3.1 Λίζα και Έκτορας

12 2 10
                                    

01| E Y E S  M I R R O R  S O U L S

Λίζα

"Καλή συνέχεια." Εύχομαι στα υπόλοιπα μέλη του συμβουλίου, καθώς αποχωρούν από την αίθουσα συνεδριάσεων. Η ξαδέρφη μου, Ελεάνα, πλησιάζει την κορυφή του τραπεζιού όπου κάθομαι και τραβάει τη καρέκλα δίπλα μου προς τα έξω για να κάτσει. "Δεν έχω ακούσει περισσότερες βλακείες μαζεμένες στη ζωή μου."

Δεν προσπαθεί να κρύψει το γέλιο που της προκαλεί το σχόλιό μου. "Πρόσεχε, πριγκίπισσα, φαίνεται η κακία σου," λέει με ένα μειδίαμα.

Ανασηκώνω τους ώμους μου, σταυρώνοντας τα πόδια μου. "Δεν μπορώ να το ελέγξω," απαντώ. "Μου βγαίνει αυθόρμητα." Πίνω μία γουλιά από τον καφέ μου, τελειώνοντάς τον και αφήνω το άδειο φλιτζάνι πάνω στο τραπέζι.

Η συζήτηση με την Ελεάνα διαρκεί μόνο μερικά λεπτά, αφού και οι δύο πρέπει να επιστρέψουμε στα γραφεία μας. Μόλις κάθομαι στη καρέκλα μου, χτυπάει το κινητό μου και η επαφή του μπαμπά μου αναγράφεται στην οθόνη.

"Γεια σου, μπαμπάκα. Τι κάνεις;" Γέρνω πίσω στη πλάτη της καρέκλας, φέρνοντας τη συσκευή κοντά στο αυτί μου. Ρίχνω μια ματιά στα αδιάβαστα email στην οθόνη του υπολογιστή.

"Είμαι καλά. Πώς πήγε το meeting; Ελπίζω να μην επηρεάστηκε από την απουσία μου," λέει και χαμογελάω, κάνοντας τη καρέκλα μου μία στροφή.

"Ξέρω πώς να κάνω τη δουλειά μου, μπαμπά, και τη δική σου." Σταυρώνω τα πόδια μου και κοιτάζω τη γραμματέα του μπαμπά μου, Στέλλα, η οποία στέκεται στην πόρτα. Αφήνει έναν φάκελο πάνω στο γραφείο μου ήσυχα και φεύγει, κουνώντας τα δάχτυλά της σαν χαιρετισμό.

Ο μπαμπάς αναστενάζει στην άλλη γραμμή. "Το ξέρω, Λίζα. Δεν είπα αυτό. Απλώς ξέρω και όλους στο ΔΣ." Στριφογυρίζω τα μάτια μου ενοχλημένη και περνάω τη γλώσσα μου πάνω από τα χείλη μου.

"Εννοείς τους μεσήλικες που πιστεύουν ότι τα ξέρουν όλα και δεν ακούν λέξη από άτομα κάτω των 30; Ναι, το πρόσεξα..." ειρωνεύομαι φέρνοντας στο μυαλό μου όλα τα άθλια επιχειρήματα για την κατάρριψη των ιδέων μου. "Αλλά μην ανησυχείς, τους έστρωσα."

"Τέλος πάντων, από αύριο θα επιστρέψω." Με ενημερώνει και νεύω, αν και ξέρω ότι δεν με βλέπει.

"Εντάξει, μπαμπάκα. Σ' αφήνω τώρα, για να τελειώσω τη δουλειά μου, ώστε να πάω για ψώνια μετά." Τον ακούω να γελάει στην άλλη γραμμή, προτού με αποχαιρετήσει.

I Love You Endlessly (short stories)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora