...Μάντοξ {4}...

211 30 2
                                    

«Είσαι ηλίθιος τελικά...»φώναξα στον Ντομινίκ και άρπαξα ένα κομμάτι πίτσα.Είχαμε μαζευτεί στο σπίτι του για ταινία και φαγητό με τα παιδιά.Το.συνηθίζαμε μετά από μία κουραστική μέρα και συνήθως με χαλάρωνε,αλλά σήμερα όλη μέρα από την στιγμή που την είχα δει ήταν σαν οι μυς του κορμιού μου να μην λέγαν να χαλαρώσουν.Ένιωθα υπερένταση,λες και μου είχαν κάνει ένεση αδρεναλίνης.
«Τι είπα ρε μαλάκα;Αφού το κατάλαβε,νομίζω υποτιμάς την νοημοσύνη της.»
«Μπορούσες να μην της πεις τίποτα.»
«Να σου πω κάτι μην είσαι αχάριστος,θα έρθει αύριο από το μαγαζί.»
Άκουσα καλά;Θα ερχόταν;
Ξαφνικά όλη η υπερένταση που ένιωθα έγινε ακόμα χειρότερη και το στομάχι μου δέθηκε κόμπος.
«Θα σκάσετε λίγο να ακούσουμε.»φώναξε η Κριστίν,μπουκωμένη με ένα κομμάτι πίτσα.
Αυτό το κορίτσι,ήταν πάντα στον κόσμο της...
«Θα έρθει;»προσπάθησα να κατεβάσω τον τόνο της φωνής μου για να μην ενοχλούμε.
«Ναι,τι είπα πριν από λίγο...»
«Σου έχω πει πόσο σε αγαπάω...»έκανα να τον αγκαλιάσω και άφησα ένα φιλί στο μάγουλο του ,όσο εκείνος προσπαθούσε με κόπο να αντισταθεί.Μόλις τον άφησα μου έριξε ένα αηδιασμένο βλέμμα και έβαλα τα γέλια.
«Αν δεν είσασταν αδέρφια θα ορκιζόμουν ότι θα κάνατε υπέροχο ζευγάρι.»μουρμούρισε η Κρις και της ρίξαμε και οι δύο ένα αηδιασμένο βλέμμα.
«Είναι που δεν σε ενδιαφέρει...»σχολίασε ο Ντομινίκ μέσα απ’ τα δόντια του και προσπάθησα να πνίξω εκείνο το ηλίθιο χαμόγελο που ήθελε να δημιουργηθεί στα χείλη μου.
«Απλά θέλω να ξεμπερδέψω από αυτό...»
«Ναι,προσπάθησε να πείσεις τον εαυτό σου για αυτό, γιατί σε εμένα δεν δουλεύει.»
Γέλασα και έστρεψα πάλι την προσοχή μου στην τηλεόραση.Δεν είχα καταλάβει τι γινόταν,βλέπαμε υποτίθεται ένα θρίλερ αλλά είχα προσέξει το πολύ δέκα λεπτά από αυτό.Το μυαλό μου ήταν σε εκείνη και τώρα που ήξερα ότι  θα ερχόταν αύριο δεν μπορούσα να εστιάσω σε τίποτα άλλο την προσοχή μου.
Ίσως ήταν αξιολύπητο που ακόμα είχα τη ελπίδα ότι μπορούσε κάποια στιγμή να είναι δική μου,αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να μην προσπαθήσω.Εγώ τα είχα κάνει σκατά την πρώτη φορά με την ανώριμη συμπεριφορά μου και το γεγονός ότι ανέλαβα ευθύνες που δεν χρειαζόταν ένα δεκαοχτάχρονο αγόρι να αναλάβει.Ήλπιζα μόνο η βλάβη που είχα δημιουργήσει να μην ήταν μόνιμη γιατί η Ρόουζ ήταν ένα άτομο που ήθελα στην ζωή μου.

