Ο διάβολος έπαιξε ύπουλα με το υποσυνείδητό του, σκάλισε τα όριά του. Βάλθηκε να τον τρελάνει, να τον αποτελειώσει! Για τον προβληματισμένο Jeongguk κάτι δεν έβγαζε νόημα. Αρνούνταν να δεχτεί πως οι αναμνήσεις του ήταν πλαστές και απέκλειε το ενδεχόμενο να κάνει λάθος. Εξάλλου, οι αναμνήσεις του ήταν σχεδόν μηδαμινές. Μπορούσαν να μετρηθούν άνετα στα δάχτυλα του ενός χεριού. Πόσο σφάλμα να έκανε πια;
Χλώμιασε. Έχασε το υγιές χρώμα του. Η επιδερμίδα του θύμιζε το μακιγιαρισμένο πρόσωπο ενός μίμου. Ήταν κυριολεκτικά στα χαμένα. Ίδρωσε, σταμάτησε να αντιλαμβάνεται το ψύχος που τον περιέβαλλε. Πήρε μία βαθιά αναπνοή, το μυαλό παρέμεινε μπλοκαρισμένο. Πήρε δεύτερη και ήρθε στα συγκαλά του. Για την ώρα...
«Συμβαίνει κάτι; Για ποιον λόγο κάνεις σαν να είδες πνεύμα;» συνοφρυώθηκε.
«Απλώς αφαιρέθηκα...» απέφυγε τα μάτια της για δικό του καλό. Δεν επιθυμούσε να χάσει περισσότερο τον εαυτό του!
«Καθόλου πειστικό, ας κάνω όμως τα στραβά μάτια!» τον περιέπαιξε, κερδίζοντας ένα αχνό, αλλά ταυτοχρόνως ψεύτικο γέλιο.
«Ξέρεις-» η πρόταση που θα ξεστόμιζε η Haneul έμεινε ανολοκλήρωτη και η ευθύνη για αυτό ήταν συγκεντρωμένη σε έναν μικροσκοπικό 'εισβολέα'.
Γύρισαν και οι δύο προς την μεριά από την οποία ακούστηκαν τα βήματα και ο Jeongguk, απορημένος, παρατήρησε την έκφραση της Haneul. Έλαμψε ολόκληρη από χαρά πλησιάζοντας ένα παιδάκι άγνωστο στον ίδιο. Πρέπει να ήταν γύρω στα έξι έτη. Είχε μεταξένια, σκούρα και κυματιστά μαλλιά. Τα ματάκια του, λαμπυρίζοντα και παραπλήσια του χρώματος των μαλλιών του.
Ο μικρούλης δεν πραγματοποίησε την επίσκεψή του με άδεια χέρια. Κρατούσε ευλαβικά ένα μπουκέτο από κατάλευκες και μυρωδάτες γαρδένιες... Ήταν φρεσκότατες! Το μεθυστικό άρωμά τους τρύπησε τα ρουθούνια των νέων, παρόλο που υπήρχε μια διαφορά μεταξύ τους. Το αγοράκι πήγε χαρωπά κοντά της και ανέδειξε την νεογιλή οδοντοστοιχία του χαμογελώντας.
«Για σένα! Μου τις έδωσε μια καλή κυρία από την γειτονιά μου» έτεινε τα χεράκια του για να της προσφέρει τα άνθη.
«Sol μου, με κάνεις τόσο χαρούμενη. Λατρεύω τις γαρδένιες!» δέχτηκε το δώρο του και ως αντάλλαγμα του χάρισε ένα φιλί στο στρουμπουλό μάγουλό του.
«Είναι υπέροχα σαν εσένα, καρδούλα μου» ζούπηξε την μύτη του, κάνοντάς την κόκκινη σαν του Ρούντολφ.
YOU ARE READING
Απολεσθείσα Ψυχή
Fanfiction❝Είμαι τόσο... Τόσο χαμένος!❞ γονάτισε γδέρνοντας την σάρκα του, όμως δεν νοιάστηκε! ❝Δεν θα είσαι για πολύ ακόμα!❞ μαλάκωσε την χροιά του, ηρεμώντας τον κολλητό του. ❝Μην την αφήσεις να χαθεί, κυνήγησέ τη! Τα βάθη της θάλασσάς της συναντιούνται με...