κεφ:3

35 5 0
                                    

Όταν βγήκε απο το ετοιμόροπο καλυβάκι είχε ήδη αρχίσει να σουρουπώνει και ο ήλιος κρύβονταν πίσω απο τα πανύψηλα βουνά.Το απομακρισμένο σπίτι στην κορυφή του λόφου μακρίτερα απο καθε αλλο του χωριού,δεν ήταν το καλύτερο μέρος να βρήσκεται κανείς τέτοια ώρα.Η Ανόρα είχε τυλίξει το υπερμεγέθες πετράδι σε ένα μαύρο βελούδινο μαντίλι που είχε εντοπίσει στα πράγματα της Μέγκ κατά τη δεύτερη επιδρομή της στο σπίτι της νεκρής.Αυτό και τα χρυσά νομίσματα που είχε στο σφυχτοδεμένο πουγκί στο άλλο της χέρι ήταν ότι πολυτιμότερο είχε ποτέ στην κατοχή της.Κάτιφόριζε στόν στενό δρομάκι και παρατιρούσε της παρυφές του δάσους.Το λυκόφως αγγάλιαζε το μυστιριώδες δάσος και προσέδιδε στο ήδη σκοτινό τοπίο μια ανατριχιαστική νότα.Οι θρύλοι που αφορούσαν το δάσος μόνο λίγοι δεν ήταν .Πολλοί μιλούσαν για δέντρα που ζωντάνευαν και τερατώδη σαρκοβώρα ζώα.Οι δοξασίες των χωρικών έδιναν και έπερναν και στην πραγματικότητα δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις τι είχε μια δόση αλήθειας και τι αποτελούσε απόλυτο προΐον μυθοπλασίας.Κάθε τόσο όταν γυρνούσε κάποιος ριψοκύνδινος κυνηγός αναζωπύρωνε τις ιστορίες τρόμου για το δάσος.Η Ανόρα προσπάθησε να ζυγήσει τις πιθανότητες στο μυαλό της,ο πατέρας της είχε σκοτωθεί πριν χρόνια σε αυτό το αφιλόξενο δάσος,με τα ψηλά έλατα και τα καταπράσινα λιόπρανα.Ο θάνατος του βέβαια δεν είχε προκληθεί απο τίποτα μαγικό ή μυθικό,ενα αγριογούρουνο τον τρύπισε στο στομάχι και αιμοραγούσε μόνος του για ώρες στο δάσος,όσπου δεν άντεξε άλλο.Ο φθινοπορινός αέρας διαπέρασε το λεπτό φόρεμα που φορούσε και αυτή έσφυξε το τριμμένο καφετί ύφασμα στο σώμα της.Είχε σχεδόν κατέβει το λόφο και μπορούσε απο μακριά να διακρίνει τα φώτα του χωριού,σίγουρα τα πάντα θα ήταν έτοιμα ως τώρα.Η ψύχρα γινόταν όλο και πιο ενοχλητική και το μόνο που ήθελε αυτή τη στιγμή ήταν το μάλλινο πανοφόρι της.Σταμάτησε,και αφού άφησε κάτω το πουγκί της και το τυλιγμένο πετράδι,έτριψε τα χέρια της μεταξύ τους σε μια απελπισμένη κίνηση να διμιουργήσει θερμότητα.Καθώς ξεκινούσε ξανά να περπατάει άκουσε θόρυβο κινούμενων φύλλων απο πίσω της,γύρισε και κοίταξε εναν αρκετά μεγάλο φουντοτό θάμνο να ταλαντεύεται.Το φθινόπορο δεν αστειευόνταν φέτος,αν οι βοργιάδες ξεκίνησαν απο τώρα τα πράματα θα ήταν δύσκολα το χειμώνα.Γύρισε και συνέχισε να περπατάει,και όταν άκουσε τα φύλλα του θάμνου πίσω της να ξαναθρωίζουν εντονότερα δεν έδωσε σημασία.Καθώς περπατούσε με γοργότερο βήμα αφού πλέον είχε σκοτινίασει σχεδό απόλυτα, της φάνηκε οτι είδε μια αλλόκοτη σκιά και μετά αλλη μια.Οι τριχούλες στο πίσω μέρος του σβέρκου της σηκώθηκαν και άρχισε να τη λούζει κρύος ιδρώτας.Κάποιος την παρακολουθούσε,προσπάθησε να επιταχύνει το βήμα της αλλα ό,τι βρησκόταν απο πίσω της επιταχύνε επίσης.Ω Θεέ μου,την κινηγούσε!Τι μπορεί να θέλει απο αυτή;Τα χρήματα ήθελαν να την κλέψουν να της τα πάρουν όλα!Οχι!Δεν θα το επέτρεπε αυτό,χωρίς καν να το σκευτεί άρχισε να τρέχει με μανία.Σε κάθε χέρι κρατούσε τους πολύτιμους θυσαυρούς της,και δεν ελάττωσε την ταχύτητα της μέχρι που μπήκε στο χωρίο.

Σκιές Φωτός:Τα χρονικά του Verthحيث تعيش القصص. اكتشف الآن