Κεφάλαιο 3

390 71 27
                                    

Η επόμενη μέρα ήταν Παρασκευή και έτσι τα παιδιά κανόνισαν να βγουν και να διασκεδάσουν το βράδυ. Η Ελένη έστειλε μήνυμα στην Αναστασία να έρθει να τους βρει στο κυλικείο. Έτσι και έγινε. Όταν η Αναστασία μπήκε στην μεγάλη αίθουσα με τα πολλά τραπέζια πήγε πρώτα να πάρει τον πρωινό της καφέ και μετά κατευθύνθηκε προς το τραπέζι των νέων της φίλων. Ήταν όλοι εκεί και την περίμεναν.

<Ελπίζω να μην πήρες καφέ για να μου τον ρίξεις και αυτόν πάνω μου. Δεν θα το αντέξω.> της είπε ο Νικήτας με ένα ψεύτικο σοβαρό ύφος, όμως το παιχνιδιάρικο χαμόγελο στα χείλη του την έκανε να γελάσει να να κάτσει στην καρέκλα δίπλα του. 

<Όχι μην ανησυχείς. Αυτόν τον χρειάζομαι εγώ και όχι η μπλούζα σου.> του είπε με το χαμόγελο να είναι ακόμα στα χείλη της.

Ο Νικήτας είχε αρχίσει να συμπαθεί την μικρή της παρέας και αποφάσισε να ακολουθήσει το ένστικτο του και να διαγράψει από την μνήμη του το ατυχές συμβάν της γνωριμίας τους. Για έναν περίεργο λόγο αισθανόταν πολύ άνετα δίπλα της και ήθελε να την προστατέψει από όλους και από όλα. Δεν καταλάβαινε το γιατί αλλά υπέθεσε ότι ήταν επειδή είναι μία ευγενική και πολύ συμπαθητική κοπέλα.

<Λοιπόν, το βράδυ θα πάμε σε ένα μπαράκι στην παραλιακή και θα έρθεις μαζί μας.> της δήλωσε ο Βασίλης λες και ήταν κάτι δεδομένο.

<Δεν μπορώ να βγω. Λυπάμαι. Επειδή από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου είμαστε μόνο εγώ και ο μπαμπάς μου, έχουμε σαν συνήθεια κάθε Παρασκευή βράδυ να βλέπουμε παρέα ταινία μέχρι αργά το βράδυ. Θα τον στεναχωρήσω αν το ακυρώσω και δεν θέλω.>

<Αγαπάς πολύ τον πατέρα σου και φαίνεται. Αλλά δεν μπορείς να του ζητήσεις να δείτε ταινία αύριο και σήμερα να έρθεις μαζί μας; Είμαι σίγουρη ότι θα χαρεί που θα βγεις με τους φίλους σου.> είπε η Κατερίνα και όλοι συμφώνησαν μαζί της αφού ήθελαν πολύ να γνωρίσουν καλύτερα την νέα τους φίλη.

Η Αναστασία βλέποντας τους όλους, στάθηκε για λίγο περισσότερο στο πρόσωπο του Στάθη που της χαμογελούσε γλυκά. Σκέφτηκε ότι θέλει να βλέπει συνέχεια αυτό το χαμόγελο και το να βγει μαζί τους της έδινε μία παραπάνω αφορμή.

<Εντάξει, θα έρθω!> είπε με φανερό ενθουσιασμό στη φωνή της. Θα ήταν η πρώτη φορά που θα έλεγε κάτι τέτοιο στον πατέρα της και ήταν σίγουρη ότι θα την αφήσει.

<Τέλεια! Που μένεις για να έρθει κάποιος από εμάς να σε πάρει;> ρώτησε ο Στάθης ο οποίος χάρηκε πολύ που θα έρθει και η Αναστασία μαζί τους.

ΟΙ 6 ΦΟΙΤΗΤΕΣDonde viven las historias. Descúbrelo ahora