Part 3

76 5 3
                                    

«Τι λες να πάμε μια βόλτα εδώ πιο κάτω στο λιμάνι?» μου πρότεινε η Ελένα και φυσικά δέκτηκα.

«Δεν κακή ιδέα» είπα πέρνωντας την τσάντα μου και το τηλέφωνο μου από την πολυθρόνα. Πρωτού πάμε στο λιμάνι να αράξουμε, είπαμε να πάμε λίγο στην καφετέρια του Παντεπιστημίου για να μου γνωρίσει την διάσημη παρέα της η Ελένα. Κατεβήκαμε τα σκαλιά και πήγαμε στην καφετέρια, η οποία κατ' έκπληξη ήταν παντελώς άδεια.

«Και αυτό είναι παράξενο» είπε αφήνωντας ένα αναστεναγμό να βγει απ' τα χείλη της.

«Τέλοσπάντον ας πάμε στο λιμάνι» είπε η Ελένα και ξεκινήσαμε με τα πόδια και περίπου σε δεκαπέντε λεπτά είμασταν έξω από το λιμανάκι. Περπατήσαμε στο ελεύθερο δρομάκι αφού δεν υπήρχαν ίχνη ψαράδων και καθήσαμε σε μια βάρκα. Δεν ξέραμε ποιού ήταν αλλά δεν μας ένοιαζε κιόλας. Χαλαρώναμε στην βάρκα και αρχίσαμε να συζητάμε για το παρελθόν μας και να μονολογούμε για τα παιδικά μας χρόνια. Μυραστήκαμε διάφορες μας εμπειρίες, είτε καλές, είτε κακές και γελούσαμε με τις ώρες. Δεν γνωρίζω ούτε εγώ η ίδια γιατί ανοίκτηκα τόσο εύκολο σε ένα άτομο που μόλις είχα γνωρίσει. Αλλά κάτι με τραβούσε σε αυτήν την κοπέλα, λες και κάτι μας συνέδεε. Μέχρι που ήρθε αρκετά αγριομένος ένας άνδρας προς το μέρος μας. Αμέσως αντιληφθήκαμε πως ήταν ο ιδιοκτήτης της βάρκας και αρχίσαμε να τρέχουμε γρήγορα, σε λιγότερο από επτά λεπτά είμασταν ήδη στο Πανεπιστήμιο. Καθήσαμε στις σκάλες λίγο πριν το δωμάτιο μας, διότι είμασταν κουρασμένες μετά από όλο αυτό το τρέξιμο και έπεσε μια βαθιά σιωπή.

«Πέρασα φανταστηκά» είπα γυρίζοντας να δω την Ελένα και σπάζοντας την σιωπή που είχε επικρατήσει στον χώρο.

«χαχα και εγώ, μιλάμε, πολλή γέλιο» με έκαναν να χαμογελάσω αυτά της τα λόγια και άρχισε να γελάει.

«Σε συμπαθώ» αναφέρθηκε σε εμένα

«Και εγώ»

Την επόμενη μέρα την πέρασα στο δωμάτιο μου, χαζεύοντας το ινστα μου και σκέφτοντας το μέλλον μου. Η Ελένα είχε εξαφανιστεί εδώ και ώρα έψαξα παντού για να την βρω αλλα ήταν άφαντη. Το ίδιο και ο Τζέρεμι, δεν έδειξε ίχνος ζωής, ούτε κλήση ούτε μήνυμα απ' ότι φένεται καλοπερνάει. Δεν άργησε πολλή να νυκτώσει και αφηρημένη με πήρε ένας βαθύς ύπνος. Ξύπνησα πρωί πρωί με συντροφιά την λιακάδα περιμένωντας την Ελένα να ξυπνήσει. Άγγιξα το πόμολο της πόρτας του δωματίου της όσο πιο ήσυχα μπορούσα και την πλησίασα, πήγα ακριβώς από πάνω της και την σκούντηξα για να ξυπνήσει αλλά αυτή τίποτα. Την ξανασκούντηξα αλλά δεν έκανε την παραμικρή κίνηση, τότε πηγαίνω να απομακρυνθώ από το κρεβάτι της και ξεπετάγομαι απ' την θέση μου.

Whisper of love( greek version)Where stories live. Discover now