Το επόμενο πρωί άνοιξα τα μάτια μου νιώθοντας όλο μου το κορμί σε ένταση.Ετοιμάστηκα σαν σίφουνας για την δουλειά και σε λιγότερο από ένα τέταρτο βρισκόμουν εκεί.
Μου άρεσε να ανοίγω εγώ το μαγαζί,τα πρωινά είχε μια ησυχία που ήταν κάτι παραπάνω από απολαυστική.Έβαλα μπροστά το ράδιο και ξεκίνησα να καθαρίζω τον χώρο.Δεν είχα πολλές παραξενιές,αλλά η ακαταστασία ήταν κάτι που με ωθούσε στα άκρα,δεν μπορούσα να λειτουργήσω αν ο χώρος δεν ήταν στην εντέλεια.Η Κριστίν μπήκε μέσα μόλις είχα τελειώσει το σκούπισμα και με χαιρέτησε σκυθρωπά.
«Δεν έπρεπε να πιω τόσες μπύρες εχθές,το κεφάλι μου πάει να σπάσει...σε παρακαλώ πες μου ότι έχουμε κανένα παυσίπονο.»
«Στην κουζίνα,στο συρτάρι που είναι τα μαχαιροπίρουνα...»απάντησα και με ευχαρίστησε μέσα από τα δόντια της.
«Ίσως πρέπει να σταματήσεις να κάνεις κόντρες με τον Βίνς στο αλκοόλ.»φώναξα και άκουσα το γέλιο της από την άλλη μεριά του τοίχου.Βγήκε από την κουζίνα και τότε είδα και τον Ντομινίκ να μπαίνει στο μαγαζί,σε καλύτερη διάθεση από την Κρις.Και κάπου εκεί η ησυχία μου λάμβανε τέλος.Αυτοί οι δύο ήταν ο ορισμός του θορύβου!
Το πρωινό πέρασε ευτυχώς ήρεμα,χωρίς ιδιαίτερη φασαρία.Είχα πολλά ραντεβού σήμερα και ευτυχώς κάπως είχε καταφέρει να κρατήσει το κεφάλι μου απασχολημένο.Μέχρι την στιγμή που βγήκα από την σουίτα μου και την είδα.Ήταν πιο όμορφη από εχθές.Φορούσε ένα μαύρο φόρεμα με άσπρες μαργαρίτες,είχε τα πυρόξανθα μαλλιά της πιασμένα σε έναν κότσο και τα μάτια της έλαμπαν μόλις είδε τον αδερφό μου και τον αγκάλιασε θερμά.Όλα έμοιαζαν λες και δεν είχε περάσει χρόνος,αλλά στην πραγματικότητα τίποτα δεν ήταν το ίδιο και αυτό ήταν κάτι που με τρόμαζε.
«Που πήγε η Ρόουζ που θυμώμουν;Είσαι άλλος άνθρωπος!»άκουσα τον αδελφό μου να λέει και δεν μπορούσα παρά να συμφωνήσω.
«Υπερβάλεις νομίζω λίγο...»απάντησε και γέλασε αμήχανα.
Δεν με είχε δει ακόμα και ίσως αυτό να ήταν το καλύτερο,να έκανα ένα βήμα πίσω και να κλειδωνόμουν στην σουίτα μου,όμως ήταν σαν κάτι να με τράβαγε κοντά της,σαν μαγνήτης και δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω της.
«Ξέρεις δεν υπερβάλλω ποτέ,λέω αυτό που βλέπω και αυτό που βλέπω είναι απίστευτο.»
Δεν το πίστευα ότι θα ερχόταν η στιγμή που θα συμφωνούσα με τον Ντομινίκ,αλλά να...
«Και εσύ Ντόμι, μεγάλωσες...»τον χτύπησε απαλά στο στέρνο και ο Ντομινίκ κατσούφιασε.
