3.

5.2K 555 166
                                    

Το σχέδιο ήταν απλό! Θα περνούσα από την Κατερίνα, που είχα να τη δω απο κοντά γύρω στα δυο χρόνια αλλα παρολα αυτά δεν είχαμε χάσει επαφή διότι μιλούσαμε  συχνά στο τηλέφωνο, ύστερα θα περνούσα από την γιαγιά.  Δεν προσδοκούσα και ούτε είχα καμία όρεξη να τον συναντήσω όμως δεν περίμενα ότι θα πάθαινα λάστιχο αλλά ούτε και ότι θα αναγκαζόμουν να περάσω από το συνεργείο. Αλλά ο Θεός είχε άλλα σχέδια για εμένα.

Ήταν πρωί Κυριακής και εγώ τελικά έμεινα στο χωριό επειδή ο σιχαμένος δεν μου άλλαξε το λάστιχο. Χθες το απόγευμα που έπαιρνα τηλέφωνο στο συνεργείο δεν σήκωνε κανένας το ακουστικό και έτσι τον πήρα στο κινητό, δεν είχε αλλάξει αριθμό.  Μετά από τρεις κλήσεις το σήκωσε λέγοντάς μου ότι είχε δουλειά και να μην τον ενοχλώ και ύστερα μου το έκλεισε στα μούτρα.

Όλα αυτά τα σκεφτόμουν ξαπλωμένη στο παλιό μου δωμάτιο και δεν άργησα να πάρω τη απόφαση ότι ήρθε η ώρα να σηκωθώ από το κρεβάτι. Έβγαλα μέσα από την τσάντα μου τις σαγιονάρες, που πάντα τις κουβαλούσα μαζί μου, τις έβαλα και ύστερα σύρθηκα μέχρι το μπάνιο. Έκανα ότι ήταν να κάνω, έπλυνα το πρόσωπο μου και επειδή δεν είχα την οδοντόβουρτσα μου, έτριψα τα δόντια μου βάζοντας την οδοντόπαστα στο δάχτυλο μου. Βγαίνοντας από το μπάνιο, πέτυχα την γιαγιά μου στον διάδρομο.

«Καλημέρα!»είπα νυσταγμένα.

«Καλημέρα, κορίτσι μου. Δεν πιστεύω να σε ξύπνησα;»

«Όχι.» την καθησύχασα και ύστερα προχώρησα προς τη κουζίνα «Που πας;»αναρωτήθηκα αφού ηταν στολισμένη με τα καλά της.

«Στην εκκλησία. Θες να έρθεις μαζί μου;», μου πρότεινε καθώς με ακολουθούσε.

«Όχι», είπα τρομαγμένη. «Τι ώρα είναι;»

«Η ώρα είναι οχτώ. Θέλεις να σου φτιάξω καφεδάκι;»με ρώτησε και ενευσα καταφατικα  το κεφάλι μου. Δεν μπορούσα να  αρνηθώ. Έφτιαχνε το καλύτερο ελληνικό καφέ.

Έκατσα γύρω από το τραπέζι και περιμένα με ανυπομονησία να πιω το καφέ μου .

Καθώς εκείνη ανακατεύε το καφέ που ήταν πάνω στο γκαζάκι την ακουσα να με ρωτάει.«Θα κατέβεις στο Βόλο σήμερα;»

«Πού ξέρω; Άμα θα είναι έτοιμο το αυτοκίνητο».

«Το αυτοκίνητο;»απόρησε καθώς κατεβάζε το μπρίκι από τη φωτιά.

«Ναι!», σιγομουρμουρισα εκνευρισμένη και με τις παλάμες μου έτριψα το πρόσωπο μου.

Σε Ποιον Να Πω Το Σ Αγαπώ. (Υπο Διόρθωση).Where stories live. Discover now