1.2

177 17 8
                                    

Γιορτή 28ης Οκτωβρίου:
Με το που μπήκα στο σχολείο εψαχνα παντού για αυτόν,αφού δεν τον είδα πήγα να καθίσω με την Βίκυ(κολλητή μου).
Συζητήσαμε λίγο για το βιβλίο π διαβάζαμε και οι δυο και ύστερα είδα τον Γιάννη ο οποιος ερχόταν προς το μέρος μας.
Γ:"Βρε βρε βρε,τι εχουμε εδώ ?"
Β:"Λέει και ένα καλημέρα ο κόσμος"
Γ:"Ο κόσμος, εγώ δεν είμαι ο κόσμος"
Β:"Αι ρε"
"Καλημέρα,Γιάννη",πρόσθεσα στην"φιλοσοφημένη"συζήτηση τους.
"Καλημέρα" μου απάντησε ο Γιάννης και έσκυψε προς το μέρος μου να με φιλήσει και γύρισα απότομα υπενθυμίζοντας του ότι η Βίκυ ήταν ακόμα δίπλα μας.
Τότε χτυπησε το κουδούνι και μαζεύτηκαμε όλοι στο αμφιθέατρο,ευτυχώς το αμφιθέατρο μας ήταν αρκετά μεγάλο,πράγμα καλό για την Βίκυ που ήθελε να καθίσει στις πίσω θέσεις για να παίξει ανενόχλητη με το κινητό της.
Κάθισα στις μπροστινές θέσεις,σιγά σιγά το αμφιθέατρο σκοτείνιασε και κάποιος τράβηξε τις κουρτίνες,τότε άρχισε να παίζει το powerpoint που είχε ετοιμάσει με πολλή προσπάθεια,όπως μας προείπε στο μάθημα της,η Αγγλικού.
Δεν την συμπαθώ την Αγγλικού γιατί είναι ηλίθια,καταρχάς κάνει αγγλικά ενώ δεν ξέρει αγγλικά και περπατάει σαν πάπια. Είναι γύρω στα 50 με κοντά κόκκινα μαλλιά και πάντα ντύνεται περίεργα.
Είχα χαθεί στις σκέψεις μου αλλά γρήγορα επανήλθα στην πραγματικότητα όταν ένιωσα ένα χέρι να με σκουντάει.
Τραντάχτηκα και παραλίγο να ουρλιάξω αλλά τότε κατάλαβα ότι το χέρι ήταν της Βίκης.
"Εσύ δεν θα καθόσουν πίσω να παίξεις candy?"
"Ναι,έτσι έλεγα μέχρι που είδα αυτό", ειπε δείχνοντας την σκηνή.
Κοίταξα προς την σκηνή και τότε είδα τον Γιάννη να κάθεται,αχ ήταν υπέροχος.
Φορούσε μια μαύρη μπλούζα που τόνιζε ελαφρώς τους κοιλιακούς του και φορούσε ένα μαύρο τζιν που ήταν μάλλον ακριβώς το νούμερο του καθώς έδειχνε λες και είχε ραφτεί ειδικά για αυτόν.
Είχε σταυρωμένα τα χέρια του και έτσι μπορούσε εύκολα να διακρίνει κανείς τους μυς του και τις φλέβες που πετάγονται στα χέρια του.
"Μα δεν μου είπε ότι θα συμμετάσχει στην γιορτή" είπα γυρίζοντας να κοιτάξω την Βίκυ που είχε ήδη μετατοπιστεί στην θέση της και έπαιζε πάλι με το κινητό.
Εκεί ημουν και τον κοιταζα...
Έβλεπα κάθε του κίνηση,έβλεπα πως έπαιζε με τα δάχτυλα του επιδεικτικά ενώ σκεφτόταν .
Δεν ξέρω τι σκεφτόταν ,προσπαθούσα να φανταστώ τι σκεφτόταν αλλά εκείνη την στιγμή ήμουν τόσο χαμένη στο να τον θαυμάζω που η φαντασία μου δεν μπορούσε ούτε στο ελάχιστο να αγγίξει τις σκέψεις του.
Το βλέμμα του κενό,όπως πάντα.
Το βλέμμα μου όμως καλπάζει πάνω στο σώμα του και οι σκέψεις μου ξεγυμνώνουν την ψυχη του.
Σηκώθηκε να χορέψει και η μόνη μου σκέψη ήταν:"Ωχ θεε μ",ήξερα τι θα ακολουθήσει.
Ήξερα ότι θα ακολουθούσε μια σύνθεση τελειότητας.
Μετά οι σκέψεις εξαφανίστηκαν.Κάθε είδος λογικής μέσα μου δολοφονήθηκε,έμεινε μόνο το συναίσθημα.Τον κοίταζα ενώ χαμογελούσε προσπαθώντας να κρύψει την αμηχανία του.
Η μουσική είχε ξεκινήσει και καθώς χόρευε και ο ρυθμός γινόταν γρήγορος,όλο και πιο γρήγορα ξεχύνοταν το πάθος μέσα στις φλέβες του και κατέληγε να τυλίγει αισθησιακά τα πόδια του που χτυπούσαν με δύναμη το πάτωμα και ένιωθα να τραντάζομαι.
Ο λαιμός του έσφιγγε,όλο το σώμα του έσφιγγε,αλλά ο λαιμός του,θεε μου,θα ορκιζόμουν ότι μόνο με το βλέμμα μπορούσα να δημιουργήσω την αίσθηση ακουμπούσα τον λαιμό του.
Ένιωθα ολοκληρωμένη βλέποντας τον.
Ένιωθα ολοκληρωμένη ξέροντας οτι είναι δικός μου.
Η μουσικη ομως τελείωσε,ο χορός σταμάτησε,όλοι άρχισαν να χειροκροτόυν,μαζί και εγώ.
Ένιωθα τόσο περήφανη.
Κατέβηκε απο την σκηνή και ήρθε προς το μέρος μου.
"Ώστε χορεύεις κρητικούς ε?"
"Ναι"
"Τι άλλο μου κρύβεις?"
"Τίποτα",είπε και με φίλησε

Ξανά Where stories live. Discover now