«Τι θες να πεις ότι γέρασα;Ίδια ηλικία έχουμε Ρόουζ δεν σε συμφέρει αυτό.»
«Δεν εννοούσα αυτό,ήθελα να πω ότι άλλαξες...έχεις γένια πλέον.»τον πείραξε και ήμουν σίγουρος ότι αυτό ήταν χτύπημα κάτω από την μέση για τον αδερφό μου.Όταν έφτασε περίπου δεκαοχτώ άρχισε να έχει τριχοφυΐα και αυτό ήταν μια μεγάλη ανασφάλεια που είχε όσο μεγάλωνε.
«Αυτό πόνεσε...»γκρίνιαξε και η Ρόουζ του  χαμογέλασε σκανδαλιάρικα.
«Αν θες να την σκοτώσεις παρακαλώ πολύ έξω από το μαγαζί μου...»
«Μάντοξ!»η Ρόουζ στράφηκε προς το μέρος μου τρομαγμένη και επιστράτευσα το καλύτερο χαμόγελο που είχα να μοιραστώ μαζί της.
«Τι κάνεις;»ρώτησε πιο μαζεμένα από ότι πριν,όσο μιλούσε στον Ντομινίκ και μπορώ να παραδεχτώ ότι αυτό ήταν κάτι που με ενόχλησε.
Τι άλλο περίμενα όμως;
«Καλά...έχω λίγη δουλειά ακόμα,αλλά αν έχεις χρόνο μπορείς να με περιμένεις πρέπει να μιλήσουμε.»
«Τι έχουμε να πούμε εμείς οι δύο;»ρώτησε ψυχρά, τουλάχιστον προσπαθούσε πολύ να φανεί ψυχρή απέναντι μου αλλά έβλεπα πως με κοιτούσε.Με κοιτούσε όπως τότε και έκανε το κορμί μου να ανταποκρίνεται στα βλέμματα που μου έριχνε.
«Θα της κάνω εγώ παρέα,τελείωσε την δουλειά σου!»πετάχτηκε ο Ντομινίκ και μου έκανε νόημα.Δεν περίμενα ότι θα το έκανε όλο αυτό για εμένα.
«Έλα να σου γνωρίσω τα παιδιά...»την έπιασε από τον μπράτσο και την κατεύθυνε προς το κουζινάκι που αραζαμε καμιά φορά όταν είχαμε διάλειμμα.
Επέστρεψα πίσω στην δουλειά,είχε έρθει μια κοπέλα γύρως τα είκοσι για ένα μεγάλο τατουάζ στον μηρό της.Αυτό ήταν κάτι που θα έπερνε αρκετή ώρα και το μυαλό μου δεν ήταν σε θέση να συνεργαστεί με την ιδέα ότι έπρεπε να δουλέψω ενώ άκουγα από την σουίτα μου την φωνή και το γέλιο της.
Μόλις ετοίμασα την κοπέλα,άρχισα να σχεδιάζω.Δεν θυμόμουν καν το όνομα της,ήμουν τόσο απορροφημένος στην προσπάθεια μου να ακούσω τι συζητούσαν που λειτουργούσα μηχανικά.
«Είσαι εντάξει;»ρώτησα και μου χαμογέλασε.
«Πιστεύω αντέχω...»έγνεψα και συνέχισα την δουλειά μου.
«Δεν το πιστεύω ότι τόσα χρόνια εκρυβες αυτή την γκόμενα.»η Κρις εισέβαλε στην σουίτα μου,με το κλασσικό αυθάδικο στυλ της.
«Δεν την έκρυβα,είχαμε χρόνια να τα πούμε.Και η Ρόουζ δεν είναι γκόμενα.»
«Ναι..τώρα σε έπιασε ο πόνος.Νομίζεις ότι δεν μου τα έχει πει ο Ντομινίκ;»έβαλε τα γέλια και της έριξα ένα δολοφονικό βλέμμα.
