο που μπορούσε να δει ήταν ένα σκοτάδι, στις τέσσερισήμιση η ώρα ο πανικός που γινόταν έξω σταμάτησε. Και ο Φρέντη απλά είχε κάτσει στηρίζοντας την πλάτη του στην πόρτα με ορθάνοιχτα μάτια λοξένωντας το κεφάλι και χαζεύε το φωτιστικό που ήταν απέναντι του, προσπαθώντας να συνειδητοποιήσει τι ακριβώς είχε συμβεί. Τον είχε λούσει κρύος ιδρώτας, ένιωθε το στόμα του ξερό αλλά δεν ήθελε να σηκωθεί να πιεί νερό. Καθώταν απλά εκεί, ολόχλωμος, χαζεύοντας το φωτιστικό. Το πρωί αφού είχε μουδιάσει να κάθετε μπροστά στην πόρτα, βγήκε λίγο στο μπαλκόνι μήπως και συνέλθει. Εκεί, παρατήρησε μία σκιά κάτω στο πεζοδρόμιο να περπατάει προς την άλλη μεριά του δρόμου και έτσι ο Φρεντη έχοντας στο νού του να βρεί απαντήσεις, έτρεξε να πάει να μιλήσει στον άνθρωπο που είχε τη σκιά. Έτσι, ξεκλείδωσε, έβγαλε την καρέκλα μπροστά την πόρτα και έτρεξε στο δρόμο. Όμως με το που κατέβηκε κάτω, παρατήρησε πολύ περισσότερες από μία σκιά, οι σκιές που είχαν αντικαταστήσει τους ανθρώπους. Πολλές φορές άκουγε νιαουρίσματα εκεί που δεν υπήρχαν γάτες, άκουγε γαυγίσματα εκεί που δεν υπήρχαν σκύλοι. Όλες οι σκιές αισθανόταν ότι τον κοιτούσαν με τα άσπρα λαμπερά μάτια τους. Έτρεξε κατευθείαν σπίτι του με κομμένη την ανάσα. Για κακή του όμως τύχη, παρατήρησε το σπίτι του όπως δεν το είχε δει ποτέ. Η τοίχοι είχαν πάνω τους στάχτη, τα τραπεζομάντηλα ήταν όλα σκισμένα όπως ακριβώς και οι καναπέδες σαν να τους είχαν φάει ποντίκια, όλα τα σιδερένια είχανε σκουρίασει. Από εκείνη τη μέρα κάθε φορά που σηκωνόταν από το κρεβάτι του ήταν σαν κάτι να το αγκαλιάζε το πόδι, στο μπάνιο η κουρτίνα ακόμα και όταν την άνοιγε ήταν πάντα κλειστή και μάλιστα πολλές φορές η μπανιέρα του άνοιγε το νερό χωρίς να την έχει ανοίξει. Μετά από μέρες αυτό είχε γίνει συνήθεια για τον Φρέντη, φυσικά μία ανεπιθύμητη συνήθεια. Ένα πρωί είπε να εισβάλει στην τοπική βιβλιοθήκη και να δεί μήπως βρει κάτι. Στη βιβλιοθήκη ήταν σαν να τον περίμενε μία σκιά, η οποία τού έδιξε το ακριβές βιβλίο που έπρεπε να διαβάσει. Έλεγε για να το σταματήσει όλο αυτό έπρεπε, με ένα συγκεκριμένο τελετουργικό που εξηγούσε τις 7:00 το πρωί να ρωτήσει το πνεύμα που του αγκάλιαζε το πόδι κάθε φορά που σηκωνόταν από το κρεβάτι, τι να κάνει. Αυτός προτού να διαβάσει περαιτέρω σελίδα. Έτρεξε να προετοιμάσει το τελετουργικό για τις 7:00 το πρωί. Έτσι και έγινε, στις 7:00 το πνεύμα του μίλησε, του έδειξε μία συγκεκριμένη οδό στο χάρτη την οποία έπρεπε να πηγαίνει κάθε νύχτα στις 3:00 και να χτυπάει την πόρτα τρείς φορές. Το πνεύμα στη βιβλιοθήκη είχε προειδοποιήσει τον Φρέντη να μην κάνει άλλες ερωτήσεις στο πνεύμα αλλιώς αυτό θα κατέληγε σε τραγωδία. Για τις επόμενες μέρες ή μήνες ο Φρέντη κάθε νύχτα στις 3:00 ήταν εκεί για να χτυπάει την πόρτα, και πραγματικά μπορούσε να δεί αποτέλεσματα. Τα πνεύματα άρχισαν να εξαφανίζονται και πίστευε ότι αν συνέχιζε να το κάνει αυτό για λίγο ακόμα όλα θα γινόταν όπως παλιά. Μία εβδομάδα μετά στο δεύτερο κρότο που πήγε να κάνει, την πόρτα την άνοιξε ένας άντρας. Ο Φρέντη ξεσπάστικε. Δεν ήξερε ότι εκεί έμενε ένας άλλος άνθρωπος. Τότε εμφανίστηκαν πίσω του όλα τα πνεύματα και τον άρπαξαν και τον πήραν μαζί τους. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβε ότι όταν άκουγε και αυτός τους κρότους στην δική του πόρτα, ήταν ένας άνθρωπος στον οποιο συνέβει ακριβώς οτι συνέβει σε αυτόν και προσπαθούσε να σωθεί. Αυτή που έβλεπε στο κινητό του, η ξανθιά κοπέλα, ήταν το κορίτσι του η Κλαίρη, ο καραφλός άντρας ήταν ο φίλος του που τηλεφώνισε μετά από τη Κλαίρη, και οι υπόλοιποι τους οποίους είχε δει ήταν φίλοι και συγγενείς. Αυτός ήταν ένας από τους νεκρούς αλλά δεν το είχε συνειδητοποιήσει, για αυτό και το σπίτι του ήταν έτσι, σαν απαρχαιωμένο, γιατί το είχε απαρχαιώσει, ηταν νεκρός. Πέθανε όταν άνοιξε στον 2 κρότο. Και δεν το έχει το είχε καταλάβει, εξίσου και οι ψυχές ή οι σκιές όπως θα έλεγε. Το πνεύμα κάτω απο το κρεβάτι τον είχε ξεγελάσει, ήταν μία τακτική για να πάρουν μαζί τους όλους όσους είχαν απομείνει στη γη. Αυτό που δεν κατάλαβε ποτέ, ήταν το ποιός άφηνε τα γράμματα μετά από αυτούς τους τρείς κρότους.
ESTÁS LEYENDO
Τρομαχτικές Ιστορίες
TerrorΤρομος, θάνατος, πνεύματα, όνειρα, κατάρες, ψέματα και αλήθειες. Κάθε ένα κεφαλαιο έχει και μια διαφορετική μικρή ιστορία φρίκης και ανατριχίλας. Όλες είναι γραμμένες και φτιαγμένες από την mysewedeyes και την mariapon_ που θα σας κρατήσουν ξύπνιου...