2..

924 76 0
                                    

Όταν έφτασε και άνοιξε την πόρτα δεν πίστευε στα μάτια της.

Η μητέρα της ήτανε πεσμένη στο πάτωμα έχοντας χάσει τις αισθήσεις της, τα μάτια της ήτανε πρησμένα από πολύ κλάμα και στα χέρια της κρατούσε μια φωτογραφία με εκείνη τον πατέρα της και την Φαίη όταν ήτανε μωρό. Γονάτισε. Άρχισε να φωνάζει ζητώντας βοήθεια, σήκωσε ελάχιστα με το ένα χέρι το κεφάλι της μητέρας της.

Δάκρυα αρχίσανε πάλι να στάζουν από τα μάτια της πέφτοντας σταγόνα-σταγόνα πάνω στο πρόσωπο της μητέρας της.

<<Μανούλα, μην φοβάσαι, κοίτα εδώ είμαι. Δίπλα σου>>. Η μητέρα της σήκωσε το χέρι της για να σβήσει τα δάκρυα που κυλούσαν ασταμάτητα από τα μάτια της κόρης της. Αργότερα έχασε εντελώς της αισθήσεις της. << Μαμά άνοιξε τα μάτια σου, σε παρακαλώ μην με αφήνεις, σε χρειάζομαι, είχαμε δώσει έναν όρκο πως θα είμαστε πάντα μαζί μην το ξεχνάς μανούλα μου>>.  Αυτά ήτανε τα λόγια της καθώς έβαζαν την μητέρα της στο ασθενοφόρο που βρισκότανε έξω από την πόρτα του σπιτιού τους που είχε μαζευτεί και όλη η γειτονιά κοιτώντας με περιέργεια λες και θα νοιαζόντουσαν ποτέ.

Πήγε και αυτή μαζί, κρατούσε το χέρι της μητέρας της.. Όταν έφτασαν στο νοσοκομείο την έβαλαν σε ένα δωμάτιο, όμως δεν άφησαν την Φαίη να περάσει μέσα. Μετά από κάποια λεπτά βγήκε ένας γιατρός και της ζήτησε να τον ακολουθήσει μέχρι το γραφείο του.

Φαίη: Δεν είναι κάτι σοβαρό εε; θα φύγουμε τώρα έτσι δεν είναι γιατρέ; είπε με ένα βλέμμα γεμάτο φόβο και περιέργεια

Γιατρός: πίστεψέ με θα ήθελα πολύ να πω κάτι τέτοιο.. όμως η μητέρα σου πάσχει από μια θανατηφόρα ασθένεια.. Έχει καρκίνο στον εγκέφαλο.. είπε και έστρεψε το βλέμμα του προς τα χαρτιά που είχε τοποθετημένα πάνω στο γραφείο του.

Η Φαίη τα 'χασε . Δεν είπε τίποτα. Ούτε καν πίστευε σε αυτό που άκουγε. Νόμιζε πως ήτανε όνειρο η μάλλον εφιάλτης. Όχι! δεν ήταν όνειρο, ήτανε όμως ένας πραγματικός εφιάλτης. Δεν έμεινε άλλο στο γραφείο του γιατρού και χωρίς να πει τίποτα βγήκε τρέχοντας και κατευθύνθηκε προς το δωμάτιο που ήτανε η μητέρα της. Πήγε την φίλησε στο μέτωπο και καθώς της χάιδευε το χέρι, της ψιθύρισε:

<<Μην φοβάσαι μανούλα μου, είμαι και θα είμαι δίπλα σου, όπως εσύ όλα αυτά τα χρόνια. Θυμάσαι; μου είχες πει να στέκομαι δυνατή σε κάθε δυσκολία; Σειρά σου τώρα λοιπόν να σταθείς δυνατή και να κερδίσεις>> 

Η μητέρα της χαμογέλασε καθώς ένα δάκρυ κύλισε από τα μάτια της. <<Σειρά μου λοιπόν>> απάντησε χαϊδεύοντας της το κεφάλι που το είχε ξαπλώσει δίπλα στο χέρι της η Φαίη για να μην την καταλάβει ότι κλαίει. Δεν ήξερε τι έπρεπε να κάνει πλέον. Έπρεπε να αφήσει μόνη της την μητέρα της για να ξεκουραστεί όπως της πρόσταξε ο γιατρός. Όχι! Η Φαίη δεν ήθελε να φύγει ούτε λεπτό από κοντά της. Φοβότανε. Εκείνη την ώρα φοβότανε τα πάντα που μπορούσανε να γίνουνε αμα θα έφευγε και μίσησε για ακόμα μια φορά τον πατέρα της. Αυτός έφταιγε! Αυτός ήτανε η αιτία που είδε την μητέρα της σε αυτό το χάλι!

Η Πληγωμένη Έφηβη (Υπο διόρθωση)Where stories live. Discover now