Φτάνω στο σπίτι παραπατώντας, γεμάτη ξεραμενα αίματα στο πρόσωπό μου. Το ποδήλατό μου το παρατώ όπως όπως στην αυλή , μη μπαίνοντας καν στον κόπο να το στερεώσω κάπου ή να το δέσω, κάτι που συνηθίζω, μιας και στη γειτονιά μας διαρκώς κλέβουν οτιδήποτε βρουν εύκαιρο . Αλλά ούτε που με ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή . Το μόνο που με ενδιαφέρει είναι να τελειώνω με όλα . Να τελειώνω με εμένα .
Νιώθω μακράν χειρότερα από ποτέ.
Δεν προλαβαίνω να βάλω το κλειδί στην πόρτα και ήδη νιώθω κάποιον να την τραβάει με δύναμη προς τα μέσα . Πριν συνειδητοποιήσω το οτιδήποτε , έτσι ζαλισμένη όπως είμαι , νιώθω ένα χέρι να με γραπώνει με δύναμη από τον δεξιό καρπό και να με σπρώχνει με βία στο πάτωμα . Βάζω το άλλο χέρι κόντρα , για να μειώσω την πρόσκρουση στο έδαφος και το νιώθω να λυγίζει με το βάρος . Ένας αφόρητος πόνος με κατακλύζει και δάκρυα συσσωρεύονται για άλλη μια φορά στα μάτια μου , κάνοντάς τα να τσούξουν.
Γυρνάω το βλέμμα προς τα πάνω και βλέπω το πρόσωπο της μητέρας μου . Δυσκολεύομαι καλά καλά να την αναγνωρίσω . Το μακιγιάζ της είναι μουτζουρωμένο σε όλο το πρόσωπο , το οποίο είναι μουσκεμένο και γεμάτο αίματα και μώλωπες . Είναι ολοφάνερο πως και αυτή έκλαιγε πριν από λίγο . Τα άλλοτε περιποιημένα ξανθά μαλλιά της είναι τώρα εντελώς ανακατεμένα και βρόμικα . Παρατηρώ ακόμη πως και το ρούχο της είναι σκισμένο σε αρκετά σημεία. Φαίνεται να είναι τύφλα στο μεθύσι .
«Μαμά , τι συμβ..;» , δεν προλαβαίνω να τελειώσω τη φράση μου .
«Έγινες και κλέφτρα τώρα , παλιοπουτάνα; Είναι δυνατόν ; Δεν ντρέπεσαι ; Έβαλες χέρι στα πράγματα του Καρλ;» Και με τα λόγια αυτά μου αστράφτει ένα δυνατό χαστούκι . «Άχρηστη ! Μόνο προβλήματα μού δημιουργείς . Ένα παράσιτο είσαι !»
Δεν το αντέχω όλο αυτό ! Ο σωματικός και συναισθηματικός μου πόνος είναι αφόρητος . Νιώθω τόσο αδύναμη που νομίζω πως θα λιποθυμήσω .Γονατίζει , με αρπάζει από το πηγούνι και φέρνει το πρόσωπό μου απέναντι από το δικό της .
«Κοίταζέ με όταν σου μιλάω , κωλόπαιδο. Έκλεψες από τον Καρλ για να πας να φτιαχτείς με καναν μαλάκα πάλι ; Τσάμπα τους κάθεσαι και πρέπει να τους κερνάς εσύ δηλαδή ; Και σταμάτα να κλαις θα σε λιώσω! Βλέπεις πώς με έκανε ο άλλος όταν κατάλαβε ότι τον είχες κλέψει ; Εγώ την πλήρωσα ! Με σάπισε στο ξύλο και με παράτησε ! Εξαιτίας σου!» , συνέχισε ουρλιάζοντας .
Μαζεύοντας όση δύναμη μου είχε απομείνει της πετάω με μίσος :
«Θα βρεις άλλον ρε, τι αγχώνεσαι; Έτσι κι αλλιώς από τότε που πέθανε ο μπαμπάς δεν έχεις αφήσει και κανέναν να μην περάσει από το κρεβάτι σου..»
Με ξαναχαστουκίζει . Αλλά έχω μουδιάσει σε όλο μου το σώμα, δεν το νιώθω καν πια . Συνεχίζει να με χτυπάει παντού με όση δύναμη έχει . Όσο και να με χτυπήσει όμως δε γίνεται να με πονέσει . Τουλάχιστον όχι σωματικά . Μόνο ένα πράγμα θα μπορούσε να με πληγώσει . Να με διαλύσει . Και είναι λεκτικό . Και το λέει:
«Έχεις ΕΣΥ το θράσος να μου λες για τον πατέρα σου ;; Εσύ που μου τον στέρησες κωλόπαιδο; Εξαιτίας σου έγιναν όλα! Εσύ φταις ! Εσύ μάς κατέστρεψες ! Διέλυσες την οικογένειά μας ! Ανάθεμα την ώρα και τη στιγμή που γεννήθηκες !»
Πάει να με ξαναχτυπήσει και της αρπάζω το χέρι αυτή τη φορά .
«Σε μισώ ! Είσαι ό,τι χειρότερο υπάρχει !», της ουρλιάζω μες στη μούρη σα μανιακή και τη σπρώχνω μακριά μου , με μια δύναμη που δεν ξέρω από πού πήγασε .Τρέχω στο δωμάτιό μου, κλειδώνω την πόρτα , πετάω το κινητό μου στο κρεβάτι και ανοίγω το πρώτο συρτάρι του γραφείου μου . Ανασηκώνω κάτι φυλλάδια με πρόχειρα σκίτσα που έχω σχεδιάσει με κάρβουνο (ηλίθια συνήθεια που έχω αποκτήσει τον τελευταίο καιρό) και πιάνω το κουτάκι με τα ξυραφάκια .
Ήρθε η ώρα . Δεν πάει άλλο .
Βλέπω την οθόνη του κινητού μου να αναβοσβήνει συνεχόμενα από το κρεβάτι . Κάποιος με καλεί . Δε βλέπω από εδώ που στέκομαι το όνομα ή τον αριθμό . Αλλά δε με ενδιαφέρει και να πάω πιο κοντά να δω .Αρπάζω τη λίστα που είχα φτιάξει και τραβάω μια γραμμή στο «Μάρκος» και μια στο «μάνα», από την οποία δεν πρόλαβα καν να ζητήσω βοήθεια . Μου την έδωσε μόνη της και με το παραπάνω ..!
Η οθόνη συνεχίζει να αναβοσβήνει .
Βγάζω από το κουτάκι ένα ξυράφι, το περιεργάζομαι αποχαυνωμένα για λίγο και το πλησιάζω σε μια φλέβα του αριστερού μου χεριού .
Παίρνω βαθιά ανάσα .
Είμαι έτοιμη .
Όμως ξαφνικά νιώθω το χέρι μου να μη με υπακούει και το σώμα μου να παραλύει . Όλα αρχίζουν να θολώνουν σταδιακά γύρω μου. Μια σκοτοδίνη με κατακλύζει και σωριάζομαι αναίσθητη στο πάτωμα .
أنت تقرأ
Ευκαιρίες Ζωής
روحانياتΤι συμβαίνει όταν φτάνεις στα όριά σου ; Όταν νιώθεις ότι δεν υπάρχει τίποτα πια για σενα ; Όταν ψάχνεις λόγους για να ζήσεις ; Πόσες τελευταιες ευκαιρίες μπορείς να βρεις για να δώσεις στη ζωή; Και αν τις βρεις θα είναι αρκετές για να σε κρατήσουν...