Κεφάλαιο 1

850 4 6
                                    

Ξύπνησα..Το ρολόι δείχνει 07:30 και στα αυτιά μου έρχεται ο ενοχλητικός ήχος των αυτοκινήτων που περνούσαν  κάτω από το σπίτι μου. Ξαφνικά ακούω βήματα στον διάδρομο και μια γλυκιά φωνή να μου μιλάει.Ήταν η μητέρα μου που ερχόταν να με ξυπνήσει για να μην χάσω την πρώτη μου μέρα στο καινούργιο μου σχολείο. Έβαλα γρήγορα-γρήγορα τα ρούχα μου, οποία είχα ετοιμάσει από το προηγούμενο βράδυ,πλύθηκα και ξεκίνησα για το σχολείο.Στον δρόμο σκεφτόμουνα πώς θα ήταν η πρώτη μου μέρα και ποιές θα ήταν η καινούργιες μου παρέες.Όταν έφτασα στο σχολείο και αντίκρισα τα δεκάδες βλέμματα των παιδιών που με κοιτούσαν άρχισα να νιώθω άγχος και έντονη αμηχανία τόσο πολύ που νόμιζα ότι θα βάλλω τα κλάμματα.Άρχισα να περπατάω σίγα σιγά προς το προάυλιο του σχολείου. Κοιτόντας το έμεινα έκπληκτη από το πόσο μεγάλο ήταν. Εκεί που κοιτούσα με έκπληξη το μεγάλο προαύλιο έρχεται προς το μέρος μου μία καλοντυμένη κυρία μικρή περίπου σε ηλικία κάπου εκεί στα 32 και στάθηκα μπροστά μου.

-Γειά σου μικρή δεσποινίς.(μου αποκρίθηκε)

-Γειά σας κυρία.(της απάντησα)

-Τι τάξη πας?(μου ξαναείπε)

-Θα πάω στην πρώτη γυμνασίου.(της είπα)

Τότε άπλωσε το χέρι της στο δικό μου και μου ζήτησε να την κρατήσω. Εγώ με τα χαράς της έδωσα το χέρι μου και ξενικήσαμε να περπατάμε προς το εσωτερικό μέρος του σχολείου. Μπήκαμε σε μία μεγάλη αίθουσα από την οποιά ακούγονταν πολλές παιδικές φωνές και γέλια που ήταν τόσα δυνατά που δεν ήξερες αν ήταν από ένα άτομο ή από πολλά μαζί. Μου ζήτησε να καθήσω στο πρώτο θρανίο. Στο ίδιο θρανίο καθόταν και ένα κορίτσι μεσαίου ύψους με μαύρα μαλλιά, ρόζ γυαλιά και σιδεράκια άσπρου χρώματος. Μου έκανε αμέσως εντύπωση και την ρώτησα να μου πει το όνομα της. Λεγόταν Αθηνά και αφού συστηθήκαμε πιάσαμε την κουβέντα για τα ενδιαφέροντα μας. Καθώς σταματήσαμε την συζήτηση κοίταξα στο τελευταίο θρανίο. Ένα παιδί καθόταν μόνο του και το μόνο που έκανε ήταν να κοιτάει γύρω γύρω. Είχε σκούρα μαλλιά σηκωμένα προς τα πάνω που σου προκαλούσαν γέλιο αλλά  εμένα μου έκανε εντύπωση το στυλάκι του και ο τρόπος που με κοιτούσε. Τον έλεγαν Δημήτρη από ότι άκουσα όταν τον φώναξε ένα παιδί. Γύρισα μπροστά μου όταν άκουσα την πόρτα της αίθουσας να ανοίγει μπαίνοντας μέσα μία κυρία γύρω στα 50 καλοντυμένη και αυτή. Ρώτησα την Αθηνά ποιά ήταν αυτή η κυρία και μου απάντησε ότι ήταν η διευθύντρια του σχολείου μας. Σταμάτησα να μιλάω και προσπάθησα να ακούσω τί μας έλεγε πράγμα λιγάκι αδύνατο αφού επικρατούσε πολύ φασαρία μέσα στην τάξη. Μας είπε ότι είναι πολύ χαρούμενη που ήρθαμε στο σχολείο και μας ευχήθηκε καλή τύχη στην πρώτη μας χρονιά στο γυμνάσιο.Καθώ έβγαινε έξω από την τάξη η καθηγήτρια μας,μας πήρε όλα μαζί τα παιδιά και μας πήγε στν 1ο όροφο του σχολείου. Εκεί αντικρίσαμε πολλά πράσινα ντουλαπάκια τα οποία είχαν διάφορους αριθμούς πάνω τους. Μια κοπελίτσα στάθηκε δίπλα μου και με κοίταζε με επιμονή. Ήταν στο ίδιο ύψος με εμένα,είχε μελί μαλλιά κι μαύρα γυαλιά.Φόραγε και αυτή σιδεράκια και ήταν πού ωράια ντυμένη. Δίπλα της στάθηκε επίσης και μία ακόμα κοπέλα. Αυτή την φορά ήταν ένα κορίτσι με μαύρα μαλλιά,μώβ γυαλλιά και σοβαρό ύφος.Τις ρώτησα πως τις λένε και αυτές μου απάντησαν Εύη και Τάνια.Η Τάνια ήταν αυτή που είχε ίδιο ύψος με εμένα και η Εύη αυτή που είχε σοβαρό ύφος.Διαλέξαμε ο καθένας μας από ένα ντουλαπάκι και γυρίσαμε πίσω στα σπίτια μας. Στο δρόμο για το σπίτι μου συλογιζόμουνα όλα αυτά που έγιναν στο σχολείο. Όταν έφτασα στο σπίτι μου έπισα κουβέντα με την μητέρα μου για το πώς ήταν η πρώτη μου μέρα στο καινούργιο μου σχολείο.

Χωρίς εσάςWhere stories live. Discover now