Η σύμπτωση

27 4 0
                                    

Το επόμενο πρωί αργήσα να παω σχολείο,δεν μπορούσα να ξυπνήσω,διαβαζά όλο το βράδυ.Ξύπνησα ετοιμάστηκα γρήγορα για να μην χάσω την δεύτερη ώρα

-Τοκ,τοκ.Μπορώ να περάσω?
-Ναι παιδί μου,κάθησε.
Προχώρησα για να παω προς την θέση μου και βλέπω τον Γιώργο.Χάρηκα που θα καθόμασταν μαζί.

-Γειά σου Νίκο.Καλημέρα
-Γεια,καλημέρα.
-Γιατί δεν ήρθες την πρώτη ώρα?
-Αποκυμήθηκα για αυτό.
-Ησυχία παιδία,γιώργο και Νίκο μην μηλάτε.
-Συγνώμη κυρία.Γυρίσαμε και οι δύο μπροστά και μέχρι να χτυπίσει το κουδούνι δεν βγάλαμε μιλιά.

Ντριν,Ντριν.Χτύπισε το κουδούνι και όλοι βγήκαν απο την τάξη,εκτος από εμένα και τον Γιώργο.

-Γιώργο να σε ρωτήσω κάτι?
-Ναι πες μου.
-Σε ποια ειδικότητα θα πας?
-Εμ θέλω να παω στην ιατρική?Εσύ?
Τον κοίταξα με ανοιχτό το στόμα
-Γιατί με κοιτάς έτσι?Έγινε κάτι
-Όχι όχι. Απλά και εγώ εκει θαα πάω.
-Αλήθεια?ωραία θα είμαστε μαζί.Και εβγάλε ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά.
Ήταν η ποιό περίεργη μέρα.Κάνεις δεν με κορόΐδευε,κανείς δεν ασχολιόταν μαζί μου.Όλα ήταν τόσο ωραία και διαφορετίκα.Μου άρεσε όμως.Που είχα έναν καλό φίλο.Είμασταν σε όλα τα διαλείμματα μαζί,μηλούσαμε,γελούσαμε και παιρνούσαμε τέλεια.Τέλιωσε και αυτή η μέρα όχι όμως τοσο ωραία.Όταν τέλιωσε το σχολείο,προχωρούσαμε για να φύγουμε,και εκείνη την στιγμή βλέπω εκείνη την παρέα που με ειχε χτυπίσει.Δεν ήξερα τι να κάνω,φοβήθηκα πάρα πολύ,δεν ήθελα να με χτυπίσουν μπροστά στον γιώργο.Δεν ήξερα τι να κάνω και έτσι προχωρήσαμε,χωρίς να κοιταώ προς το μέρος τους.

-Αα να ο Νικος.
Δεν έδωσα συμασία προχώρισα χωρις να τους κοιτάξω.
-Έγινε κάτι Νίκο?Δεν μας μηλάς?Σου άρεσε το ξύλο την προηγούμενη φορα?Πάλυ δεν έδωσα σημασία και άρχησαν να πήγενουν απο πίσω μας.
-Νίκο έγινε κάτι με αυτά τα παιδία?Γιατί σε βρίζουν,και έρχονται άπο πίσω μας?

-Τίποτα,τίποτα προχώρα γιατί θα μας δείρουν. Άρχησαν να τρέχουν,και ήρθαν μπροστά μου με έπιασαν απο το λαιμό και άρχησαν να με βρίζουν.

-Γιώργο σε παρακαλώ φύγε.
-Όχι γιατί να φύγω?
-Φύγε να μην φας εσύ το ξύλο
-Ποιός θα φάει ξύλο ρε.Άστον και φύγε.ΤΩΡΑ!Τον κοίταξα,ξαφνιάστηκα πολυ,ο Γιώργος μέχρι τώρα ποτέ δεν μήλησε έτσι.Με άφησε και πήγε προς το μέρος του,δεν ήξερα τι να κάνω φοβήθηκα για τον Γιώργο.
-Τι είπες ρε μικρέ?Μην μηλάς εσύ που η μητέρα σου σε άφησε.Τον κοίταξε άγρια του έδωσε μια δυνατή μπουνιά και έφυγε.Δεν μπορούσα να το πιστέψω,ποτέ δεν το είχε ξανά κάνει.
Έτρεξα αμέσως να τον προλάβω,και ακουσα μια φωνη.ΘΑ ΜΟΥ ΤΟ ΠΛΗΡΩΣΕΤΕ,δεν εδωσα συμασια ομως.

ΓΙΩΡΓΟ,ΓΙΩΡΓΟ,Περίμενε σε παρακαλώ.Σταμάτησε άλλα δεν με κοίταξε.Ήτα πολύ στεναχωριμένος.

-Σηγνώμη,δεν ήθελα να σε πειράξουν.

-Δεν πειράζει,τώρα δεν θα το ξανακάνουν.

-Τόσο πολύ σε έκανε να στεναχωρηθης?

-Καλό μεσημέρη.

-Καλό μεσημερι.Δεν τον ξανα ρώτησα για αυτό το θέμα,δεν μου το είπε ποτέ.Μάλλον γιατί δεν με ήξερε πολύ καλά.

Η Τυχερή ΜεράWhere stories live. Discover now