ΝΤΡΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙΝ
Γαμώ το ξυπνητίρι μου μέσα πρωινιάτικα .
Οι ακτίνες του ήλιου του Σιάτλ φώτιζε το όμορφο δωμάτιο μου ενώ το ξυπνητίρι μου τσίριζε κυριολεκτικά. Η ώρα ήταν 8:00π.μ και στο σχολείο πηγαίναμε στις 9:00 π.μ.Γύρισα από την μεριά του κομοδίνου να το κλείσω και σηκώθηκα από το μαλακό μου κρεβάτι. Το ξανασκέφτηκα όμως και ξαναξάπλωσα και σιγοτραγουδούσα.
"Today i dont feel like doing anything. I just wanna stay in my bed. Dont feel like picking up my phone.."
Ντριιιιιν
Με διέκοψε από το τραγιυδάκι μου ο ήχος κλήσης του κινητού μου. Δεν έλεγα καλύτερα να έρθει ο Μπίμπερ μου γυμνός. Σηκώθηκα από το κρεβάτι μου για να ψάξω το κινητό μου αλλά δεν το έβρισκα μέχρι που μια στιγμή σταμάτησε. Εγώ όμως δεν έπαψα να το ψάχνω. Τελικά ήταν στην τσάντα μου. Όταν βλέπω ποιος με πήρε κατάλαβα ότι ήταν το τηλέφωνο της φυλακής. Ειμαί σίγουρη. Θα με πήρε τηλέφωνο για να με ρωτήσει αν έφτασα καλά.
Πήγα στην ντουλάπα μου για να δώ τι ρούχα θα βάλω και διάλεξα να φορέσω κάτι που να μην είναι μαύρο για να μην δώσω υποψίες στο καινούργιο μου σχολείο. Δεν θέλω να γίνω πάλι το κοινό θέαμα. Έτσι διάλεξα μια άσπρη κοντή ,που έφτανε μέχρι την μέση από τα μπούτια μου,φούστα και μια μαύρη κομτή αμάνικη μπλούζα που έγραφε "chocolate is my boyfriend".
Πήγα στην τουαλέτα αφού πήρα τά εσωρουχα μου. Έβγαλα τα ρούχα μου και είδα τον ευατό μου στον καθρεύτη. Περιτό να σας πω ότι τρόμαξα όταν είδα τον ευατό μου. Τα ίσια μαλλιά μου ήταν αίσχος και οι αφέλιες μου πετούσαν. Έτσι για να μην χρειάζεται να με θαυμάζω πιο πολύ έκατσα στγν μπανιέρα μου και άνοιξα το χλιαρό νερό. Αυτό είναι ότι πρέπει για ένα πρωί σε καινούργιο σχολείο στις αρχές του Αυγούστου.Μετά από δέκα λεπτά έβαλα την πετσέτα γύρω μου και άρχισα νά βουρτζίζω τα δόντια μου. Η μαύρη οδοντόβουρτσα μου ήταν εκπληκτική με άσπρα αστεράκια που με έκανε να χαμογελάσω. Όταν τελίωσα με την καθαριότητα μου έβγαλα την πετσέτα μου και έβαλα τα εώρουχα μου. Βγήκα έξω και έβαλα τα ρούχα μου. Κοιτάχτηκα λίγο στο μεγάλο μου καθρεύτη και είδα πως είμαι μια χαρά για πρώτη μέρα. Χτένισα τα μαλλιά και ίσιωσα λίγο τις αφέλιες μου. Έβαλα λίγο μάσκαρα και ξανακοιτάζτηκα στο καθρεύτη για πολύ ώρα νομίζω. Όλοι μου λέγανε ότι μοιάζω πολύ με τον πατέρα μου αλλά όσο μεγαλώνω μου θυμίζω την μητέρα μου με τα όμορφα πρασινοπά μάτια της,τα όμορφα λακάκια της που ακολουθούσςν τα χείλια της όταν μιλούσε και όταν χαμιγελούσε και το όμορφο της σώμα. Αλλά εγώ δεν είμαι τόσο όμορφη όσο εκείνη αν και πάλι καλά πήρα το ύψος του μπαμπά μου. Sorry mom.
Μου λείπουν πολυ.
Πήρα μια βαθιά ανάσα την τσάντα μου και έβαλα τα παπούτσια μου. Κατεβαίνονταε κάτω ένα ύπεροχο τόστ έσπαγε την μύτη μου. Όταμ έφτασα στην κουζίνα είδα την Βάϊολετ να ξεροψύνει το τοστ.
'Μμμ. Καλημέρα Βάϊολετ.'
Της είπς καθώς πήρα το ποτήρι από το φυσικό χυμό και το ήπια με την μια.
'Καλημέρα γλυκιά μου . ξεκουράστηκες καθόλου;'
'Μμ ξεκουραθτηκααρκουετα. Το τοουστ είναι γαματουυυτικο'
Της είπα με γεμάτο το στόμα μου και εκείνη γέλασε.
'Τι τρόπος για μια κοπέλα'
Είπε η Μανταν μαλάκο αφού μας έκανε την τιμή να κατέβει να φάει μαζί μας.
'. Μαγαλειοτάτη.'
Της είπα ειρωνικά καθώς άφησα το τόστ και της έκανα μια υπόκλιση.
'Ειρωνία πρωί πρωί;'
Μου είπς καθώς πήρε καφέ και το έβαλε στι φλιτζάνι της.
'Καθόλου ειρωνία. Αυτός είναι ο χαρακτήρας μου.'
