Του Κωσταντή του έλαχε να είναι ο μεγάλος.
Ζευγάς δέκα χρονών κι απ'τά εννιά πατέρας.
Με δυο πολέμων την καπνιά στα μάγουλα μουτζούρα,
να ψάχνει τα κουράγια του στο τέλος της ημέρας.
Απ΄το πελέκι πιο κοντό το μπόι του σας λέω
και τους λυγμούς του έπνιγε τα χέρια του σα σκάζαν.
Γιατί τα ξύλα έπρεπε, να κόψει, να ντανιάσει,
κι ας του μυαλού του οι φωνές, ανάθεμα φωνάζαν.
Κι αν το παιγνίδι του λειπε, δε τόλμαγε να παίξει.
Κι αν το τραγούδι ήθελε, μήτε να τραγουδήσει.
Γιατί ο φόβος στοίχειωνε την ορφανή ψυχή του,
αγαπημένο πρόσωπο η μοίρα μη στερήσει.
YOU ARE READING
ΤΟΥ ΜΟΛΥΒΙΟΥ Ο ΚΑΜΜΑΤΟΣ
PoetryΕίναι εκείνη η στιγμή που σε πιάνει ο οίστρος, που το κεφάλι σου πάει να εκραγεί και οι παλμοί σου ανεβαίνουν στην ιδέα να προλάβεις να αποτυπώσεις τις εικόνες του μυαλού και της καρδιάς με λέξεις χρώματα. Άλλες φορές χρώματα μουντά και γκρίζα κι άλ...