Μέρος 5ο.

2 0 0
                                    

Άρχιζα να τρέμω και σηκώθηκα ταραγμένη από το τραπεζι. Άρπαξα το τηλέφωνο μου και πληκτρολόγησα τον αριθμό του αδερφού μου. "Έχω δουλειά, τι θες;" Είπε απότομα ο αδερφός μου. "Γύρνα σπίτι. Θα χτυπήσουν οι σειρήνες" Είπα αγχωμένη. "Πολύ καλό αδερφούλα. Άντε γειά." Είπε και μου έκλεισε το τηλέφωνο στα μούτρα.

"Γαμώ." Ξεφώνισα και σηκώθηκα να βάλω να πιω ένα ποτήρι από ένα γερό ουίσκι. Κάθισα όρθια κοιτώντας έξω από το παράθυρο μου το φεγγάρι που φώτιζε την αυλή μου σε συνδυασμό με τα αστέρια, σαν να τραγουδούν. Κρατούσα σφιχτά το ποτήρι με το ποτό μου και χτυπούσα νευρικά το δάχτυλό μου και κοιτούσα μόνο το κενό.

Πρέπει να πάω στην γυναίκα εκείνη για μάθω  τι σκατά συμβαίνει με αυτή την βεντέτα επιτέλους. Ανήκει παρόλα αυτά στους Thompsons αλλά αν υπάρχει έστω μια μικρή πιθανότητα να μπορέσω έστω να σταματήσω όλη αυτή την μάχη των γενεών που είναι στην επιφάνεια θα το κάνω και ας χάσω ακόμα και την ίδια μου την ζωή. Κανένας δεν μπορεί να ξέρει τι μπορεί να μου έχουν 'στήσει' εφόσον η δίψα τους για αίμα είναι ακαταμάχητη, αλλά κανείς τους δεν γνωρίζει πόση μεγάλη δίψα για αιματοκύλισμα έχουν οι Garcia. Όλα αυτά τα χρόνια προετοιμαζόμασταν μόνο και μόνο για αυτή την στιγμή, να σκοτώσουμε για ό,τι αγαπάμε. Μπορεί να κάνω εγώ λάθος, και να έχω μόνο εγώ την ανάγκη για αίμα και ψυχές. Αλλά τι μπορεί να είμαι εγώ; Μια απλή έφηβη Garcia..

Πριν καν το καταλάβω είχα τελειώσει με το ουίσκι. Κοίταξα το ποτήρι μου και αποφασισμένη σήκωσα το βλέμμα μου στο κενό.

Είχα σκοπό να πάω. Κοίταξα την οδό από το γράμμα, την σημείωσα στο κινητό μου και άρχιζα να ψάχνω για το περίστροφο μου σε περίπτωση άμυνας.

?? POV

«Δεν έχεις πει τιποτα από την ώρα που φύγαμε.» Ξεφωνησε η Bella μετά από το ταξίδι της σιγής μας. Δεν ήθελα να μιλήσω. «Δεν έχω κάτι να πω, είμαι χαμένος.» Είπα ξερα. «Σταματά στην άκρη, θα οδηγήσω εγώ και θα πάμε κάπου να χαλαρώσεις.» Μου απάντησε και έτσι και έκανα. Δεν μπορούσα ούτε καν να οδηγήσω ή μάλλον ήθελα, αλλά θα έτρεχα τόσο γρήγορα που μπορεί να έβαζα σε κίνδυνο την Bella. «Όπως θες.» Είπα και βγήκα από αμαξι.

Σκεφτόμουν συνέχεια την μορφή της, ήταν τόσο μα τόσο όμορφη. Σαν Άγγελος. Υπάρχουν τέτοιοι άγγελοι; Αναρωτιέμαι, πως θα μπορούσε κάποιος να της κάνει τετοιο κακο.
   Φαίνεται αγγελος, μπορεί να είναι αγγελος...Κανένας δεν μπορεί να γνωρίζει. Το μόνο που έχει νόημα είναι ότι οι σειρήνες θα χτυπήσουν και θα πρέπει να σκοτωσω. Θα πρέπει να χτίσω ένα βασίλειο από αίμα πάνω σε πτώματα αθωων παιδιών, γυναικών και ανδρών. Μόνο και μόνο...επειδή το ήθελε ο πατέρας.
   Τόση οργή, τόσο μίσος κάποιος λόγος πρέπει να υπάρχει. Κάτι πρέπει να κρύβεται πίσω από όλα αυτα. Δεν μπορεί. «ΑΠΛΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ.» Φώναξα και κοίταξα έξω, άνοιξα το παράθυρο του αμαξιού και κρύος αέρας με χτύπησε. Κοίταξα την Bella και της κράτησα το χέρι σφιχτά. «Αρκεί να μην πάθεις εσυ κακο..» Της Ψυθίρισα και χαμογέλασε.

Has llegado al final de las partes publicadas.

⏰ Última actualización: Apr 30, 2022 ⏰

¡Añade esta historia a tu biblioteca para recibir notificaciones sobre nuevas partes!

Hiders x HuntersDonde viven las historias. Descúbrelo ahora