Η μέρα που τόσο περίμενα είχε ήδη φτάσει. Η νέα καινούργια σχολική χρόνια είχε ξεκινήσει. Μας μάζεψαν όλα τα παιδιά της 2ας τάξης του γυμνασίου για να μας χωρίσουν σε τμήματα. Όταν μπήκαμε στην τάξη εγώ κάθησα με την Αθηνά στο ίδιο θρανίο και αρχίσαμε να μιλάμε. Εν τω μεταξύ συννειδητοποίησα ότι καθόλη την διάρκεια που μιλούσα με την Αθηνά με κοιτούσε ένα κορίτσι που δεν το ήξερα αν και είμασταν στο ίδιο τμήμα στην 1η γυμνασίου αλλά και τώρα στην 2α. Το όνομα της ήταν Κατερίνα από ότι έμαθα από την Αθηνά που ήξερε την κολλητή της Κατερίνας την Όλια. Αποφάσισα να της μιλήσω και έτσι μετά το σχολείο της έπιασα και της μίλησα.
-Γειά σου.
-Γειά σου.
-Γεωργία χάρηκα!
-Σε ξέρω Γεωργία εγώ είμαι η Κατερίνα.
-Από που με ξέρεις Κατερίνα?
-Εεε ένα χρόνο στο ίδιο τμήμα δεν θα σε ήξερα?
-Χαχα δίκιο έχεις.
Ενώ μιλούσαμε ήρθε η Αθηνά και μου ζήτησε να πάμε μία βόλτα στο πάρκο. Εγώ δεν αρνήθηκα και έτσι πήγαμε. Είπα και στον Δημήτρη να έρθει μαζί μας αλλά ήταν απόμακρος. Μου φάνηκε παράξενο που δεν ήθελε να έρθει μαζί μας όμως έπνιξα την αμφιβολία μου και σκούντιξα την Αθηνά για να πάμε στο πάρκο. Ξαφνικά μου ήρθε μια ιδέα να πω στην Κατερίνα και στη Όλια να έρθουν μαζί μας στο πάρκο. Έτσι η Αθηνά της ρώτησε και αυτές απάντησαν θετικά. Χωρίς δεύτερη κουβέντα η τεσσερίς μας πήγαμε στο πάρκο. Αρχίσαμε να μιλάμε για τα ενδιαφέροντα μας και για τις παρέες που έχουμε η καθεμιά μας. Χάρηκα που μιλούσαμε για πολύ ώρα λες και τις ήξερα καιρό αλλά αυτό που με έκανε να χαρώ περισσότερο ήταν που επιτέλους έκανα κιάλλες φίλες. Έπρεπε να φύγουμε αλλά κανονίσαμε με τα κορίτσια να βγούμε και την επόμενη μέρα. Καθώς πήγαινα σπίτι είχα ένα κακό προαίσθημα το οποίο βγήκε δυστυχώς σωστό. Ενώ διάβαζα μου έστειλε μήνυμα ο Δημήτρης. Μου έλεγε ότι δεν νιώθει όπως παλιά και ότι θέλει να σταματήσουμε να είμαστε μαζί. Εγώ άρχισα να κλαίω και πήρα την Αθηνά τηλέφωνο. Η Αθηνά ήρθε κατευθείαν σπίτι μου, με πήρε αγκαλιά, μου σκούπησε τα δάκρυα και μου είπε να μην στεναχωριέμαι γιατί θα πάνε όλα καλά. Εγώ όμως δεν μπορούσα να μην στεναχωριέμαι διότι όταν αγαπάς δεν μπορείς να μην στεναχωριέσαι. Το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ αλλά με περίμενε και μία αναπάντεχη έκπληξη. Η Κατερίνα με πήρε τηλέφωνο για να μου συμπαρασταθεί στην δυστυχία μου. Με συγκίνησε αυτή της η κίνηση και έτσι μιλάγαμε περίπου μία ώρα. Την επόμενη μέρα βγήκα έξω μαζί με την Αθηνά, την Κατερίνα κα την Όλια. Πίσετυα πως δεν θα ξεχνιόμουνα αλλά έκανα λάθος. Όχι μόνο ξεχάστηκα αλλά αποδέχτηκα την κατάσταση και σταμάτησα να στεναχωριέμαι. Εκεί που είμασταν έξω με τα κορίτσαι είδα και ένα παιδί που το συμπαθούσαν πάρα πολύ. Είμασταν σχεδόν κολητοί. Τον έλεγαν Πάνο και ήταν και αυτός συμμαθητής μας. Μας χαιρέτησε με φίλησε και έφυγε. Η Όλια γέλασε πονηρά αλλά της εξήγησα ότι δεν έτρεχε τίποτα με τον Πάνο και ότι είμαστε κολλητόι. Παιρνάγαμε πολύ ωραία με τα κορίτσια και φάνηκε να ταιριάζουμε σαν χαρακτήρες. Έτσι αποφασίσαμε να ενωθούμε και από δύο παρέες να γίνουμε μία. Μπορώ να πώ πως εκείνη η μέρα ήταν μία από τις αγαπημένες μου γιατί επιτέλους είχα μία ολοκληρωμένη παρέα.