Ο αέρας ήταν στεγνός όταν περπατούσα μέσα στην κουζίνα την επόμενη μέρα. Ήταν περίπου πέντε το απόγευμα και η θεία Έμεραλντ και ο Σεμπαστιάν ήταν σπίτι από τη δουλειά. Δεν ήμουν σίγουρη τι έκανε ο Σεμπαστιάν αλλά η θεία Έμεραλντ μου ήταν λογίστρια σε μια φίρμα της πόλης. Φανταζόμουν το Σεμπαστιάν να ασχολείται σε μια γραμμή αποκατάστασης. Ίσως γιατρός ή νοσηλευτής;
Η μέρα ήταν ζεστή και την ξόδεψα όλη μέρα έξω περπατώντας με την Κλάρα γύρω από την λίμνη. Βρήκα ένα σημείο στον ήλιο αλλά είχε και σκιά ώστε να διαβάσω και έτσι ξάπλωσα κάτω στο γρασίδι ενώ η Κλάρα ήρθε και ξάπλωσε και εκείνη δίπλα μου μετά από τόσο τρέξιμο που είχε ρίξει. Διάβαζα όλη μέρα και όταν άρχιζε να κάνει ψύχρα και ο Μήλιος να δύει άρχισα να γυρνάω πίσω στο σπίτι.
Η ένταση στο δωμάτιο α μπορούσε να κοπεί στα δύο με ένα μαχαίρι και φοβήθηκα ότι πάλι είχαν τσακωθεί. Τους έχασα το πρωί έτσι δεν είχα την ευκαιρία να ζητήσω συγνώμη, έτσι τώρα ήταν η καλύτερη ώρα.
"Γεια"
Τους χαιρέτισα λίγο περίεργα καθώς έμπαινα στην κουζίνα και κάθισα στο σκαμπό του πάγκου. Ο Σεμπαστιάν έκοβε λαχανικά και η θεία Έμεραλντ τηγάνιζε κάτι στο τηγάνι με το ένα χέρι στην μέση. Γύρισε και με κοίταξε ο Σεμπαστιάν μόλις άκουσε την φωνή μου και μου χάρισε ένα χαμόγελο που έκανε την καρδιά μου να σταματήσει και μπόρεσε να κάνει τα χείλη μου να χαμογελάσουν μετά από καιρό.
"Πώς είσαι Σιέρρα;"
Με χαιρέτησε λες και ήταν μια φυσιολογική Τρίτη και δεν είπα ποτέ κάτι άσχημο σε εκείνον.
"Είμαι καλά, ήθελα να ζητήσω συγνώμη και στις δύο σας."
Τους είπα και ο ήχος της θείας μου την ώρα που τηγάνιζε σταμάτησε και ο Σεμπαστιάν με κοίταξε περίεργα.
"Δεν υπάρχει τίποτα για να απολογηθεί για εσ..."
"Χριστέ μου, Σεμπαστιάν άσε το κορίτσι να μιλήσει."
Μου απεύθυνε τον λόγο αλλά η θεία όπως πάντα τον διέκοψε. Το απάντησε πολύ άσχημα για μένα και κοίταξα τον Σεμπαστιάν ώστε να φωτογραφίσω στο νου μου στη την εικόνα όπως κοιταζόντουσαν. Τα χείλη του σφίχτηκαν και η λαβή του που κρατούσε το μαχαίρι έγινε πιο σφιχτή. Άφησε το μαχαίρι κάτω και με ένα ψεύτικο χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπο του καθώς με άφησε να συνεχίσω. Η θεία Έμεραλντ τήρησε και σκούπισε τα χέρια της και τα τοποθέτησε κάτω από το στήθος σταυρωτά και με κοίταζε καθώς με περίμενε να συνεχίσω.
VOUS LISEZ
My New Father
Roman pour Adolescents"Σεμπάστιαν σε παρακαλώ φύγε. Είσαι μεθυσμένο." Του είπα και εκείνος ήταν ζαλισμένος αλλά τα μάτια του έλαμπαν καθώς κοιτούσε εμένα και τα χείλη του ήταν σφιχτά ενωμένα μεταξύ τους. "Γιατί; Για να μπορέσεις να γαμήσεις τον εαυτό σου καθώς με σκέφτεσ...