Γλύκισμα με γεύση τριαντάφυλλο

13 2 3
                                    


Μιλάς, μιλάς, μιλάς και δεν ξέρεις τι λες, δεν ξέρεις πού πας. Μιλάς και χάνομαι, κάπου ανάμεσα στα σβησμένα άστρα. Σε ψάχνω, σε ψάχνω δεν σε βρίσκω κι όλο λέω "ατυχία". Χάνεσαι, χάνεσαι κι εγώ νευριάζω. Κι όλο λέω και λέω, μα εσύ πουθενά. Κοιτάζεις, κοιτάζω, κοιτάζουμε και δεν λέμε, δεν λέμε μόνο κοιτάμε.Ουρανός, ουρανός και το σύμπαν στην άκρη, αχανές, ερημικό.

Σκεπτόμενη αυτά, μια νύχτα Σαββάτου κάθισα να γράψω ό,τι κατέβει στο κουτό μου κεφάλι, στο φτωχό μου μυαλό. Έβαλα έναν τίτλο με κρυφές πτυχές και δεν ήξερα που πηγαίνω. 'Κάτι θα βρεις", λέω "Κάτι θα βρεις να πεις και σήμερα".Ε ναι λοιπόν, θα γράψω, θα γράψω γιατί μου έλειψε η ανάμνηση του βάζου στο ραφάκι. Το βαζάκι με το γλυκό τριαντάφυλλο.

Το κέρναγε η μαμά στη θεια Λίτσα, όταν είχα γιορτή. Εγώ δεν το δίνω το δικό μου ούτε στην θεία, ούτε στον θείο, σε κανένα. Προτιμώ να είναι ολόδικό μου, να μην ξέρει κανείς γι' αυτό. Να περπατάω στη Β. Σοφίας με μια σάκα γιομάτη βιβλία και θήκες υπερχειλισμένες χαμένη ελπίδα, να ανοίγω τη σάκα μου καταπράσινη, στρατιωτική και να βρίσκω το βαζάκι. Δεν το ανοίγω. Το βλέπω και χάνομαι. Ίσως ζω για αυτό το μικρό αλλά μαγικό βαζάκι. Να μου θυμίζει γιατί πρέπει να σηκωθώ, γιατί πρέπει να ξυπνήσω.Αυτό με κρατάει ζωντανή.Θες λίγο;

Η ζωή από δυο πλευρέςTahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon