Κεφάλαιο 15

129 16 10
                                    

-Flashback-

Η Κρύσταλ ξύπνησε με μάγουλα βρεγμένα από τα δάκρυα και τάση για εμετό. Ακόμα δεν μπορούσε να πιστέψει πως λίγες ώρες πριν βρισκόταν με τον Όλιβερ και τους είχαν βρει. Είχανε πέσει σε ενέδρα, πέσαν μέσα σε παγίδα σα τα ποντίκια μες τη φάκα και ο Όλιβερ δεν τα κατάφερε...

Το κορίτσι κοίταξε γύρω του, ήταν σε μια σπηλιά μες το δάσος. Η σπηλιά βρισκόταν σε ύψωμα και η κοπέλα διέκρινε τα φώτα από τα καράβια και το λιμάνι στους πρόποδες του βουνού. Δεν είχε ακόμα χαράξει η επόμενη μέρα και ίσως το καράβι που είχαν πληρώσει για να τους περάσει στην άλλη πλευρά να ήταν ακόμη εκεί. Όμως η Κρύσταλ δεν ήξερε αν είχε το κουράγιο να ανέβει στο καράβι και να αρχίσει μια καινούρια ζωή ολομόναχη.

Από την άλλη μπορεί ο Όλιβερ να ήθελε η ίδια να ξεφύγει, παρόλο που αυτός δεν θα είχε την ευκαιρία για μια καλύτερη ζωή, θα ήθελε η Κρύσταλ να ξεφύγει από τα χέρια του Τζον και να εφαρμόσει το αρχικό τους σχέδιο.
Αυτές οι σκέψεις μπερδευαν συνεχώς την κοπέλα και αφοσιωμένη στο να πάρει μια απόφαση δεν κατάλαβε πως είχε ήδη κατηφορησει την πλαγιά και είχε φτάσει στο λιμάνι.

Όταν τελικά συνήλθε συνειδητοποίησε ότι στεκόταν μπροστά από το καραβι που θα πήγαινε την ίδια και τον Όλιβερ στο Μαγεμένο Δάσος. Η Κρύσταλ έμεινε να το κοιτάζει αρκετή ώρα μέχρι που αποφάσισε ν'ανέβει στο κατάστρωμα. Μόλις έκανε το πρώτο βήμα εμφανίστηκε ένας άντρας. Ήταν μεγάλης ηλικίας και φορούσε ένα καπέλο με πολύχρωμα φτερά που πήγαιναν ασορτί με το κουστούμι του. Αργότερα η κοπέλα διαπίστωσε πως αυτός ήταν ο καπετάνιος του πλοίου.

"Φύγε από εδώ μικρή! Το καράβι μεταφέρει μόνο επιβάτες που διαθέτουν πληρωμή και εσύ δε φαίνεται να έχεις φράγκο." μίλησε με βραχνή φωνή ο άντρας. "Μα έχω πληρώσει για να ανέβω στο πλοίο σας και να με περάσετε απέναντι!" απάντησε η κοπέλα. "Αλήθεια; Γιατί εγώ δε θυμάμαι ούτε εσένα ούτε κανένα άλλο κορίτσι να έρχεται εδώ και να με πληρώνει για να την πηγαίνω βόλτες." συνέχισε να λέει ο πειρατής.

"Δε το θυμάστε γιατί δεν έγινε ποτέ κάτι τέτοιο!" είπε η Κρύσταλ και ο καπετάνιος την κοίταξε ξαφνιασμενος. "Ο...αρραβωνιαστικος μου ήρθε και σας πλήρωσε με δέκα ρουμπινια και πέντε χρυσά νομίσματα για να περάσετε εμένα και εκείνον στην απέναντι όχθη." εξήγησε εκείνη.
"Και τότε πού είναι εκείνος για να του μιλήσουμε και να λυθεί το θέμα." είπε ο πειρατής και η κοπέλα κοντοστάθηκε αλλά μετά μάζεψε όσο θάρρος της είχε απομείνει και συνέχισε να απαντά με σιγουριά τις ερωτήσεις του άντρα. "Δ-δεν μπόρεσε να έρθει. Αλλά εγώ είμαι εδώ και σας ζητώ να τηρήσετε μια νεα συμφωνία. Κρατήστε τα λεφτά που σας δώσαμε και περάστε μόνο εμένα απέναντι." του πρότεινε και εκείνος έγνεψε θετικά με το κεφάλι του.

Storybrooke's New Visitor {Discontinued}Donde viven las historias. Descúbrelo ahora