Η απότομη στροφή

135 7 6
                                    

Όλα ξεκίνησαν όταν... μπήκες στο αμάξι. Όπως η μαμά σου όταν ήταν έφηβη, όπως ο φίλος σου ο Νίκος, η γειτόνισσά σου στην Τρίτη γυμνασίου, όπως η ξαδέρφη της κολλητής σου,όπως ο συμμαθητής σου, όπως όλοι μας. Ξέρω ότι ερωτεύτηκες τον συνοδηγό. Ότι κάποια στιγμή στην νεανική σου ζωή βρήκες εκείνον το ένα αγόρι, ή εκείνη την μοναδική κοπέλα που άλλαξε για πρώτη φορά τον κόσμο σου. Έβαλες μπρος. Και σπατάλησες χρόνο στο πλάι του, παλεύοντας για την χαρά του ανθρώπου που παρότι δεν σου άνηκε, τον αποκαλούσες δικό σου.Πήρες ελπίδες, θάρρος, φόρα...Περνούσε ο καιρός, και εσύ οδηγούσες, αφήνοντάς τον συνοδηγό σου να κατεβεί όπου εκείνος ήθελε. Σε στάσεις, σε σπίτια, σε στέκια. Και δεν διαμαρτυρήθηκες ποτέ. Και εκείνος δεν σου είπε ποτέ ευχαριστώ. Δεν εκτίμησε ποτέ την οδήγησή σου. Δεν σου χαμογέλασε ποτέ. Προκαλούσε όμως το δικό σου χαμόγελο. Και έτσι... συνέχισες να οδηγείς. Και κάπου εκεί κοντά,άρχισε να αχνοφαίνεται η απότομη στροφή. Το πέσιμο στον γκρεμό.

Δεν φρενάρισες. Πάτησες γκάζι. Όπως εγώ, όπως εκείνος, όπως εκείνη.Στην απότομη στροφή, έριξες τον εαυτό σου στα βράχια, για να προστατεύσεις την πρώτη σου αγάπη.

Και ύστερα, όταν βγήκες από το αμάξι, εκείνος είχε φύγει. Είχε μπει σε ένα άλλο καλύτερο, με καλύτερη οδηγό. Πιο όμορφη, πιο έμπειρη, πιο συνετή. Σε χαιρέτησε και χαμογέλασες ενώ αίμα έσταζε σε όλα σου τα ρούχα.

Τι θυμάσαι από το πρώτο σου ''τροχαίο''; Εγώ θυμάμαι ένα κενό. Χωρίς πάτο, χωρίς γωνίες ή εξόδους. Πέρασες μήνες μέσα σε ένα τούνελ. Ίσως και χρόνια. Σκοτάδι. Χωρίς φώτα. Οι περαστικοί έριχναν το φως τους πάνω σου, τυφλώνοντάς σε, κάνοντάς τα δάκρυά σου να μοιάζουν με παγωμένους σταλαγμίτες. Δεν σταματούσαν να σε μαζέψουν από τα απομεινάρια του τροχαίου. Ποτέ δεν σταμάτησαν. Και ούτε έκανες ποτέ οτοστόπ για να ζητήσεις βοήθεια. Όλοι τους άνοιγαν το παράθυρο και ζούσαν την ζωή στα άκρα, κοιτώντας σε συμπονετικά, αγκαλιάζοντας τον συνοδηγό που είχε παραδοθεί στα αμοιβαία τους συναισθήματα.

Περπατούσες εξαντλημένος για καιρό, χωρίς να θες πια να ανεβείς σε νέο αμάξι. Χωρίς να θέλεις να οδηγήσεις.

Και ωπ. Το τούνελ τελείωσε. Βλέπεις φως στην άκρη του. Ένα αμάξι, που αντί για ρόδες έχει σύννεφα και αντί για οδηγό, ένα πλατύ χαμόγελο...Αράζει στην άκρη του δρόμου. Τον κοιτάς παράξενα. Κατεβαίνει από το αμάξι και σε κοιτάει χαμογελώντας. ''Είσαι καλά;'', ψιθυρίζει. Δεν απαντάς. Φοβάσαι να ανεβείς. ''Έλα μαζί μου'', προσθέτει.

Κοιτάς πίσω σου και αναλογίζεσαι όσα έχεις περάσει. Να ανεβώ; Αν τρακάρω; Μήπως πρέπει να βρω τον προηγούμενο; Με χρειάζεται. Αν η άλλη κοπέλα δεν ξέρει τις διαδρομές; Αν δεν ξέρει που να σταματήσει; Αν δεν πάνε όλα όπως θα τα ήθελα; ''Θα έρθω και όπου βγάλει...'', απαντάω ξαφνικά χωρίς να πιστέψω το πόσο πολύ άλλαξα.

  Μπαίνω στο αμάξι του. Πρώτη φορά μου βάζει κάποιος ζώνη. ''Συγγνώμη αν πονέσει αυτό'', λέει κάπως γελαστά και δεν απαντάω. Αρχίζει να τρέχει τόσο γρήγορα...Το αμάξι με βγάζει από το τούνελ... Υπάρχει φως! Δεν υπάρχουν άλλα αμάξια, άλλα αίματα!Αξίζει άραγε η επιβίβαση;  


Ένα διαφορετικό ''τροχαίο''...Where stories live. Discover now