Κεφάλαιο 27

417 57 13
                                    

ΛΆΙΛΑ

Ξύπνησα το επόμενο πρωί γεμάτη και ολοκληρωμένη στην αγκαλιά του ανθρώπου που αγαπούσα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο υπήρχε στον κόσμο. Η πλάτη μου ακουμπούσε πάνω στο στήθος του που ανεβοκατέβαινε σε κάθε του ανάσα. Ο σταθερός ρυθμός της με έκανε να καταλάβω πως ο Ντιμίτρι κοιμόταν ακόμα. Αυτό μου έδωσε την ευκαιρία που ήθελα και προσεχτικά χωρίς να τον ξυπνήσω γύρισα πλευρό για να μπορέσω να τον αντικρίσω. Το πρόσωπο του ήταν τόσο ήρεμο και γαλήνιο, πρώτη φορά έβλεπα τόσο ήρεμη έκφραση στο πρόσωπο του. Κάθισα και τον παρατήρησα και διστακτικά λες και έκανα κάτι παράνομο άπλωσα το χέρι μου και με την άκρη των δαχτύλων μου χάιδεψα το σαγόνι του καλυμμένο από τα σκούρα αξύριστα γένια του, γένια που το προηγούμενο βράδυ σύρθηκαν πάνω στο κορμί μου γδέρνοντας απαλά το δέρμα μου. Αυτή η μικρή αίσθηση πόνου με τα έντονα κύματα απόλαυσης που είχα ζήσει ήταν το καλύτερο αίσθημα.  

Σαν μια ναρκομανής που δεν άντεχε λεπτό χωρίς την δόση της ένωσα τα χείλη μου με τα δικά του. Ακαριαία το χέρι του Ντιμίτρι άρπαξε τον γοφό μου και με τράβηξε ολοκληρωτικά πάνω του.

Όλη αυτή την ώρα προσποιούταν ότι κοιμόταν ενώ στην πραγματικότητα ήταν ξύπνιος.

Διεκδίκησε το στόμα μου με την ορμή ενός ηφαιστείου που είχε μόλις εκραγεί με την καυτή λάβα του να απλώνεται σε κάθε εκατοστό του κορμιού μου βάζοντας μια μανιώδες φωτιά ανίκανη να ελεγχθεί.

«Δεν παίζεις δίκαια» διαμαρτυρήθηκα ξέπνοα πάνω στα χείλη του.

«Η ζωή δεν είναι δίκαιη» με πείραξε σέρνοντας το φιλί του στο λαιμό μου. Αναστέναξα, τα χέρια μου αγκάλιασαν την πλάτη του και η μέση μου έσπασε όσο χρειαζόταν για να κάνω την επαφή πιο έντονη. Τα φιλία του κολασμένα καυτά αφήνουν τα μονοπάτια τους από τα χείλη μου στο λαιμό και πίσω. Το χέρι του κρατούσε ψηλά το πόδι μου τυλιγμένο γύρω από το γοφό του αφού πρώτα είχε φροντίσει να το ελευθερώσει από το σεντόνι για να μπορεί να αγγίξει την επιδερμίδα μου.

Ξαφνικά χωρίς να το περιμένει κανένας από τους δυο η πόρτα του δωματίου άνοιξε και η Μία μπήκε στο δωμάτιο πιάνοντας μας απροετοίμαστους από την εισβολή της. Μας κοίταξε με ένα πονηρό χαμόγελο καθώς έκλεισε την πόρτα πίσω της.

«Καλό είναι να κλειδώνεται την πόρτα, ποτέ δεν ξέρεις πότε μπορεί να εμφανιστεί κάποιος απροειδοποίητα».

«Εννοείς όπως τώρα;»

«Δεν φταίω εγώ αδελφούλη που δεν σηκώνεις το κινητό σου. Ο Νοα σε έχει πάρει πέντε φορές. Έχασες την πρωινή συνάντηση και τώρα όλοι σε ψάχνουν.

Reclaiming My MateKde žijí příběhy. Začni objevovat