«Κρις,δεν έχεις δουλειά;»
«Μην προσπαθείς να αλλάξεις θέμα,το καλό που σου θέλω να τα πας καλά μαζί της.Θέλω αυτή η τύπισσα να γίνει κολλητή μου!»
«Το κατάλαβες πέντε λεπτά που της μίλησες;»ρώτησα και σούφρωσα τα φρύδια μου προβληματισμένος.
«Ναι...πιάνω την αύρα,αλλά είναι και φίλη του Ντόμ και οι φίλοι του είναι και φίλοι μου.»
«Σου γνώρισε και εκείνα τα ρεμάλια που έκανε παρέα; Γιατί και αυτοί είναι ιδανικοί φίλοι...αν δεν φοβάσαι τα πιστόλια.»
Στριφογύρισε τα μάτια της και έφυγε από την σουίτα μου.Έβαλα τα γέλια και επιτέλους συνέχισα την δουλειά μου.
Μετά από δύο ώρες και ένα μουδιασμένο χέρι,τελείωσα το τατουάζ και της το τύλιξα αφού την άφησα να το θαυμάσει για μερικές στιγμές.Της έδωσα οδηγίες και έφυγε.Τέντωσα το κορμί μου και βγήκα από την σουίτα με προορισμό την Ρόουζ.Καθόντουσαν ακόμα εκεί,με τον Άλαν και τον Ντομινίκ και γελούσαν με κάτι που έλεγε ο αδελφός μου.Πιθανόν καμιά παλιά ντροπιαστική ιστορία.
Το βλέμμα της Ρόουζ στράφηκε πάνω μου και της χαμογέλασα ευγενικά.
«Σόρι που άργησα,δεν θυμώνουν ότι είχα ραντεβού για μεγάλο τατουάζ.»
«Δεν πειράζει,μου κράτησαν τα παιδιά παρέα.Υπέροχη παρέα για να είμαι ειλικρινής.Ευχαριστώ Άλαν για αυτές τις ιστορίες.»του έκλεισε το μάτι και ένα μέρος μου ζήλεψε.Όχι για τον Άλαν,προφανώς,ήταν καλός μου φίλος και γκέι...αλλά επειδή ήταν τόσο φιλική στους άλλους και τόσο ψυχρή σε εμένα.
«Πεινάς;»ρώτησα τρίβοντας το κεφάλι μου νευρικά.
«Για να είμαι ειλικρινής ναι...»γέλασε και μπορούσα να διακρίνω την αμηχανία της.
«Ξέρω ένα μαγαζί,λίγο πιο κάτω,μπορούμε να φάμε και να μιλήσουμε.»ήμουν αρκετά διστακτικός,φοβόμουν μήπως μου έλεγε όχι...ακόμα και αν ήξερα πως είχε έρθει μέχρι εδώ ας πούμε για εμένα.
«Φυσικά!Παιδιά,χάρηκα που τα είπαμε.Ντόμι μου έλειψες.»πέρασε τα χέρια της γύρω του και τον αγκάλιασε.Ήταν τόσο περίεργο να είμαστε όλοι μαζί ξανά,μετά από τόσα χρόνια.Είχα ξεχάσει πόσο καλοί φίλοι ήταν οι δύο τους κάποτε.Μερικές φορές αναρωτιόμουν πως είχαμε φτάσει στο σημείο αυτό.Κάποτε είμασταν ανέμελα παιδιά,παίζαμε στην παραλία με τις ώρες μέχρι να μας φωνάξει η μαμά το βράδυ για φαγητό.Χωρίς προβλήματα,ανυσηχίες.
