Άλλη μια φορά ξεκινώ με τη λέξη “βράδυ”. Βράδυ, λοιπόν, κατεβαίνω από την Καπλανών προς τη Νομική, κατευθύνομαι στο μετρό της Πανεπιστημίου. Το παρκάκι μπροστά από τη Νομική… Κατά πολλούς απλησίαστο το τελευταίο καιρό. Βέβαια συχνά βλέπεις και “τολμηρούς” τύπους να το κατηφορίζουν άλλοι ανέμελοι, άλλοι φοβισμένοι, άλλοι με παρέα μα όλοι το προσπερνούν γρήγορα. Εγώ γουστάρω να περνάω από εκεί, όχι για να βλέπω τη μιζέρια και να φτιάχνομαι ή επειδή είμαι πολύ σκληρή. Απλά ήθελα να τους δείχνω κάθε φορά με την ανέμελη και απερίσκεπτη παρουσία μου ότι δε τους φοβόμουν. Σχεδόν ποτέ δε αισθάνθηκα φόβο περνώντας απ'αυτό το παρκάκι, ποτέ δεν ένιωσα περίεργα ή επιθετικά βλέμματα επάνω μου. Μόνο ντροπή. Οι περισσότεροι απλώς ντρέπονταν κι έστρεφαν το βλέμμα αλλού… Άνθρωποι μεγάλοι αλλά και νεαροί. Ίσως βέβαια να με ξεγελούν οι διάφορες “επιδράσεις” στο πρόσωπό τους και να αλλοιώνουν τα χρόνια που διαγράφονται πάνω σε αυτό αλλά και πάλι μερικοί φαντάζουν πιο φρέσκιοι από άλλους. Άντρες και γυναίκες, φωνακλάδες άλλα και πιο ήρεμες προσωπικότητες, όλοι μαζί μοιράζονται το παρκάκι αλλά κι ένα κοινό βάσανο. Οι περισσότεροι δεν ασχολούνται καν με τη παρουσία μου, δε με κοιτούν δε τους ενδιαφέρω. Όπως έχουμε μάθει εμείς να κλείνουμε τα μάτια μας σε τέτοιες παρουσίες και να μη τους αισθανόμαστε καν μέσα στο χώρο, έτσι κι αυτοί στέκονται αποκομμένοι μες το ληθαργό τους.Καθώς περνώ για άλλη μια φορά από εκεί πέφτει το περίεργο και αχόρταγο βλέμμα μου πάνω σε δυο σκιερές φιγούρες που ξεδιπλώνονται πίσω από το περίπτερο στο δρομάκι. Βλέπω έναν ξανθό, νεαρό τύπο και μπροστά του έναν πιο μελαμψό να τον κρατά γερά και να προσπαθεί να του χτυπήσει μια ένεση στο λαιμό.
-Όχι εδώ πέρα μας βλέπουν! αναφωνεί όλο ντροπή και άγχος ο ξανθός…
-Δε μ'ενδιαφέρει, απαντά κατηγορηματικά και νευρικά ο μελαμψός.
Τραβώ απότομα το περίεργο βλέμμα μου, σα να μην ήθελα να τους ενοχλήσω άλλο. Τους προσπερνώ και συνεχίζω προς το μετρό. Στο δρόμο σκέφτομαι διαρκώς. Το πώς νιώθουν, το πώς ζουν, γιατί έφτασαν ως εκεί, τι μπορώ να κάνω, τι μπορούν να κάνουν, αν τους αρέσει αυτή η κατάσταση, αν έχουν οικογένεια ή τους απέρριψαν οι δικοί τους, αν τους θεωρούν απόβλητους όπως τους θεωρεί και η κοινωνία. Δε καταλήγω και σε τίποτα σπουδαίο μέσα μου, όπως οι περισσότεροι. Λίγα τρελά αλλεπάλληλα κύματα σκέψεων και δράσεων για μερικά δευτερόλεπτα και μετά απότομο σκοτάδι. Αυτό είναι και το κυρίαρχο πρόβλημα. Η απραγία που επέρχεται μετά από τον βομβαρδισμό τέτοιων σκέψεων. Σα να μας πήραν τα πυρά και απομείναμε εκεί στο σκοτάδι ανήμποροι. Μαλακίες… Αρχίζω να ζεσταίνομαι υπερβολικά, ιδρώνω. Καλοκαίρι στην Αθήνα, ζέστη, πολλή ζέστη και είναι όλη μες το κεφάλι μου.