part 5

398 21 0
                                    

Η σχέση τους συνεχίστηκε μέχρι που ο πατέρας του Ντράκο αποφάσισε ότι ο Ντράκο έπρεπε να απομακρυνθεί από το σχολείο. Ήθελε να τον κάνει Θανατοφάγο. Ο Ντράκο δεν ήθελε αλλά το έκανε γιατί αν ήταν μέσα στον κύκλο θα μπορούσε να προστατέψει ευκολότερα την Έμι. Η Έμι φυσικά δεν ήθελε γιατί ο Ντράκο μπορεί να σκωτώνωνταν .<<Μην το κάνεις αυτό Ντράκο είναι πολύ επικίνδυνο!!>> του είπε κλαίγοντας απελπισμένη. <<Δεν γίνεται αλλιώς Έμι !! Αν είχα επιλογή νομίζεις ότι θα γινόμουν θανατοφάγος ?>> της απάντησε ο Ντράκο. Η Έμι συνέχισε να κλαίει στον ώμο του .<<Θα με ξεχάσεις.>> του είπε στο τέλος.<<Είσαι με τα καλά σου ?Τι είναι αυτά που λες?>> της είπε ο Ντράκο.<<Σου είπα ότι θα με ξεχάσεις>> του ξαναειπε. <<Δεν θα σε ξεχάσω>> της είπε ο Ντράκο.<<Κι όμως>> του είπε η Έμι . Τότε ο Ντράκο έβγαλε από την τσέπη του δύο ίδια καθρεφτάκια και της έδωσε το ένα .<<Αυτοι είναι οι δίδυμοι καθρέφτες . Όταν πεις το όνομα του κατόχου του άλλου καθρέφτη μπορείς να μιλήσεις μαζί του. Κάθε βράδυ θα σου μιλάω από αυτούς.>> της είπε.<<κι αν δεν μου μιλήσεις κάποιο βράδυ?>> τον ρώτησε.<<Τότε θα σημαίνει ότι είναι επικίνδυνο να το κάνω>> της απάντησε. Η Έμι έγειρε στην αγκαλιά του και από μέσα της παρακαλούσε να σταματήσει εκεί ο χρόνος και να μην φύγει ποτέ ο Ντράκο. Όμως ο Ντράκο έφυγε. Φυσικά της μιλούσε κάθε βράδυ και αυτό την ανάκουφιζε γιατί ήταν καλά αλλά ήθελε να τον έχει δίπλα της , να κουρνιάσει στην αγκαλιά του και να νιώσει τα χείλη του πάνω στα δικά της.
  Μια μέρα καθώς περίμενε να δει τον Ντράκο στο μικρό καθρεφτάκι, άκουσε χτυπήματα στην πόρτα του σπιτιού της. Σηκώθηκε να ανοίξει ."Λογικά ο γείτονας θα είναι " σκέφτηκε. Όταν όμως άνοιξε την πόρτα είδε δύο μαυροντυμενους άντρες να στέκονται στο κατώφλι. <<Εδώ μένει η Εμελιν Τζιλ?>> ρώτησε ο ένας από αυτούς. Η Έμι φοβήθηκε. Αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να ανηκαν στον κόσμο των μάγων. <<Τι θέλετε ?>> τους ρώτησε.<<Θα έρθεις μαζί μας>> της απάντησε ο άντρας.<< Τι με θέλετε?>> ξαναρωτήσω η Έμι ακόμα πιο φοβισμένη από πριν. << Θέλουμε απλά να σου κάνουμε μερικές ερωτήσεις.>> είπε ο άλλος άντρας.<<Για πιο πράγμα?>> <<Για αυτόν εδώ τον καθρέφτη.>> είπε ο άντρας και έβγαλε τον δίδυμο καθρέφτη, αυτόν που κανονικά θα έπρεπε να έχει ο Ντράκο.<< Ο κάτοχος του δεν μας δίνει πληροφορίες για αυτό και μάθαμε ότι εσύ έχεις έναν ίδιο. Θέλουμε να μάθουμε γιατί έχετε αυτούς τους καθρέφτες και πως λειτουργούν.<< Που το βρήκατε αυτό ?>> είπε η Έμι. Της είχαν κοπεί τα πόδια. Που ήταν ο Ντράκο? Και τι του έκαναν ? Οι άντρες προφανώς κατάλαβαν ότι δεν μπορούσε να αμυνθεί τώρα γιατί την σημαδεψαν με τα ραβδιά τους. Την έβαλαν σε έναν σάκο και την μετέφεραν σε ένα μέρος που ήταν σκοτεινό και γεμάτο υγρασία. Προφανώς θα ήταν κάποιο μπουντρούμι. Άκουσε κλειδαριά στην πόρτα. <<Ντράκο!!>> αναπήδησε η Έμι.<<Έμι είσαι καλά ? Συγνώμη! Όταν πήγα να σε καλέσω στον καθρέφτη ο Γιάξλει μπήκε στο δωμάτιο. Με ρώτησε τι έκανα κι εγώ δεν του έλεγα. Δεν φαντάστηκα ποτέ όμως ότι θα σε έφερναν εδώ για να σε ανακρίνουν! Συγνώμη!!>> της είπε ο Ντράκο και την έσφιξε στην αγκαλιά του. Η Έμι έμεινε εκεί να τρέμει από τον φόβο της.  <<Άκου >> της είπε ο Ντράκο.<<Αν σε ρωτήσουν πρέπει να πεις ότι δεν με ξέρεις. Ότι και να γίνει. Και να απειλήσουν να με σκωτώσουν εσύ θα πεις ότι δεν με ξέρεις. Το κατάλαβες?