Αναρωτιόμουν πως θα ήταν τα πράγματα αν τότε δεν είχα φύγει.Θα ήταν η μαμά καλύτερα;Ίσως ο Ντομινίκ να μην είχε καταλήξει στις καταχωρήσεις,η Ρόουζ να μου μιλούσε ακόμα και εγώ...ίσως να ήμουν χαρούμενος.Δεν είναι ότι δεν είμαι χαρούμενος,έχω ένα δικό μου μαγαζι,έχω ένα σπίτι που μπορώ να φροντίζω.Όμως τα πράγματα ίσως κυλούσαν καλύτερα,με λιγότερο πόνο και δάκρυα,λιγότερες τύψεις και ίσως η σχέση μου με τον Ντομινίκ να ήταν καλύτερη.Το ίδιο και με την Ρόουζ.Να μην είμασταν σαν ξένοι.
Βγήκαμε από το μαγαζί και περπατήσαμε στην σιωπή.
«Μάντοξ...»
«Ρόουζ...»είπαμε και οι δύο ταυτόχρονα και αφού κοιταχτήκαμε ξεσπάσαμε σε γέλια.
«Πες.»την παρότρυνα.
«Σήμερα ήρθα για να δω τον Ντομινίκ,δεν ήξερα πόσο το χρειαζόμουν μέχρι που τον είδα.Δεν έχω σκεφτεί τι θα γίνει με το σπίτι και ειλικρινά όσο και να με πονάει που το λέω αυτό, πιστεύω πως είναι καλύτερα να το αφήσουμε στην τύχη του.Δεν έχω ούτε χρόνο,ούτε κουράγιο να μπω εκεί μέσα και να ζήσω ξανά τα πάντα.»ότι και να έλεγε,δεν μπορούσε να κρυφτεί.Τα μάτια της τα έλεγαν όλα.Αντανακλούσαν την θλίψη που ένιωθε.Δεν έφταιγε το σπίτι,εγώ έφταιγα.Αλλά φυσικά ήταν κάτι που δεν θα το έλεγα,δεν ήμουν καν σίγουρος αν ίσχυε.
Μπήκαμε στο μαγαζί και καθίσαμε σε ένα τραπέζι έξω,με θέα το πάρκο όπου έπαιζαν μικρά παιδιά.Παρόλο που ο καιρός στο Λος Άντζελες θύμιζε τις πύλες τις κολάσεως,σήμερα είχε δροσιά και μπορούσαμε άνετα να απολαύσουμε τον εξωτερικό χώρο.
«Δεν σκοπεύω να σε πιέσω για κάτι,απλά πιστεύω πως είναι λάθος να το αφήσουμε στην τύχη του.Είναι οι αναμνήσεις μας...δεν μπορούμε να το παρατήσουμε.»
«Δεν σε είδα να έχεις πρόβλημα όταν το εγκατέλειψες πολύ πριν από εμάς.»ο θυμός διαγραφόταν σε όλο της το κορμί,μα περισσότερο στα μάτια της και ήταν κάτι που μου έκοβε την ανάσα.Τα πράσινα άλλωτε μάτια της ήταν ένα φουρτουνιασμένο λαδί.Είχαν το χρώμα της άνοιξης.
«Έχεις δίκιο,αλλά ποτέ μου δεν σταμάτησα να νοιάζομαι για αυτό το μέρος.»
Σταύρωσε τα χέρια της μπροστά από το στήθος της και φάνηκε να σκέφτεται.
«Τι θες από εμένα Μάντοξ;»
«Σκεφτόμουν,μήπως το φτιάχναμε μαζί και μετά είτε το μοιράζαμε κάπως από κοινού,ώστε να μπορούμε και οι δύο να το έχουμε,είτε έχω έναν φίλο που είναι μεσίτης,θα μπορούσαμε να το πουλήσουμε χωρίς να υπάρξει κάποια νομική εμπλοκή.»
«Δεν μου αρέσει η ιδέα να το πουλήσουμε.»
