1

2.6K 96 0
                                    

Ο Μάριος είχε γυρίσει απο το ταξίδι με την δουλειά του δύο μέρες πιο γρήγορα.

Με είχε βρεί να κοιμάμε στον καναπέ με την παλιά μου φωτογραφία που είχαμε με τον Αποστόλη.

Μ- Σόφη, ξύπνα.

Με σκούντηξε δύο, τρείς φορές για να ξυπνήσω.

Σ- Μάριε, αγάπη μου, μου έλειψες. Σηκώθηκα και προσπάθησα να τον αγκαλιάσω. Όμως εκείνη την στιγμή ο Μάριος έσκειψε και πήρε την φωτογραφία απο το τραπεζάκι.

Μ- Ναι, ναι φαίνεται πόσο σου έλειψα. Τι κάνει αυτό εδώ;  Που την ξέθαψες; Και βασικά γιατί;

Σ- Τίποτα δεν είναι αυτό. Άσε την φωτογραφία και πές μου τι κάνεις, πως και ήρθατε νωρίτερα;

Πήρα την φωτογραφία απο τα χέρια του και την έβαλα στο πληκτρολόγιο του λάπτοπ.

Μ- Είχαμε χρόνο ανάμεσα σε διάφορες δουλιές και κάναμε όλες τις υπόλοιπες για να γυρίσουμε γρηγορότερα. Δεν χαίρεσε;

Σ- Φυσικά βρε αγάπη μου, έξι μέρες έχω να σε δώ. Έφαγες;

Μ- Σόφη, τι κάνει η φωτογραφία του πρωήν σου στο σπίτι μας;

Έκλεισα την οθόνη του υπολογιστή μου για να σταματήσει να βλέπει περίεργα την φωτογραφία.

Σ- Δεν θα με αγκαλιάσεις; Δεν σου έλειψα;

Μ- Ναι πώς, αλλά..

Σ- Ε τότε δεν έχει αλλά ρε Μάριε.

Τον τράβηξα απο την κόκκινη του γραβάτα και τον έριξα στον καναπέ.

Σ- Τι έγινε αγάπη μου; Δεν θέλεις αγαπουλίτσες;

Τον πείραξα παιχνιδιάρικα.

Μ- Πως πως, θέλω αλλά..

Σ- Άντε πάλι με το αλλά και το αλλά. Όκει Μάριε κατάλαβα πάω να τελιώσω κάτι. Πήγαινε κοιμήσου.Θα μιλήσουμε αύριο.

Πήρα το λάπτοπ στα χέρια μου, έσβησα το τσιγάρο και έφυγα.

Είδα τον Μάριο να κάθεται καλύτερα στον καναπέ, να σκύβει πρός το πάτωμα και να βάζει το πρόσωπο του ανάμεσα στα χέρια του.

Μ- Καλημέρα αγάπη μου, σου έφερα πρωινό.

Τεντώθηκα μέσα στα σεντόνια μου χαμογελώντας.

Σ- Καλημέρα μωρό μου. Προς τι όλα αυτά;

Μ- Επειδή χθές τα ξημερώματα, ήμουν λίγο απόμακρος λόγω της κούρασης απο το ταξίδι και ζήλεψα λιγάκι που σε είδα με την φωτογραφία του άλλου στα χέρια. Εφόσον κοιμήθηκα όμως πολλές ώρες συνήλθα. Επίσης το σκέφτηκα καλά και εφόσον είμαστε μια χαρά μεταξύ μας δεν χρειάζεται να ζηλέψω σωστά;

Σ- Σωστά μωρό μου, τι ώρα είναι δηλαδή;

Μ- Είναι 10 παρά τέταρτο. Φυσικά θα νιώσω καλύτερα αν μου πείς και τι ήθελες τη φωτογραφία του.

Σ- Πω πω.. γαμώτο.. Άργησα για την δουλεία.. Πω πω δεν θα προλάβω.. Σκατά.

Άρχισα να τρέχω πανικόβλητη να βρώ το ταγιέρ μου και τις γόβες μου, να φτιάξω τα μαλλιά και το μακιγιάζ μου.

10 και 20 ήμουν έτοιμη και στο αμάξι. Ξεκίνησα για την δουλειά. Θα με ψέλλει τώρα ο άλλος.

Το κινητό μου κτυπούσε.

Σ- Έλα Μάριε μου, πες μου.

Μ- Σόφη θές να βγούμε το μεσημέρι να πάμε να φάμε;

Τι λέει βρε το παιδί.

Σ- Αγάπη μου, δουλεύω το ξέχασες; Δεν μπορώ να πάρω 1 ώρα άδεια και να φύγω.

Μ- Μα γιατί ρε μωρό μου, πές στην Νατάσα ότι θα βγούμε και θα σε αφήσει. Δεν είναι πρώτη φορά. Το έχουμε ξανακάνει. Άσε που μου χρωστάει και δέκα χιλιάρικα που τις κάνω τον λογιστή τσάμπα.

Σ- Την Νατάσα γιατί;

Μ- Τι γιατί βρε αγάπη μου; Αυτή είναι το αφεντηκό σου, το ξέχασες;

Χριστέ και Παναγιά μου.. Αυτό και αν το ξέχασα.. Ξέχασα να του πω για την παραίτηση της Νατάσας και την πρόσληψη του Αποστόλη..

Μ- Αγάπη; αγάπη μου με ακούς;

Σ- Ναι, ναι Μάριε σε ακούω.. Θα τα βρώ, θα τα κανονίσω. Γειά τώρα..

Πω πω.. να δώ πως θα το πω του Αποστόλη και να βρώ τι θα πω του Μάριου...

TO ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΞΑΝΑΚΤΥΠΑ | OΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟWhere stories live. Discover now