>>  την ρώτησε. <<Φοβάμαι>> του είπε η Έμι. Ο Ντράκο την έσφιξε στην αγκαλιά του και την φίλησε.<<Δεν υπάρχει λόγος να φοβάσαι>> την καθησύχασε . << Θα με σκωτώσουν>>  είπε ξανά η Έμι τρέμοντας.<<Αν πεις ότι δεν με ξέρεις δεν θα σε πειράξουν.>> της είπε ξανά ο Ντράκο.<< Θα με σκωτώσουν έτσι κι αλλιώς. Έχω γονείς Μαγκλ Ντράκο!>> είπε η Έμι πεισμωμένη . <<Άκου με που σου λέω! Πες ότι δεν με ξέρεις ότι και να γίνει.>> της είπε ο Ντράκο. <<Εντάξει>> του είπε η Έμι. Δεν ήξερε τι είχε στο μυαλό του αλλά ο Ντράκο πάντα έβρισκε λύση σε όλα τα προβλήματα. <<Πώς μπήκες εδώ μέσα?>> τον ρώτησε. <<Θα σε ανακρίνουμε ένας ένας και εγώ ήμουν πρώτος>> της απάντησε ο Ντράκο. << Ότι και αν σου πουν εσύ θα πεις ότι δεν με ξέρεις. Το κατάλαβες? >>την ξαναρωτησε . <<Εντάξει>> του απάντησε η Έμι. Τον κοίταξε στα μάτια και πέρασε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό του.Ο
Ντράκο έσκυψε και της έδωσε ένα βαθύ φιλί. Η Έμι δεν το ήξερε , αλλά μπορεί να τον έβλεπε για τελευταία φορά. Μετά ο Ντράκο έφυγε και ένας άλλος άντρας μπήκε. Την σημάδεψε με το ραβδί του. <<Μίλα!>> την διέταξε. <<Τι να πω ?>>  έκανε η Έμι την ανίξερη όπως την είχε συμβουλέψει ο Ντράκο.<< Γιατί εσύ και ο γιος του Μαλφοι έχετε αυτούς τους καθρέφτες? Μίλα!>> της είπε ξανά.<<Ποίος είναι ο γιος του Μαλφοι?>> ρώτησε η Έμι.<<Αυτός που σε ανέκρινε πριν ανόητη! Μίλα!>>την σημάδεψε ξανά.<<Πρώτη φορά βλέπω τον γιό του Μαλφοι! Δεν ξέρω για πιο πράγμα μιλάς!>>συνέχισε η Έμι. Έτσι είπε σε όλους τους άντρες μέχρι που αυτοί πίστεψαν ότι είχαν πιάσει λάθος άνθρωπο. <<Να τη σκωτώσουμε είναι λασποαιματη !>>άκουσε κάποιον να λέει η Έμι.<<Όχι εσύ Ντολοχοβ>> απάντησε μια φωνή.<<Ο Ντράκο θα το κάνει >>.Της Έμι της κόπηκαν τα πόδια. Ο Ντράκο δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Θα την σκώτωνε . Η πόρτα άνοιξε και ο Ντράκο μπήκε στο μπουντρούμι ξανά. Έδιχνε παράξενος . Η Έμι απέφυγε να τον κοιτάξει. Όμως εκείνα τα υπέροχα πράσινα μάτια ήταν καρφωμένα πάνω της και δεν μπορούσε να τους αντισταθεί. Έτσι γύρισε και τον κοίταξε.<<Τρέχα τι περιμένεις? >> της φώναξε ο Ντράκο.<<Φύγε Έμι φύγε!!!>> της ξαναφώναξε. Από τα μάτια της ανάβλυζαν ζεστά δάκρυα. <<Κι εσύ? >> τον ρώτησε.<<Θα πεθάνω Έμι θα με σκωτώσουν! Φύγε όσο προλαβαίνεις!!>> της ξαναφώναξε. Η Έμι πήγε κοντά του και τον φίλησε. <<Δεν θέλω να πεθάνεις . Θέλω να ζήσω μαζί σου για όλη μου τη ζωή Ντράκο ! Έλα κι εσύ μαζί μου !>> τον παρακάλεσε κλαίγοντας.<<Δεν μπορώ Έμι είναι πολύ επικίνδυνο. Φύγε!>> της ξαναειπε . Η Έμι κοίταξε τη λάμψη των ματιών του. Δεν ήθελε να πιστέψει ότι αυτήν η λάμψη θα χάνονταν για πάντα. Ότι αυτά τα υπέροχα μάτια δεν θα τα ξαναεβλεπε ποτέ . Δεν ήθελε να πεθάνει ο Ντράκο. <<Δεν θα φύγω ! Δεν υπάρχει περίπτωση να σε αφήσω να πεθάνεις!>> του είπε. <<Είσαι με τα καλά σου ? Αν δεν φύγεις σε λίγο θα μας σκωτώσουν και τους δύο! Τρέξε να γλιτώσεις Έμι! Ξαναφτιάξε τη ζωή σου! Πρέπει να με ξεχάσεις το καταλαβαίνεις? Φύγε!>>  της είπε έξαλλος ο Ντράκο.<< Δεν θέλω να ξανάφτιαξω τη ζωή μου! Ούτε να σε ξεχάσω! Δεν μπορώ! Θέλω να ζήσω μαζί σου! >> είπε η Έμι κλαίγοντας. Ακουστηκαν τρεχαλητα στις σκάλες .<<Κρύψου!>> της είπε ο Ντράκο και της έριξε έναν αόρατο μανδύα πάνω της .

Καλά τα πάω φανταστικά 1117 λέξεις!!!!

You are everithing i needWhere stories live. Discover now