Της είπα αφού έκατσα και άρχισα να τρωω πάλι.
'Δεν θα ασχοληθώ μαζί σου. Δεν έχω πάρει και τα φάρμακα μου.'
Είπε ενώ έβαλε το χέρι της στο μέτωπο.
'Φαίνεται.'
Είπα σιγανόφονα
'Ορίστε;'
Είπε η Μελ με με το χέρι της στα πλάγια σαν να κρατάει δίσκο.
'Δεν νομίζψ να σου μίλησα.'
Της είπα και εγώ μιμόντας τις κινήσεις της και την φωνή της.
Η Μελ ήταν μια ψηλή κυρία με ξανθά μαλλιά και μεγάλα μάτια. Δεν μπορώ να πω είναι όμορφη γυναίκα αλλα εάν δεν ήταν τόσο ξινή ίσως να την συμπαθούσα. Ίσως είπα μην πέρνουμε και φόρα.
'Τέλος πάντων. Βάϊολετ φέρε μου το πρωινό μου και τα φάρμακα μου γρήγορα. Και σιδέρωσε το κουστούμι. Θα πάω στο γραφείο σήμερα."
Είπε καθώς η Βάϊολετ της έφερε το πρωινό της.
'Μάλιστα κυρία.'
Είπε η Βάϊολετ ενώ από πίσω της της έβγαζε την γλώσσα αλλά μόνο εγώ μπόρεσα να το δώ καθώς γέλασα λιγάκι αλλά το έκρηψα με ένα μικρό βιχαλάκι.
Η Βάϊολετ έτρυψε να φύγει για να κάνςι αυτά που της είπε η Μελ και εμείνα μόνη μου μαζί της.
Που πάς Βάϊολετ και με αφήνεις μόνη μου με τον διάβολο τον ίδιο;
Καθώς πήγε να πεί κάτι κατέβηκε το τσόκαρο η Γκάμπι. Ναι αυτή μας έλειπε τωρα.
Φορούσε την πιό κοντή ρόζ φούστα που είχε και μια άσπεη μπλούζα που έκανε το στήθος της να πετάγετε έξω. Φορούσε άσπρες γόβες και τα κοντά καστανά μαλλιά της έφταναν με ελεφρές μπούκλες στον ώμο της. Πάνω στα μάτια της βρισκόταν μια λεπτή μαύρη γραμμή που άπλωνόταν ομοιόμορφα τα μεγάλα καταγάλανα μάτια της.
'Ωχ η κάμπια'
Είπε καθώς πήρε την θέση της στο τραπέζι στην καρέκλα δίπλα από την μητέρα της και τώρα βρισκόντουσαν και οι δυό τους απέναντι μου.
'Ωχ η κάργια.'
Της απάντησα με ένα ψεύτικο χαμόγελο.
'Τι γλυκιά!"
Είπε ειρωνικά καθώς έβαλε καφε και στη δικιά της κούπα.Μας μπορούνε τον καφέ εγώ εάν πιω, πίνω μόνο απόγευμα.
'Επίσης.'
Της είπα καθώς έφαγα το τόστ μου και τοποθέτησα το πιάτο και το ποτήρι στο ντουλάπι αφού πρώτα τα καθάρισα.
'Αχ φέρε μου λίγο της φράουλες που μου έχει ετοιμάσει η Βι.'
Μου είπε καθώς έβγαλε το κινητό της και έπαιζε.
'Βλέπεις να έχω τέτοια πρόφαση;'
Της απαντάω αφού πήρα την μαύρη τσάντα μου και έδεσα τα μαύρα κομβερς μου.
'Φέρε μου το πιάτο μου μην σε πάρει και σε σηκώσει'
Μου είπε με θυμό αυτή την φορά. Σιγά κουκλα μου σου σπάσει κανα νύχι και σου φύγει η ψευτικη βλεφαρίδα.
'Γλυκιά μου Γκαμπι μην εξάπτεσαι. Δεν σε έμαυθα τετοιους τρόπους. '
Είπε η Μέλ ήρεμη.
'Δεν σου έμαθα αυτους τους τρόπους. Σου έμαθα τους τρόπους "να κάθεσαι σε όλους".'
Της είπα ειρωνικά καθώς πήρα τα κλειδιά μου και την τσάντα μου.
'Θα μου το πληρώσεις.'
Την άκουσα να φωνάζει καθώς άνοιξα την πόρτα. Γύρισα προς τα πίσω και την φώναξα με όσο πιο γλυκιά φωνή μπορώ.
'Γκάμπι;'
'Τι θες;'
Είπε και γύρισε για να κοιτάξει.
'Με πολύ αγάπη από εμένα για εσένα.'
Της είπα καθώς έκανα.και καλά ότι κούρδιζα το χέρι μου μέχρι να σηκωθεί το μεσσαίο μου δάχτυλο και της χαμογέλασα. Δεν περίμενα την απάντηση της καθώς γύρισα καο έκλεθσα την πόρτα δυνατά.
BẠN ĐANG ĐỌC
Hearts Of Silence
Teen Fiction"Μην σε νοιάζει " είπε "Έχω συνηθίσει να ερωτεύομαι ανθρώπους που δεν νιώθουν το παραμικρό για εμένα .Έχω συνηθίσει να πληγώνομαι και να συνεχίζω την ζωή μου σαν να μην συνέβει τίποτα." Και με αυτά τα λόγια έφυγε με το κεφάλι ψηλά να της φωτίζει το...