Κεφάλαιο 45

194 24 13
                                    

Ιφιγένεια P.O.V.

Δεν αντέχω αλλο μέσα στο νοσοκομείο. Νιώθω ότι θα λιποθυμήσω. Δεν μπορώ ούτε την μυρωδιά, ούτε τον ήχο από τα κλαματα των κοριτσιών τριγύρω. Και δεν τις κατηγορω. Ανησυχούν για το αγόρι μου. Αλλά δεν μπορώ. Ολη αυτή η θλίψη με στεναχωρεί. Με κάνει να φοβάμαι ακόμα περισσότερο για την ζωή του.

Το παιδί μου.

Το αγόρι μου. Θα γίνει καλά. Πρέπει να γίνει καλά. Για την μαμά του. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εκείνον. Είναι η δύναμη μου. Πρέπει να γίνει καλά. Πρέπει.

Σηκώνομαι γρήγορα και προχωράω προς την έξοδο αγνοώντας όλα τα περίεργα βλέμματα πάνω μου. Χρειάζομαι αέρα. Νιώθω ότι δεν μπορώ να αναπνεύσω εδώ μέσα. Μετά από λίγο είμαι έξω και κατευθύνομαι σε ένα παγκάκι.

Κάθομαι κάτω και προσπαθώ να βάλω σε μια σειρά την ζωή μου. Ο γιος μου είναι στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου περιμένοντας ένα νεφρό από τον βιολογικό πατέρα, ο οποίος με βιασε όταν ήμουν 16, για να περάσουν 18 χρόνια και ο θετος του πατέρας και αστυνομικός να με ξανά βιάσει.

Νιώθω το άκρα μου να πονάνε και η ιδέα ότι μπορεί να πάθει κάτι ο Στέφανος κάνει την καρδιά μου να τρέμει από φόβο. Παίρνω μια βαθιά ανάσα και προσπαθώ να ηρεμήσω. Να συγκεντρωθω στα καλά πράγματα. Όλα καλά θα πάνε. Πρέπει να πάνε όλα καλά.

Το μυαλό πάει χωρίς την θέληση του για άλλη μια φορά σε εκείνον. Τον είδα μετά από τόσα χρόνια. Τον ένιωσα. Ένιωσα τα χέρια του πάνω μου. Ο τρόπος που με κράτησε πριν πέσω. Που με άφησε στην καρέκλα. Τα χείλη του να κουνιούνται και να μου λένε ότι όλα τα πάνε καλά. Να με κοιτάει στα μάτια όπως με κοιτούσε τότε. Σαν να μην πέρασε μια μέρα. Ή πιο σωστά σαν να μην υπήρχε ποτέ αυτή η καταραμένη μέρα!

Κι όμως υπήρξε. Και εγώ είμαι πολύ αδύναμη για το παλέψω. Δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Δεν ξέρω πως πρέπει να νιώσω. Όσο ένιωθα τα χέρια του γύρω μου, να με στηρίζουν, να με κρατάνε να μην πέσω, ένιωσα για μια στιγμή όπως τότε. Και μετά μου ήρθαν όλες οι αναμνήσεις.

Ο τρόπος που με κράταγε εκείνη την νύχτα, που δεν τολμούσε να με κοιτάξει στα μάτια, που ήταν πάνω μου και με το ζόρι με ακουμπούσε σαν..να με σιχενοταν. Όλα ήρθαν ξανά και ξανά και εγώ ήμουν πολύ αδύναμη για να τα πολεμήσω. Πολύ αδύναμη για να συνδέσω αυτους τους δύο ανθρώπους.

"Ιφιγένεια;",ακούω μια φωνή πίσω μου και γυρνάω να δω τον Γιώργο να με πλησιάζει. Έχει αλλάξει πολύ από τότε που τον είχα δει για τελευταία φορά.

Παραμύθι ΑλλιώςWo Geschichten leben. Entdecke jetzt