Όνειρα που κάνατε παλιά, άραγε είναι ίδια με τώρα αγαπητή Valerie;
Ο Xander έφυγε, μάχη δεν έδωσε, αλλά όταν αργοπέθαινε, ψιθύριζε το όνομά σου.
Αγάπη που δεν τελειώνει, έρωτας που σε λυτρώνει, γλυκιά μυρωδιά από αίμα.
Τα όνειρα που κάνατε, εφιάλτες που ξεπεράσατε, και όλα αυτά, χωρίς ούτε ένα «Αγάπη μου, συγχώρα με.»
Άραγε αγαπούσε, ή στα σύννεφα μιλούσες, νιώθοντας πως είσαι σε έναν παράδεισο;
Η κόλαση η ίδια, σε λάτρεψε στα αλήθεια, ω αγαπητή Valerie, είσαι βάλσαμο.
Μη κλαίς, τα δάκρυα είναι ιερά, τα χύνεις όταν αξίζει, τα κρατάς όταν σε πνίγει το δίκιο σου.
Valerie, γλυκιά και όμορφη σαν ορχιδέα, το λουλούδι που θα βάλω πάνω στον τάφο του.
Για να το βλέπεις και θυμάσαι, πως όπου και να'σαι, εγώ θα είμαι πάντα δίπλα σου.
Συγχωρείς τις αμαρτίες Ander, ή μόνο μίσος είσαι, συναισθήματα μη κρύβεις μαζί μου.
Ο φίλος σου πέθανε, το όνειρο έγινε, και εσύ με χαρά μπορείς να συνεχίσεις τη ζωή σου.
Μάθε πώς εγώ ξέρω, και να μισώ το ίδιο, όπως μισείς την όψη του συγχωμρεμένου.
Το πρόσωπο άραγε θυμάσαι; Ή η μνήμη σου το διέγραψε, πριν καλά καλά φύγει από κοντά σου;
Ander, η αλήθεια πονάει, η ελευθερία ακόμη περισσότερο.
Ο Xander πέθανε, και ως νόμιζες πως μπορείς πια να πετάξεις μακριά, τα ματωμένα σου φτερά δεν σηκώνονται.
Τύψεις και ενοχές, ένα ή και τα δύο πες! Άραγε μπορείς κάτι να νιώσεις;
Ο φίλος σου θάφτηκε και μαζί του χάθηκε, η οποία λύτρωση ονειρευόμουν να πιασεις.
Εκείνη κλαίει, μα δε ξέρει. Ίσως μπορείς ακόμη να τη σώσεις.
Τα λόγια ακούστηκαν σαν από κάπου απόμακρα. Ο Ander άδικα προσπαθούσε να λύσει τα χέρια του. Το σχοινί ήταν τόσο σφιχτά δεμένο, που θα έκοβε τη κυκλοφορία του αίματος σε λίγο. Κουνήθηκε μήπως μπορεί να σπάσει τη καρέκλα αλλά και αυτό μάταια. Κοίταξε απέναντι.
Τα γαλανά μάτια της τον κοιτούσαν δακρυσμένη. Διχασμένη για κάποια λύση που θα έβρισκε εκείνος, να τους σώσει από αυτό το παιχνίδι. Είδε την απελπισία στα μάτια της, μπορείς; σα να τον ρώτησε. Κούνησε αρνητικά το κεφάλι του. Η Valerie έριξε και άλλα δάκρυα, ηττημένη και αυτή από τον άγνωστο εχθρό.
Ο Ander δεν μπορούσε να κοιτάει τα μάτια της. Ένιωθε πως την απογοήτευσε. Κράτα λίγο ακόμα, σκέφτηκε. Valerie, κράτα λίγο ακόμα.
Η σιδερένια πόρτα άνοιξε αργά. Μαζί της ένας ήχος μουσικής μπήκε στο δωμάτιο, και η σκοτεινή φιγούρα πίσω από τη μάσκα με το πρόσωπο του Xander ξαναεμφανίστηκε.
Η Valerie παρακαλούσε θεούς και δαίμονες για λύτρωση.
Ο Xander το ίδιο.
Η μουσική της δεκαετίας του πενήντα τους έκανε να ανατριχιάσουν. Ο άνδρας τοποθέτησε ένα πιάτο με ένα σάντουιτς πάνω στο τραπέζι που τους χώριζε.
Ο άνδρας άρχισε να φεύγει. Ο Ander χτυπιόταν για να κουνηθεί εναντίον του, η Valerie ούρλιαζε κάτω από το μαντήλι της. Μα κανένας δεν θα τους άκουγε. Κανένας δεν θα τους έβρισκε.
Η πόρτα έκλεισε, και η τελευταία ελπίδα ελευθερίας έσβησε.
«Όποιος το πιάσει πρώτος, νικάει.» είπε ο μασκοφόρος μέσα από τα μεγάφωνα. «Και το έπαθλο θα είναι υπέροχο.»
_______________
Α/Ν Καλησπέρα και καλή σας βραδιά. Για όσους δεν με ξέρετε, είμαι η Δέσποινα ή αλλιώς Δέσπω, είμαι φυσική ξανθιά και συνηθίζω να σκοτώνω τους χαρακτήρες των βιβλίων μου.
Το βιβλίο αυτό (γιατί έτσι όπως το βλέπωπ θα είναι μάλλον full length, θα δείξει ανάλογα με το πόσο κρατήσει η καραντίνα) θα είναι σχετικά διεστραμμένο. Μην αγχώνεστε, όλα καλά θα πάνε. Μπορεί το πολύ πολύ να μη σας παίρνει ο ύπνος.
Η αλήθεια είναι πως δεν ξέρω πόσα κεφάλαια θα είναι. Έχω γράψει μερικά άλλα δεν νομίζω να είμαι κοντά στο τέλος, οπότε δεν θα διαβάσετε άλλη μια μικρή ιστορία από μένα.
Τώρα όσον αφορά το πότε θα ανεβάζω: ξέρετε ό, τι ξέρω. Θα το μαθαίνουμε μαζί. Συνηθίζω να ανεβάζω μια φορά την εβδομάδα. Θα δειξει.
Εμ καλή συνέχεια και #μενουμεσπιτι. Μπας και βγούμε από αυτό και μπορώ και πάλι να τρώω παγωτό άνετα.
DL
BẠN ĐANG ĐỌC
lovely | ✓
Bí ẩn / Giật gânΗ Valerie Grand έχει έναν μεγάλο έρωτα. Ο Ander Love έχει ένα τεράστιο μίσος. Και οι δύο αναζητούν τη αλήθεια που κρύβεται πίσω από τον φόνο του κοινού παρονομαστή. Θα τον βρουν πριν σκοτωθούν; Ή θα τους βρει αυτός πρώτα; Μια ιστορία χωρίς αγάπη, γι...