Η επόμενη μέρα ήταν ο ορισμός της βαρεμάρας,όλοι μιλούσαν για το πάρτι που θα γινόταν το βράδυ και αυτό έκανε ακόμα πιο βαρετή την ημέρα γιατί δεν θα πήγαινα.
"Θα πάς πάρτι?"
Άκουσα τόσες φορές αυτήν την ερώτηση που νόμιζα ότι απλά είχα κολλήσει στον χρόνο.
Η απάντηση ήταν ένα απλό "οχι" συνοδευμένο απο ένα αμήχανο χαμόγελο.
Αφού τελείωσε η μέρα πήγα σπίτι όπου φυσικά δεν με περιμένε έτοιμο φαγητό άρα έπρεπε να μαγειρέψω.
Κάποτε με πείραζε που έπρεπε να το κάνω αυτό αλλά πλέον το συνήθισα.
Έφαγα έπλυνα τα πιάτα και έστειλα μήνυμα στον Γιάννη και περίμενα να μου απαντήσει αλλά μετά απο 10 λεπτά αποκοιμήθηκα πάνω στον πάγκο της κουζίνας.
Ξύπνησα από τον ήχο του κινητού μου που χτύπαγε μανιωδώς.
Βασικά ή είχα ψευδαισθήσεις ή χτύπαγε όντως μανιωδώς.
"Ναι,ποιος είναι?"
"Εγώ είμαι ρε Μπέθ,δεν είναι ώρα για παιχνίδια"
"Γιάννη εσύ είσαι?"
"Σου ακούγομαι για τον Γιάννη ηλίθια?Η Βίκυ είμαι,πρέπει να έρθεις κατευθείαν εδώ,ο Γιάννης έχει ξεφύγει"
"Βίκυ τι έγινε?Τι εννοείς ότι έχει ξεφύγει",τα χειρότερα περνούσαν απο το μυαλό μου καθώς προσπαθούσα να φανταστώ τι εννούσε η Βίκυ.
"Έλα αμέσως,είμαστε πάρτι,πάρε ταξί και έλα αμέσως"
"Πάρτι? Τι ώρα είναι"
"10:30"
Κοιμόμουν για ώρες.
Πήρα το τηλέφωνο του Γιάννη 6 φορές και δεν το σηκώνε και έτσι αποφάσισα να αλλάξω και να παω στο πάρτι.
Όταν έφτασα στο κλαμπ που γινόταν το πάρτι η εικόνα ηταν αισχρή και ακόμα δεν είχα μπει μέσα.
Έβλεπα κοπέλες μικρής ηλικίας να παραπατούν λόγω πολύ ψηλών παπουτσιών και λόγο αλκοόλ φυσικά.
Κοίταξα γύρω μου και ήταν όλοι πολύ καλά ντυμένοι και εγώ ήμουν με μια μπλούζα που έφτανε ως τα γόνατα και είχε μπροστά το logo των Metallica,μια τζιν ζακέτα πάνω και τα super stars μου.
Προχώρησα προς την είσοδο και έβγαλα 10€ απο την τσέπη μου και τα έδωσα κατευθείαν στον κύριο μπροστά απο την πόρτα.
Με κοίταξε λεπτομερώς απο κάτω προς τα πάνω και μετά με ένα υπεροπτικό ύφος μου είπε να περάσω μέσα.
Όταν μπήκα μέσα ένιωθα τα κοκκαλά μου να δονούνται στον ρυθμό της μουσικής.
Ο χώρος ήταν μικρός και η ατμόσφαιρα καυτή,η μυρωδιά του αλκοόλ σε συνδυασμό με την μυρωδιά του τσιγάρου έκαιγε τα ρουθούνια μου.
Όλοι χόρευαν ο ένας πάνω στον άλλον.
Έβγαλα το κινητό μου απο την τσέπη μου για να πάρω την Βίκυ τηλέφωνο.
Δεν το σήκωνε και έτσι αποφάσισα να την ψάξω.
