1

201 14 1
                                    



Εκείνη η νύχτα ήταν πιο ζεστή από οποιαδήποτε άλλη. Η υγρασία απ τη θάλασσα έκανε την ατμόσφαιρα αποπνικτική και ο θόρυβος των αμαξιών στον κεντρικό δρόμο της Ρόδου έκαναν την κατάσταση ακόμα πιο ανυπόφορη.


Η ξαδέρφη μου, η Μαρία, καθόταν δίπλα μου στο πίσω κάθισμα του ταξί. Το πρόσωπό της έλαμπε από χαρά και ανυπομονησία. Επιτέλους θα έβλεπε την κολλητή της, την Άννα, μετά από έναν ολόκληρο μήνα που είχε επισκεφτεί έναν ξάδερφό της που έμενε στην Αθήνα.

Όταν πριν δυο μέρες η Άννα την πήρε τηλέφωνο και της ανακοίνωσε ότι γυρνάει πίσω στη Ρόδο, η ξαδέρφη μου έκανε σαν τρελή από χαρά. Αυτές οι δύο είναι αχώριστες κοντά έξι χρόνια και κάθε φορά που η μία έφευγε για κάποιο λόγο από το νησί η άλλη έπεφτε σε κατάθλιψη.


«Ξέχασα να σου πω ότι η Άννα θα έρθει μαζί με τον ξάδερφο της απ την Αθήνα και κάτι φίλους του μαζί μας απόψε.» μου λέει χωρίς να με κοιτάξει. «Κοίτα να ανέβεις λίγο ψυχολογικά, υποτίθεται βγαίνουμε για να διασκεδάσουμε.»
«Σου είπα και πριν ότι δεν έχω όρεξη αλλά επέμενες να έρθω.» της απάντησα λίγο πιο απότομα απ όσο θα ήθελα.
«Βρε Ελίνα μου, αυτό θα γίνεται τώρα; Δεν είναι κατάσταση αυτή κάθε φορά που τσακώνεστε να πέφτεις στα πατώματα.»
«Και τι να κάνω ρε Μαρία; Ξέρεις πόσο ζηλιάρης είναι και πόσο νευριάζει όταν του λέω τελευταία στιγμή ότι θα βγω...» της είπα κοιτώντας έξω απ το παράθυρο. Αν την κοιτούσα το μόνο σίγουρο είναι ότι θα έβαζα τα κλάματα.
«Να τον χωρίσεις! Αυτό να κάνεις! Η σχέση σου με τον Άρη δεν σου κάνει καλό! Άκου εκεί νευριάζει... Σίγα μην του ζητήσεις και την άδεια για το τι θα κάνεις στις διακοπές σου.»
«Μαρία ,φτάνει! Δεν έχω καμία όρεξη να κάνω αυτή την κουβέντα τώρα...»

Με κοιτούσε με οίκτο... Πόσο με νευρίαζε όταν το έκανε... Σταμάτησε, τουλάχιστον, να με πρήζει για τον Άρη.


Μέτα από μερικά λεπτά κάνει νόημα στον οδηγό του ταξί που να μας αφήσει. Αφού πληρώσαμε και κατεβήκαμε απ το όχημα κατευθυνθήκαμε προς μία από τις εισόδους της Παλιάς Πόλης. Η Άννα μας περίμενε ήδη. Είχε παρόμοια εμφάνιση με την ξαδέρφη μου. Ήταν και οι δύο μελαχρινές με πλούσια μακριά μαλλιά, μεγάλα καστανά μάτια και πολύ αδύνατες μέσα στα όμορφα καλοκαιρινά φορέματά τους. Έτσι όπως τις είδα αγκαλιασμένες έμοιαζαν με αδερφές. Πότε δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί όλοι έλεγαν ότι μοιάζω τρομερά στην Μαρία – καλά, όχι στα χρώμα των μαλλιών τουλάχιστον, αλλά γενικά στην εμφάνιση. Η ξαδέρφη μου ήταν μια κούκλα και εγώ απλά ήμουν... εγώ.

Νόμος της ΈλξηςWhere stories live. Discover now