Κεφάλαιο 5

224 19 3
                                    

- Άαρον!

Η φωνή της Σκάρλετ βγήκε πριν προλάβει να τη συγκρατήσει. Ο Άαρον γύρισε το κεφάλι και τους αντίκρισε να τον κοιτούν έκπληκτοι. Η Σκάρλετ έτρεξε προς το μέρος του με τον Λούις και την Κάρολιν να την ακολουθούν κατά πόδας. Έφτασαν στο ξέφωτο ξέπνοοι. Η Κάρολιν έτρεξε στον πεσμένο Άαρον και γονάτισε δίπλα του.

- Είσαι καλά?, ρώτησε ανήσυχη. Εκείνος όμως δεν την κοιτούσε. Τα ανοιγμένα διάπλατα μάτια του ήταν στραμμένα μπροστά, προς τα δέντρα. Η Σκάρλετ τσιτώθηκε. Σαν σε όνειρο- ή εφιάλτη- είδε τα κιτρίνα μάτια μέσα στο σκοτάδι να την κοιτούν αγριεμένα. Ένα δευτερόλεπτο κράτησε. Μετά ο θάμνος τινάχτηκε και κάτι μεγάλο προσγειώθηκε μπροστά τους.

Δεν ήταν λύκος παρόλο που έμοιαζε. Είχε σχεδόν δύο μέτρα ύψος και στεκόταν στα πίσω πόδια. Είχε μυώδες κορμί που έμοιαζε υπερβολικά ανθρώπινο καλυμέννο με μαύρο τρίχωμα. Τα τεράστια χέρια και πόδια του είχαν γαμψά μαύρα νύχια και το κεφάλι του ήταν αυτό ενός λύκου, με ζωώδη χαρακτηριστικά. Το τέρας γύμνωσε τους μυτερούς κυνόδοντές του και γρύλισε.

Τρία δευτερόλεπτα έμειναν όλοι να κοιτάζουν το πλάσμα για να σιγουρευτούν ότι δεν βρίσκονταν σε κάποιο όνειρο. Και μετά ξέσπασαν.

Ο Άαρον σηκώθηκε και έκανε να το βάλει στα πόδια αλλά σκόνταψε, έπεσε με τα μούτρα στο χιόνι και έμεινε εκεί. Η Κάρολιν ούρλιαζε αλλά δεν έκανε καμιά κίνηση να φύγει, πιθανότατα πολύ τρομαγμένη για να κουνηθεί. Ο Λούις στεκόταν ακόμη σαν μαρμαρωμένος και ο τρόμος διακρίνονταν στα μάτια του. Η Σκάρλετ στεκόταν και αυτή ακίνητη. Ήθελε να ουρλιάξει, να φωνάξει μα η φωνή της δεν έβγαινε. Δεν μπορούσε να πιστέψει αυτό που έβλεπε. Είναι εφιάλτης, ένας απλός εφιάλτης...Της φαινόταν ότι βρισκόταν μέσα σε ένα από εκείνα τα όνειρα που δεν μπορείς να κουνηθείς, να αντιδράσεις, μόνο να περιμένεις.

Το πλάσμα γύρισε τελικά τα μάτια του στην Κάρολιν. Της όρμησε τρέχοντας με τα τέσσερα μα, την ώρα που πλησίαζε, ο Λούις μπήκε μπροστά και τα δόντια του τέρατος που θα έβρισκαν την Κάρολιν στο πόδι βρήκαν το χέρι του Λούις. Έπεσε κάτω μουγκρίζοντας από τον πόνο ενώ το αίμα του λέκιαζε το χιόνι. Η Σκάρλετ ήταν σαν να ξύπνησε από λήθαργο. Τινάχτηκε χωρίς να σκέφτεται μπροστά στην Κάρολιν και τον Λούις και άπλωσε τα χέρια της σαν να τους προστάτευε. Το τέρας, που πήγαινε για άλλη μια δαγκωνιά στον Λούις, ζάρωσε μπροστά στην Σκάρλετ καθώς κοιτάχτηκαν στα μάτια. Η Σκάρλετ για την πιο σύντομη στιγμή που υπάρχει είδε στα κίτρινα μάτια ένα γνωστό χάλκινο χρώμα. Ανοιγόκλεισε τα βλέφαρα ξαφνιασμένη και την απειροελάχιστη στιγμή που το έκανε, το πλάσμα είχε εξαφανιστεί.

Ματωμένη ΣελήνηWhere stories live. Discover now