«Τι θες να κάνουμε;»
Η σερβιτόρα πλησίασε και σταματήσαμε την κουβέντα μέχρι να μας πάρει παραγγελίες.Παρατηρούσα την Ρόουζ να δυσκολεύεται να διαλέξει τι ήθελε και κατέληξα στο συμπέρασμα πως όσο καιρός και να είχε περάσει,όσα και να είχαν αλλάξει πάνω της,παρέμενε ακόμα εκείνο το κορίτσι που ήξερα.Τελικά κατέληξε σε μια μεξικάνικη μακαρονάδα και αφού ευχαριστήσαμε την σερβιτόρα επανήλθαμε στην συζήτηση.
«Δεν ξέρω,έχω πολλά στο κεφάλι μου για να σκέφτομαι και αυτό.Επίσης και να ήθελα να φτιάξω το σπίτι,θα κοστίσει μια περιουσία...δεν έχω λεφτά για να πληρώσω το νοίκι του σπιτιού μου.»της χαμογέλασα και με κοίταξε λες και είχε δει κάτι εξωγήινο.
«Αν το φτιάξουμε δεν θα πληρώσουμε τόσα,μονάχα τα υλικά.»
«Και ποιος θα το φτιάξει ρε Μάντοξ,αν δεν πάρουμε μάστορες;»
«Τα παιδιά από το μαγαζί.Φτιάξαμε ένα ολόκληρο μαγαζί μόνοι μας.Και πίστεψέ με μην το βλέπεις έτσι ήταν μαγαζί με αντίκες πριν.»
«Είσαι τρελός ; Βρήκα μόλις τώρα τι δεν άλλαξε πάνω σου.Πως θα τους υποχρεώσουμε να κάνουνε κάτι τέτοιο;»
«Πίστεψε με Ρόουζ,τους ξέρω αρκετά καλά για να σου πω με σιγουριά ότι θα είναι ικανοποιημένοι και με μερικές μπύρες.»
«Το σπίτι είναι αχούρι,έχει να ανοιχτεί τέσσερα χρόνια και είναι παρατημένο πολλά περισσότερα.»επέμεινε.
«Τέλεια!»είπα και χτύπησα τα χέρια μου μεταξύ τους,λαμβάνοντας ένα βλέμμα απορίας και συνοφρύωσης από την Ρόουζ.
«Που το είδες το Τέλεια Μάντοξ;Τόσο πολύ θες αυτό το σπίτι;»
Όχι,θέλω μια ακόμα ευκαιρία...
«Δεν έχει να κάνει με αυτό,προσπαθώ απλά να κρατήσω τις αναμνήσεις μου ζωντανές.»
Ναι,ακόμα και εκείνες που σου έκανα έρωτα και σε παράτησα την επόμενη μέρα γιατί δεν είχα τα κότσια να σου πω πως αισθάνομαι και πόσο πληγωμένος ήμουν από την φυγή του πατέρα μου...
«Οι αναμνήσεις εκεί θα μείνουν...»σήκωσα το βλέμμα μου και την κοίταξα.Ήταν πάντα τόσο όμορφη;Ναι,ήταν...
«Τουλάχιστον μπορούμε να πάμε να το δούμε,αν η κατάσταση είναι τόσο τραγική όπως λες θα παραιτηθώ και θα παραδεχτώ ότι είχες δίκιο και δεν θα σε ξαναενοχλησω.»έβαζα το χέρι μου στην φωτιά...
Εκείνη το είχε επισκεφθεί πιο πρόσφατα από εμένα και ίσως ήξερε καλύτερα.
«Ωραία,ας πάμε...αλλά αν δεν υπάρχει τίποτα να μπορούμε να κάνουμε δεν θα επιμείνεις.»τέντωσα το χέρι μου και χαμογέλασα πονηρα.Με κοίταξε και ρόλαρε τα μάτια της.
«Υποτίθεται πως πρέπει να το πιάσεις για να κλείσουμε την συμφωνία.Δεν έχω λέπρα τριανταφυλλάκι.»μου έριξε ένα βλέμμα φρίκης και δεν μπορούσα να κρατήσω τα γέλια μου.
