Συνέχεια προηγούμενου κεφαλαίου.
«Ελπίζω να πάει καλα το σημερινό. Ποτέ δεν ξέρεις, ίσως να ειναι καλο παιδι.» Μονολογούσε η Μαρία, καθώς κοιτούσε την φίλη της Ελινα. Δεν ηθελε να πει κάτι παραπάνω, ή το ποσό ενθουσιασμένη ήταν, οπου η φίλη της ίσως σημερα να ξεπερνούσε κάπως τον Άρη. Ήταν πραγματικά ξαφνικός ο ακαριαίος θάνατος του, πριν τριά χρόνια που άφησε όλους τους φίλους του άφωνους. Στην αρχή όλοι νόμιζαν ότι ήταν ενα κακόγουστο αστείο, όπως και η Μαρία, μέχρι να δουν την Ελινα. Δεν θα ξεχάσει ποτέ της, σε τι κατάσταση ήταν η φίλη της όταν την πρωτοείδε και για αυτο δεν θέλει να την ξαναδεί ετσι.
«Τον έχω δει προσωπικά και μπορώ να πω ότι φαίνεται πολυ καλο παιδι και με τροπους. Ήταν πραγματικά εύλογο απο την μεριά της αδερφης μου να σας κανονίσει ενα ραντεβού. Μήπως θέλεις βοήθεια για το τι ρούχα να διαλέξεις;» Η Ελινα δεν άκουσε τίποτε αποτι της έλεγε η φίλη της. Η μελαγχολία της μεγάλωνε όλο και περισσότερο κάθε μέρα. Αυτο που είχε αντικρίσει πριν τρια χρόνια, είχε χαραχτεί για πάντα μεσα της. Τον Άρη, πεσμένο στον δρόμο, ακίνητο, δίχως να κανει κάποια κίνηση παρότι φώναζε επανειλημμένα το ονομα του. Αυτή η εικόνα την συνόδευε συχνά όταν πήγαινε για ύπνο. Ήταν ενα εφιάλτης που έβλεπε κατα καιρούς και πάντα όταν ξυπνούσε ηθελε να ουρλιάζει απο τον πόνο. Ένιωθε ακόμα μεσα της ενα κενό, ενα αγεφύρωτο κενό, που θα έκανε καιρό να επουλωθεί. Είχε πράγματι συμφωνήσει για αυτο το «τυφλό ραντεβού», μόνο και μόνο για να δώσει χαρά στους φίλους και στην οικογένεια της,που δεν άντεχαν να την βλέπουν ετσι. Όλοι της έλεγαν, όχι να σταματήσει να θρηνεί, αλλα να βάζει και λιγο χρωμα στην ζωή της που και που. Η Ελινα όμως, δεν είχε καμία όρεξη να περασει κάποιες ώρες με εναν άγνωστο, μιας και δεν θα σημάνε τίποτα για εκείνη.
Ξαφνικά, η Μαρία άγγιξε το χέρι της και έβγαλε την Ελινα απο της σκέψεις της.
«Συγνώμη Μαρία, σκεφτόμουν κάτι αλλο. Τι θα έλεγες να πάμε τωρα;» Αποκρίθηκε και η Μαρία έγνεψε θετικά.
Ο δρόμος της επιστροφής ήταν σιωπηλός, ώσπου η Μαρία να μιλήσει.
«Θέλεις να ρωτήσω την αδερφή μου, για παραπάνω πληροφορίες; Νιώθω ότι δεν ξέρουμε και πολυ τα προσωπικά του. Ελπίζω μόνο να μην μας βγει κανένας τρελός στο τέλος.» Αρχισε να γελαει η Μαρία, για να κανει την Ελινα να νιώσει καλύτερα. Και όντως το κατάφερε,μιας και αυτο φάνηκε απο το αμυδρό χαμόγελο της. Μόλις έφτασαν εξω απο το σπίτι της Μαρίας, η Ελινα είδε την Βαλια, την αδερφή της Μαρίας και την χαιρέτησε. Έπειτα, αφού απάντησε θετικά στην Μαρία, ότι θα την έπαιρνε τηλέφωνο μετα το ραντεβού, αρχισε να παίρνει το δρόμο προς το σπίτι της.
Αν και, πριν χαθεί στις σκέψεις της, της φάνηκε ότι άκουσε την Μαρία να λέει: «Γιατι δεν μου το είπες νωρίτερα. Και τι θα γίνει τωρα;....» Μάλωνε με τη αδερφή της, αν και δεν φαίνεται σημαντικό, σκέφτηκε και συνέχιζε να περπατά.
YOU ARE READING
Life And Death
Teen FictionΜικρές ιστορίες, συνήθως ενός κεφαιλαιου, για πράγματα που ισως εχουμε παραμελήσει και ξεχάσει.