Κεφάλαιο 3ο

64 8 34
                                    

Δεν θυμάμαι πότε απαρνήθηκα τον Θεό.
Και έπαψε να υπάρχει .
Ίσως όταν είδα να σηκώνεται το χέρι σου πρώτα φορά.
Ίσως την δεύτερη.
Η αγάπη δεν πρέπει να πονά έγραψε καποια κάποτε στιις σελιδες ενος βιβλίου.
Η αγάπη όμως πονούσε.
Μεσα από αυτό ο Θεός χάθηκε από τα μάτια μου και δεν ξαναγύρισε.
Κάποιες φορές ακούω να με φωνάζει και του γυρνω τη πλάτη.
Γιατί η αγάπη δεν πρέπει να πονά.
Η αγάπη πρέπει να ευλογά.

_________________

Κυριακή ημέρα της ηρεμίας .Η ημέρα της ξεκούρασης και η μέρα του Θεού αλλιώς η μέρα που το σάλιο της μαμάς του Πέτρου , πάνω στον αντίχειρα της, σκουπίζε, από το μάγουλό του, το ανύπαρκτο τίποτα.

<<Να έχεις την καλύτερη συμπεριφορά όπως είπα. Σήμερα που θα πάμε στην εκκλησία μην ξινίζεις τη μούρη σου.
Η κυρία Μαρία μου είπε την προηγούμενη φορά ότι καθόσουνα πίσω και ασχολίοσουν με το κινητό.Δεν γίνεται όταν πηγαίνουμε στον οίκο του Θεού να γίνεται κάτι τέτοιο>>.

<<Ναι μαμά,>> απάντησε ο Πέτρος καθώς εκείνη άρχισε να του στρώνει το πουκάμισο του και να ξαναφέρνει τον αντίχειρα της για μία τελευταία πινελιά

Η μάνα του τον είχει φτάσει σε όρια τα υπερβολικά αλλά δεν μπορούσε να κάνει και τίποτα.Ήταν σαν μία μικρή ιεροτελεστία αναμεταξύ τους αυτό. Κάθε Κυριακή που έπρεπε να πάνε στην εκκλησία.
Δεν ήθελε με τίποτα να σηκωθεί για να πάει, γιατί ποτέ δεν πίστευε σε ολα αυτά. ΠίστευΕ σε μία ανώτερη δύναμη αλλά όχι σε ότι του έλεγε ένα βιβλίο το οποίο είχε γραφτεί από ανθρώπους και μία θρησκεία που είχε φτιαχτεί ξεκάθαρα όπως όλες για να χειραγωγήσουν τον άνθρωπο.
Αλλά αυτό ήταν ένα μεγάλο "Όχι" σε μεγάλη κόκκινη πινακίδα με ένα Χ και δεν πρόκειται ποτέ να το ελεγε στη μάνα του αυτό ,γιατί φυσικά θα πήγαινε στην κόλαση

Ηταν πράγματα που  από τη μικρή του ηλικία τα άκουγε συνεχόμενα .Η μαμά του και ο μπαμπάς του ήταν πάρα πολύ θρησκευόμενοι άνθρωποι με αποτέλεσμα να προσπαθούν να τον μυήσουμε  σε όλη αυτήν την διαδικασία και πίστη . Αλλά πάντα του Πέτρου δεν τον κολλούσε τίποτα από όλα αυτά και προσπαθούσε να ανακαλύψει μόνος του την ουσία του Θεού ή ότι ήταν Τέλος πάντων αυτό που έχει δημιουργήσει αυτό τον κόσμο και την ανάγκη της μάνας του σαλλειωνει τον αντίχειρα της για σκουπίσει το ανύπαρκτο τίποτα από το μαγουλο του κάθε Κυριακή.

Η Ιουλία από την άλλη πλευρά στο σπίτι της είχε βάλει τέρμα τα ηχεία και χορεύει μπροστά στον καθρέφτη δοκιμάζοντας τα καινούργια ρούχα που είχε αγοράσει την προηγούμενη μέρα με τη μαμά της .

Συμπαντική Δυσαρμονία Donde viven las historias. Descúbrelo ahora