Τότε είδα αυτό για το οποίο μάλλον με προετοίμαζε.
Ήταν ο Γιάννης καθισμένος σε ένα σκαμπό με ένα μπουκάλι βότκα στο χέρι και μια κοπέλα πάνω στα πόδια του.
Τον φίλαγε και αυτός δεν έκανε τίποτα απολύτως τίποτα.
Η καρδιά μου σταμάτησε,η μουσική σταμάτησε ολα στο μυαλό μου σταμάτησαν.
Ένιωθα άδεια δεν υπήρχε τίποτα που να μπορούσε να με συνεφέρει εκείνη την στιγμή.
"Ρε μαλακά!"είπα με όλη την δύναμη που είχα εκείνη την στιγμή και κατάφερα να κάνω τους πάντες να στρέψουν το βλέμμα τους προς το μέρος μου.
Η κοπέλα πάνω του τινάχτηκε στο άκουσμα της φωνής μου και απομακρύνθηκε απο το σώμα του Γιάννη.
Πλησίασα τον Γιάννη και άρχισα να τον χτυπάω,μανιωδώς,είχα τρελαθεί, τον χτύπαγα και του φώναζα,οι λέξεις μπερδεύονταν στην προσπάθειά μου να κρατήσω τα δάκρυα μου.
Ένιωσα ένα χέρι στον ώμο μου και ύστερα μια φωνή,ήταν η Βίκυ.
"Μπέθ,ηρέμησε σε παρακαλώ",είπε με με φωνή τρεμάμενη
Τα δάκρυα είχαν πια ξεφύγει απο τους δεσμούς μου.
Έτρεχαν στο πρόσωπό μου καθως απαντούσα στην Βίκυ.
"Πώς να ηρεμήσω Βίκυ?Πως γαμώτο?!",είπα με λυγμούς.
Γύρισα και κοίταξα τον Γιάννη,έδειχνε να συνέρχεται απο το σοκ και να καταλαβαίνει τι συμβαίνει.
Μου έπιασε το χέρι προσπαθώντας να μου πει κάτι.
"Παράτα με ρε μαλάκα,άσε το χέρι μου!" του φώναξα.
"Μπέθ άκουσέ με",είπε.
"Τι να ακούσω,τι?Ότι έπεσε κατα λάθος πάνω σου και είπες να την βοηθήσεις?Τι ρε?Πες μου,εδώ είμαι!"
"Μπέθ",είπε συλλαβίζοντας.
Τα πάντα είχαν σταματήσει πλέον και όλοι κοίταζαν εμάς,μερικοί είχαν βγάλει και τα κινητά τους και έβγαζαν βίντεο το "συμβάν",άλλοι σφύραγαν και φώναζαν.
Δεν με ένοιαζε εκείνη την στιγμη,μπορεί 30 λεπτά αργοτερα να με ένοιαζε αλλά εκείνη την στιγμή ήθελα απλά να ξεσπάσω.
Με κοίταξε με το ίδιο βλέμμα που με κοίταζε και ο πατέρας μου όταν έπινε πολύ και γυρνούσε σπίτι μεθυσμένος και μου φώναζε και μετά μου έλεγε "Συγνώμη μικρή μου δεν θα το ξανακάνω".
Πριν πρόλαβα να αντιδράσω σε αυτό ο Γιάννης άρχισε να κάνει εμετό.
Είχε πιει υπερβολικά,δεν θα καθόμουν να το δω ολο αυτό και έτσι αποφάσισα να φύγω.
Φεύγοντας φώναξα:"Εγώ φταίω που σε πίστεψα ρε μαλακά!"
Όταν τελείωσα το ξέσπασμα μου δεν μπορούσα να διακρίνω πουθενά την φιγουρα της Βίκυς ή της Κεϊτ.
Ένιωθα τοσο ηλίθια,ένιωθα προδομένη και εξευτελισμένη.
Δεν μπορεί να γινόταν όλο αυτο.
Δεν μπορεί!