30. Το σκοταδι που φευγει

358 19 12
                                    

Η Θεοφανω μπηκε στον Πύργο περπατώντας αργά, κρυμμένη στις σκιές για να μην γίνει αντιληπτή απο τους πειρατές και τους κατοίκους του πυργου που σφαγιαζόταν μεταξύ τους.

Δύσκολο να καταλάβει πως γλίτωσε από τα μαχαιρια τους.

Δυο φορές έπεσε πάνω σε πάλη και άλλη μια ένας εξαγριωμένος χωρικός προσπάθησε να την διαπεράσει με την σπαθα του, αλλά τον απέφυγε επιδεικτικά.

Την ίδια στιγμή που εβλεπε αυτους εβλεπε το όραμα της να πραγματοποιείται μπροστά στα ματια της. Εβλεπε τον εαυτό της να περπατάει σαν νύμφη ανάμεσα τους τρομαγμένη, προσπαθώντας να αποφύγει όπως και τώρα να χτυπηθεί.

Εβλεπε τους Λασκαραιους σκοτωμένους, όλους τους Λασκαραιους σκοτωμένους. Αλλά τον Αντρει πουθενά.

Χαιρόταν που δεν ήταν ο Αντρει πουθενά.

Άραγε που να ήταν; Καλύτερα που δεν γνώριζε. Ο Αντρει δεν έπρεπε να την δει εκεί.

Όσο ήταν μακριά του εκείνος δεν θα κινδύνευε. Τουλάχιστον αυτό ήθελε να πιστεύει.

Παρόλα αυτά...

Δεν θα μπορούσε να πει ότι μπηκε στον Πύργο για τον Αντρει. Δεν ήταν αυτός ο λόγος που έβαζε τον εαυτό της σε κίνδυνο αντί να βρίσκεται στην ασφάλεια της αγκαλιάς της κόρης της μακριά από τον Πύργο.

Οχι.

Οι φωνές στο κεφάλι της την καλούσαν να μπει. Οι φωνές στο κεφάλι της την κρατούσαν ζωντανή ανάμεσα σε αυτήν την αιματοχυσία. Οι φωνές στο κεφάλι της την καλούσαν στα μπουντρουμια και εκείνη ήταν μαγεμένη από αυτές.

Ή μάλλον, οχι μαγεμένη. Επηρεασμένη ήταν. Αλλά τις ήθελε, να τις αντιμετωπίσει. Να λάμψει εκείνο το καταραμένο φως που περιμενε για να γαληνέψει η ψυχή της.

Καταλάβαινε τα πάντα γύρω της, τι θα αντιμετώπιζε, ποιον θα αντιμετώπιζε. Καταλάβαινε και φοβόταν, φοβόταν για εκείνη, για τον Αντρει, για όσους αγαπούσε. Φοβόταν ότι ισως δεν ξανά εβλεπε ποτε το παιδι της. Όμως το μούδιασμα που την είχε καταβάλει από την στιγμή που έπεσε κάτω πριν λίγη ώρα, δεν την αφηνε να εκφραστεί.

Φαινοταν αναίσθητη στα ματια όλων και ένιωθε αναίσθητη, αλλά δεν ήταν. Δεν μπορούσε όμως να το εξηγήσει και ούτε θα έκανε τον κόπο.

Θα τελείωνε απλα αυτό που έπρεπε. Θα έπαιρνε την εκδίκηση της μάνας της και όλα θα τελείωναν.

Το μπουντρούμι ήταν ησυχο παρά τα λιγοστά πτώματα που βρισκοταν εκεί. Σταμάτησε σε αυτό του Τζανή.

Στον δρόμο προς το φως Where stories live. Discover now