«Ας ακούσω άλλη μια φορά από το στόμα σου αυτό το ηλίθιο παρατσούκλι και η συμφωνία ακυρώνεται.»έγνεψα με χαμόγελο και άρχισα να τρώω το φαγητό που μόλις μας είχε σερβίρει.
Μόλις φάγαμε κάναμε μια βόλτα στο πάρκο,η Ρόουζ στην αρχή ήταν διστακτική..αλλά η κουβέντα την παρέσυρε και με ακολούθησε.
«Ο Ντομινίκ είναι καλά;»ρώτησε και έμοιαζε προβληματισμένη.
«Τώρα ναι, γιατί;»
«Τι εννοείς τώρα ναι;»είπε μπερδεμένη.
«Πέρασε δύσκολα ένα μεγάλο διάστημα της ζωής του.»
«Δηλαδή;»στράφηκα προς το μέρος της και την σταμάτησα
«Δεν σου έχει μιλήσει για αυτό;»ρώτησα και από το ύφος της κατάλαβα πως δεν είχε ιδέα για τον αδελφό μου.Ξεφύσηξα και έξισα νευρικά το προσωπικό μου.
«Ο Ντομινίκ έμπλεξε με τα ναρκωτικά,άσχημα και για αρκετό καιρό.Δεν ήμουν εκεί για εκείνον και με όσα συνέβησαν με την μαμά πήρε την κάτω βόλτα.»
«Δεν είχα ιδέα...δεν μου μίλησε ποτέ για κάτι τέτοιο, φαίνεται καλά τώρα,πες μου πως είναι καλά Μάντοξ.»
«Είναι τρία χρόνια καθαρός,αλλά ήταν δύσκολο ταξίδι για εκείνον.Πιάνω τον εαυτό μου μερικές στιγμές να αγχώνεται μήπως ξανά κυλήσει...είναι σαν τρενάκι του τρόμου...δεν ξέρεις πότε θα έρθει η στιγμή που μπορεί να γίνει η στραβή.»
«Αν ήξερα ίσως ήμουν εκεί...δίπλα του θέλω να πω.»
«Δεν θα το ήθελες...ήταν αποκαρδιωτικό να βλέπεις έναν άνθρωπο που αγαπάς να χάνει τον εαυτό του στις ουσίες.Δε θα ξεχάσω την μέρα που με κάλεσαν από το νοσοκομείο,τον έσωσαν στο τσακ....
Θυμάμαι να είμαι τόσο έξαλλος μαζί του, όταν έφτασα στο νοσοκομείο ήταν σε κατάσταση άρνησης.Του φώναξα όσο δεν το είχα κάνει ποτέ μου,μου υποσχέθηκε ότι θα σταματούσε.Το έκανε...λίγο καιρό μετά μπήκε σε κέντρο,αλλά μερικές φορές όταν τον επισκεπτόμουν ευχόμουν να μην είχα φύγει ποτέ από το Λος Άντζελες.Τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά...»
«Όντως...»μουρμούρισε και δεν ήμουν σίγουρος αν το έλεγε για τον Ντομινίκ ή για εμένα.
«Θες να επιστρέψουμε;»ρώτησα και έγνεψε.
«Ναι,πρέπει να γυρίσω σπίτι και δεν κατάλαβα πότε πέρασε η ώρα.»
«Να σε πάω;»ρώτησα και την είδα να διστάζει.
«Μένεις στην άλλη άκρη της πόλης...»
«Δεν πειράζει,θα πάρω το λεωφορείο.»
«Ρόουζ,άσε με να σε πάω.»με κοίταξε για μερικές στιγμές και έγνεψε δειλά.
Περπατήσαμε μέχρι το μαγαζί για να πάρω την μηχανή μου,που βρισκόταν απέξω.
