Ο Αέρας λύγισε

70 5 5
                                    

''Φυσικά και θέλω να ξέρω. Όπως και τον λόγο που με μάζεψες'', λέω έξω από τα δόντια. ''Ξέρεις, κάποια πράγματα... ούτε εγώ μπορώ να τα εξηγήσω. Με θυμάσαι καταρχάς;'', ρωτάει και η ελπίδα εμφανίζεται στα μάτια του.

Μένω σκεφτική για μερικά λεπτά. ''Κάτι μου θυμίζεις, ναι. Αλλά δεν ξέρω τι''. Ξεφύσησε απογοητευμένα. ''Γνωριζόμασταν προτού μπει κάποιος από τους δυο μας στο αμάξι. Προτού πέσουμε στην παγίδα...'' Δεν μπορώ να τον θυμηθώ. Ήταν σίγουρα κάποιος γνωστός μου. Ίσως συμμαθητής μου. Ίσως κάποιος που περνούσε από το πλάι μου απαρατήρητος.''Ακόμα δεν μπορώ να σε θυμηθώ. Συγγνώμη''. ''Είναι εντάξει'', λέει ψέματα και βάζει μπρος το αμάξι ξανά.

Σιγά σιγά μου έρχονται εικόνες. Γνωριστήκαμε έτσι, επιφανειακά, πριν μπει ο καθένας στο πρώτο του αμάξι, ή έστω στο πρώτο μεταφορικό μέσο που του άλλαξε την ζωή. Και είχε αξία. Δεν θυμάμαι το όνομά του. Είχε καν; Είναι αληθινός;

''Ονομάζομαι Άνεμος'', λέει και γελάω δυνατά. Σοβαρεύω όταν παρατηρώ ότι τον έθιξα. Σουφρώνει τα πυκνά του φρύδια, που έχουν ακανόνιστο σχήμα και σε συνδυασμό με τα μάτια του, τον κάνουν να μοιάζει με αφηρημένο πίνακα ενός τρελού καλλιτέχνη, που δεν έμαθε ποτέ πως να συνδυάζει κατάλληλα τα χρώματα, αλλά δίδαξε στον εαυτό του πως να δημιουργεί αντίστοιχα συναισθήματα με οποιαδήποτε απόχρωση βάφει τα χέρια του και υστερότερα, απλώνει τα χρώματα στο χαρτί. Ή στους ανθρώπους.''Μπορείς να με φωνάζεις έτσι. Οι άνθρωποι γύρω μου δεν με νιώθουν πάντα. Σε κάποιους προκαλώ καταστροφές αν και το αποφεύγω, σε κάποιους λύπες και χαρές. Οι άνθρωποι δεν με καταλαβαίνουν. Ο άνεμος δημιουργήθηκε για να σε ταξιδεύει. Αυτό προσπάθησα να κάνω και εγώ. Για αυτό και πήρα το τιμόνι στα χέρια μου τότε. Ήθελα να καθοδηγήσω. Δεν ήξερα ότι ο άνθρωπος στο πλάι μου, δεν ήθελε Αέρα. Την έπνιγα. Την ενοχλούσα. Ως οντότητα, ως συναίσθημα, ως ύπαρξη''. Όλα αυτά μου προκαλούσαν παράξενα συναισθήματα. Όλα αυτά έμοιαζαν πλαστά. Παραμυθένια. Σε τι κόσμο ζούσα; Σε τι κόσμο ζω;

Η φωνή του ήχησε ψιθυριστή. ''Για αυτό και με έδιωξε. Βρήκε καλύτερο οδηγό. Την πλήγωσε βέβαια, κάτι που δεν θα έκανα ποτέ...'' ''Άρα εσύ..'', ξεκίνησα να λέω αλλά με διέκοψε. ''Δεν υπάρχει άρα'', μου θύμισε. ''Μην λες αυτή την λέξη. Δεν είναι σωστή''. Σέβομαι αυτόματα τις λέξεις του. Πονάει και φαίνεται. ''Εσύ αγάπησες αλλά δεν αγαπήθηκες πίσω'', λέω με σιγουριά και παραλείπω το άρα με ευκολία. ''Ναι'', συμφωνεί. ''Ο Άνεμος δεν γίνεται να αγαπηθεί. Είμαι από την φύση μου έτσι. Ο Άνεμος θέλει να τρέχει, να παλεύει, να ζει. Δεν γίνεται να φυλακίσεις τον Άνεμο. Ο Άνεμος αγαπάει μόνο μία φορά. Για αυτό και γυρνάει πάντα στα ίδια μέρη. Αναζητεί το άτομο που αγάπησε. Δεν υπάρχει μέρος χωρίς Άνεμο, που να μην λυγίζει στο πέρασμα του Αέρα... Να όμως που ο Αέρας λύγισε''.


Ένα διαφορετικό ''τροχαίο''...Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt