Βγήκα από την Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου κατευθυνόμενη στο κυλικείο. Βέβαια ο πραγματικός λόγος δεν ήταν αυτός αλλά για να τον βρω. Είχε βγει από την Βιβλιοθήκη και έλειπε εδώ και δέκα λεπτά. Δεν μπορώ να καταλάβω που πήγε. Και άλλη φορά έχει βγει αλλά έχει επιστρέψει πολύ σύντομα... τώρα...;! Προχωράω στον διάδρομο αγχωμένη κοιτώντας γύρω-γύρω αλλά δεν τον βλέπω πουθενά, έχω φτάσει στην Ανατολική πτέρυγα και ακόμη τίποτα. Τότε νιώθω κάποιον να πιάνει τον καρπό μου και να με τραβάει προς το μέρος του. Με το που γύρισα βρέθηκα ακριβώς πρόσωπο με πρόσωπο μαζί του. Τα μάτια του είναι... Αχ! Θεέ μου. Νιώθω την καρδιά μου να σταματάει και να σφίγγεται τόσο, προκαλώντας μου έναν περίεργο πόνο. Το χέρι του γύρω από το δικό μου με κάνει να νιώθω μια περίεργη ζεστασιά που εξαπλώνεται σαν φωτιά σε όλο μου το σώμα. Η μυρωδιά του σε συνδυασμό με το άρωμα του, μου προκαλούν μια γλυκιά ζάλη. Η ανάσα του πάνω στο πρόσωπο μου είναι σαν ένα δροσερό αεράκι που μου δίνει οξυγόνο για να μπορώ να ζω αλλά ταυτόχρονα νιώθω πως δεν έχω καθόλου αέρα για να αναπνεύσω. Νιώθω ένα απαλό άγγιγμα από την μέσα πλευρά του καρπού μου, που μου δημιουργεί ένα ρίγος που σιγά, σιγά, αλλά σταθερά εξαπλώνεται σε όλο μου το σώμα. Χαϊδεύει με τον αντίχειρα του και με κάνει στην κυριολεξία να λιώνω... είναι τόσο επώδυνο αλλά και τόσο ευχάριστο. Αναστέναξα και έκλεισα για δευτερόλεπτα τα μάτια μου. Τι στο καλό είναι τώρα αυτό; άρχισα να αναρωτιέμαι καθώς προσπαθούσα να συνέλθω αλλά μάταια. Και τότε άνοιξε το στόμα του και άρχισε να προφέρει μια πρόταση που με δυσκολία καταλάβαινα, αφού είχα χαθεί στα μάτια του. Τελικά με την τρίτη προσπάθεια μπόρεσα και κατάλαβα τι μου έλεγε.
"Είσαι καλά; Melinda με ακούς; Σε παρακαλώ με τρομάζεις. Είσαι καλά;" η φωνή του σαν μια μελωδική αρμονία ηχεί στα αυτιά μου κάνοντας με να νιώθω πως βυθίζομαι ακόμη πιο πολύ στον κόσμο που υπάρχει μόνο αυτός. Ο τρόπος που λέει το όνομα μου είναι... είναι τόσο μαγικός και ξεχωριστός.
"Ναι... είμαι καλά... ναι..." του απάντησα προσπαθώντας να μην κομπιαζω και χάνω τα λόγια μου, και ο μόνος τρόπος για να το καταφέρω αυτό ήταν να σκύψω το κεφάλι μου και ρίξω το βλέμμα μου στο πάτωμα. Αλλά όχι...! Θέλει να με βασανίσει κι άλλο... δεν του φτάνουν όλα αυτά που κάνει...
Έχει περάσει το αριστερό του χέρι στο πηγούνι μου -αφού με το δεξί κρατάει ακόμη τον καρπό μου- και ανασηκωνει σιγά σιγά το κεφάλι μου ώστε να κοιτάω κατευθείαν στα μάτια του.
"Είσαι σίγουρη Melinda; Εσύ είχες χλωμιασει και τώρα είσαι κατακόκκινη." σχολίασε οδηγώντας το χέρι του από το πηγούνι μου προς τον λαιμό μου με αργές κινήσεις που με βασανίζουν. "Και καις κιόλας." συνέχισε χωρίς να σταματά να μετακινεί το χέρι του, μέχρι που άρχισα πάλι να αισθάνομαι το ίδιο ρίγος σαν αυτό στο καρπό μου αλλά στην πίσω πλευρά του αυτιού μου τώρα.
"Ναι Alexander είμαι μια χαρά!" του είπα απότομα και τραβήχτηκα πίσω αφήνοντας το χέρι του μόνο του στον αέρα. Τότε με ένα θλιμμένο και ταυτόχρονα απογοητευμένο βλέμμα άφησε το χέρι του να πέσει επιστρέφοντας στη θέση του. Πρώτη φορά λέω το όνομα του μπροστά του κιόλας. Συνήθως αποφεύγω και να τον κοιτάω όχι να του μιλήσω κιόλας.
"Εντάξει." είπε με το ίδιο απογοητευμένο βλέμμα και με έναν θλιμμένο τόνο στην φωνή του απο ότι πριν. Άλλα αυτό άλλαξε αμέσως στην επόμενη πρόταση του.
"Ξέρεις εγώ... ήθελα να μιλήσουμε." είπε κοιτώντας το χέρι του που ακόμη κρατούσε το δικό μου. Ήθελα να τραβήξω και το χέρι μου πίσω, από την μια αλλά από την άλλη ένιωθα τόσο ωραία.
"Να μιλήσουμε;!" ρώτησα ξαφνιασμένα, και με το δίκιο μου, αφού στο κάτω-κάτω τι είχαμε να πούμε εμείς οι δύο; ούτε παρέα δεν κάναμε καλά καλά.
"Ναι. Να μιλήσουμε. Βασικά εγώ θέλω να σου πω." είπε κάπως διστακτικά τώρα αρχίζοντας να κουνάει με ένα σιγανό ρυθμό τα χέρια μας.
"Εντάξει." είπα και περίμενα να ακούσω τι έχει να μου πει.
"Όχι. Όχι εδώ. Όχι τώρα." είπε αφού κατάλαβε ότι περιμένω να ακούσω τι έχει να μου πει.
"Αλλά...;!"
"Ίσως για απόψε. Αν δεν έχεις να κάνεις κάτι βέβαια." είπε καθώς ένα χαμόγελο άρχισε να σχηματίζεται στα χείλη του. Και αυτά τα χείλη του είναι... και... και το χαμόγελο του... θέλω να... Melinda σύνελθε, μην αρχίζεις. Το έχεις χάσει έτσι; Δεν πας καθόλου καλά. Μα τι κάνω; Τώρα μιλάω και με τον εαυτό μου; Λοιπόν μην τον σκέφτεσαι... αλλά πως να μην τον σκέφτομαι αφού είναι εδώ μπροστά μου και μου μιλά; Σκέψου κάτι άλλο... όχι αυτόν... και το ποσό υπέροχος είναι... ούτε αυτά τα φωτεινά ζεστά κάστανα του μάτια που ταιριάζουν απόλυτα με τα κοντά κάστανα μαλλιά του... ούτε αυτό το υπέροχο χαμόγελο του που έρχεται σε απόλυτη αρμονία με τα πλούσια χείλη του και τον μουσικό ήχο της φωνής του. Α! Όχι. Όχι. Φτάνει. Σταματά. Μην τον σκέφτεσαι. Μην τον σκέφτεσαι.
"Λοιπόν;" ρώτησε βγάζοντας με από τις σκέψεις μου και περιμένοντας μια απάντηση.
"Ε...;! Όχι... ναι... βασικά τι με ρώτησες;" του είπα αφού ήμουν εντελώς χαμένη στις σκέψεις μου και δεν άκουσα τι με ρώτησε.
"Για απόψε το βράδυ..." ξεκίνησε να μου εξηγεί.
"Α! Ναι, εντάξει." είπα αυθόρμητα χωρίς καν να το σκεφτώ.
"Αλήθεια; Χαίρομαι. Τι λες για τις οχτώ;"
"Ναι είναι μια χαρά."
"Μήπως θέλεις να περάσω..." πρότεινε διστακτικά αλλά δεν τον άφησα να ολοκληρώσει.
"Όχι. Δεν χρειάζεται. Θα συναντηθούμε έξω."
"Όπως θες." είπε και διέκρινα πάλι ένα απογοητευμένο τόνο στην φωνή του αφήνοντας το χέρι του τώρα από το δικό μου. Εκείνη την στιγμή ένα κομμάτι μου χάθηκε. Σαν να μου τράβηξαν βίαια κάτι από μέσα μου.
"Θα τα πούμε." πρόσθεσε, γύρισε και έφυγε. Τον κοιτούσα μέχρι που χάθηκε από τα μάτια μου.
"Τι ακριβώς έγινε μόλις τώρα...;" μουρμούρισα καθώς σκεφτόμουν τι μόλις είχε γίνει. Έτσι άρχισα μηχανικά να κατευθύνομαι πίσω στην Βιβλιοθήκη. Άνοιξα την πόρτα και μπήκα μέσα. Τον διέκρινα με την άκρη του ματιού μου να κάθετε στα πίσω τραπέζια μαζί με την παρέα του όπως συνήθως. Όχι δεν θα τον κοιτάξω, δεν θα τον κοιτάξω... εντάξει τον κοίταξα... και με κοιτάει και αυτός με ένα χαμόγελο κάνοντας με να θέλω να πάω εκεί τώρα, αλλά όχι, τι βλακείες λέω, δεν μπορώ να πάω εκεί μαζί με όλους εκείνους. Γυρίζω απότομα και πηγαίνω στο άλλο τραπέζι στην ακριβώς απέναντι πλευρά από το δικό του. Κάθομαι στην θέση μου και κοιτάω το κενό προσπαθώντας να συνειδητοποιήσω όλα αυτά που έγιναν λίγα λεπτά πριν. Άκουω κάποιον να μιλάει δίπλα μου αλλά είμαι τόσο βυθισμένη στις σκέψεις μου που δεν καταλαβαίνω τι μου λέει.
"Melinda" διακρίνω το όνομα μου ανάμεσα σε σκόρπιες λέξεις αλλά εξακολουθώ να μην καταλαβαίνω.
'Καλέ ξύπνα σου μιλάω." είπε πιο δυνατά τώρα χτυπώντας τα χέρια της μπροστά στο πρόσωπο μου, και αμέσως όσοι βρίσκονταν μέσα στην Βιβλιοθήκη γύρισαν και της είπαν να σωπάσει.
"Συγγνώμη." είπε ψιθυριστά και γύρισε ξανά την προσοχή της σε εμένα η κολλητή μου Lizzy. Μα καλά γιατί με κοιτά έτσι.
"Τι έχεις πάθει επιτέλους;!" με ρώτησε με έναν θυμωμένο τόνο στην φωνή της.
"Τι έχω πάθει;" της απάντησα με ερώτηση και αυτό την έκανε να εκνευριστεί ακόμη περισσότερο.
"Α. Δεν θα με τρελάνεις εσύ."
"Δεν το έχω σκοπό, μην ανησυχείς." της είπα και σηκώθηκα απότομα.
"Που πας τώρα;!" ρώτησε ενώ άρχισα να μαζεύω τα πράγματα μου.
"Πες στον κύριο Ewan ότι δεν αισθανόμουν καλά και ότι έφυγα."
"Μα στάσου... ένα λεπτό..." προσπάθησε να μου πει ενώ είχα φτάσει στην πόρτα. Λίγο πριν βγω έξω γύρισα και τον κοίταξα. Με κοιτούσε και αυτός με ένα ανήσυχο βλέμμα κάνοντας τα κάστανα του μάτια πιο ζεστά από ποτέ, τότε βγήκα αμέσως έξω και έφυγα!
YOU ARE READING
Για πάντα μαζί σου.
Romance"Και αν.. και αν εγώ σε θέλω για πάντα...;!" "Τότε θα είμαι για πάντα μαζί σου!!" μου απάντησε χαμογελώντας και με έκλεισε σε μια σφιχτή αγκαλιά. Τώρα πλέον δεν με ενδιαφέρει τίποτα άλλο πέρα από αυτόν. Τον αγαπάω και με αγαπάει, το νιώθω. Για πάντ...