«Έχεις ακόμα αυτή την μηχανή;»κούνησα το κεφάλι μου θετικά και την είδα να χαμογελάει.Υπήρχε μια μικρή δόση νοσταλγίας στο πρόσωπο της.Πηγαίναμε βόλτες στην λίμνη με την μηχανή και δεν θυμάμαι πόσες φορές είχαμε ανέβει και οι τρεις μας.Μας είχαν πιάσει και μια φορά,αλλά ο αστυνομικός ήταν ευγενικός και μας είχε αφήσει να φύγουμε με μια προειδοποίηση.Ήμουν αρκετά συναισθηματικός με τα αντικείμενα,ότι έμενε στην καρδιά μου δεν μπορούσα να το εγκαταλείψω εύκολα.Εκτός αυτού, ήταν δώρο από τον μπαμπά για τα δέκατα έκτα γενέθλια μου.Το μόνο πράγμα που μου είχε απομείνει από εκείνον.
«Θα ανέβεις;»χαμογέλασα και έτεινα το χέρι μου προς το μέρος της.
«Έχω να ανέβω πολλά χρόνια σε μηχανή.»είπε με μια δόση φόβου.
«Θα προσέχω το υπόσχομαι.»της έδωσα το κράνος μου και την βοήθησα να ανέβει πάνω.
«Κρατήσου καλά.»
«Δεν υπάρχει περίπτωση να κρατηθώ από εσένα.»είπε κρατώντας τις λαβές που είχε από πίσω και έβαλα μπροστά την μηχανή.Αμέσως μία κραυγή τρόμου βγήκε από το στόμα της και γατζώθηκε πάνω μου σαν γάτα.Έβαλα τα γέλια και με χτύπησε στον αυχένα.
«Αν ήθελες να με αγγίξεις μπορούσες απλά να το ζητήσεις.»
«Σκάσε!»φώναξε και συνέχισα να γελάω.
Τα χέρια της,αν και πάνω από την μπλούζα μου,με έκαναν να ασφυκτιώ.Από την μια ήθελα να την τραβήξω μακριά μου και από την άλλη δεν ήθελα να σταματήσει να με αγγίζει.Μου είχε λείψει να με αγγίζει.Όχι με πονηρό τρόπο μόνο,αλλά εκείνες οι αμήχανες αγκαλιές που ανταλλάσαμε και εκείνα τα τυχαία χάδια που πολλές φορές γινόντουσαν κατά λάθος.
Μισή ώρα μετά βρισκόμασταν έξω από το σπίτι της.Σταμάτησα την μηχανή και μόλις κατέβηκε ένιωσα ένα περίεργο συναίσθημα απώλειας.
«Ευχαριστώ...»είπε.
«Δεν κάνει τίποτα...»χαμογέλασα ευγενικά και ήμουν σίγουρος πως είδα τα μάγουλα της να κοκκινίζουν.
«Μωρό μου,ήρθες!»
Ένας άντρας γύρως την ηλικία μου,βγήκε από το σπίτι με μονάχα μια φόρμα και έτρεξε προς την Ρόουζ αγκαλιάζοντας την.Ένα περίεργο συναίσθημα στο στομάχι μου με έκανε να θέλω να κλείσω επιτόπου τα μάτια μου και να μην βλέπω αυτή την εικόνα.Τι περίμενα,ότι θα ήταν μόνη της;
«Όουεν,από εδώ ο Μάντοξ.»είπε διστακτικά και άπλωσα το χέρι μου προσπαθόντας να φανώ ευγενικός.
«Χάρηκα που σε γνώρισα Μάντοξ,το μαγαζί σας γαμάει.»γιατί ενώ ήταν τόσο ευγενικός,ήθελα να του κάνω την μούρη μπλε;
«Ευχαριστώ, Ρόουζ τα λέμε...πρέπει να επιστρέψω.»
Αφού χαιρέτησα και τους δύο ανέβηκα στην μηχανή και έφυγα όσο πιο γρήγορα μπορούσα και πιο αποκαρδιωμένος από ποτέ

Inked God's (1)Where stories live. Discover now