Κεφάλαιο 8

37 5 0
                                    

Επιτέλους ξημέρωσε δεν άντεχα άλλο . Δεν έχω κλείσει μάτι δεν μπορούσα τα λόγια του Βασίλη ήταν συνέχεια μέσα στο μυαλό μου . Λες να έλεγε αλήθεια? Λες όντως να του αρέσω? Μπα αποκλείεται δεν την ξανά πατάω έτσι με τα αγόρια τέρμα θα φύγω και θα τον ξεχάσω. Η ώρα είχε πάει 11 και πριν λίγο ξύπνησε η ελπίδα και κατέβηκε να φτιάξει πρωινό. Εγώ δεν ήθελα να κατέβω φοβάμαι για αυτό που θα δω. Το πήρα απόφαση όταν φώναξε η ελπίδα και είπε ότι αν δεν κατέβω θα έρθει πάνω με την παντόφλα. Δεν θέλω να μάθω τι εννοεί οπότε πήρα τα πόδια μου από το κρεβάτι και κατέβηκα. Δεν ήταν κάνεις εκεί μόνο η ελπίδα .
Αναστασία- που είναι όλοι ? Ρώτησα
Ελπίδα- οι γονείς μου έχουν φύγει ήδη για δουλειά ο Βασίλης και ο Αλέξης σχολείο και εγώ εδώ είπε με ένα χαμόγελο η φίλη μου. Χαμογέλασα και εγώ αδύναμα . Δεν θα είναι καν εδώ για να με δει να φεύγω ωραίος είναι μπράβο πάλι καλά που του αρέσω σκέφτηκα . Ξαφνικά χτύπησε το κινητό μου ήταν μήνυμα από τον μπαμπα μου. Έλεγε ότι είχε έρθει και με περίμενε στο σπίτι.
Αναστασία- ελπιδακι μου πρέπει να φύγω είπα με πίκρα στην φωνή . Την είδα να δακρύζει .
Ελπίδα- Έλα αγάπη μου πάμε να πάρουμε τα πράγματα σου και να σε πάω μέχρι το σπίτι . Συμφώνησα κουνώντας το κεφάλι.
Μετά από μισή ώρα είμασταν έτοιμες και κατευθυνόμαστε προς το σπίτι μου . Εκεί ήταν ήδη ο μπαμπάς μου με την μαμα μου που έβαζαν της βαλίτσες στο αμάξι . Μόλις με βλέπει ο μπαμπάς μου έρχεται και με αγκαλιάζει το ίδιο και η μαμα μου με δάκρια στα μάτια.
Μπαμπάς- Αναστασία μου πρέπει να φύγουμε έχω αφήσει κάποιες δουλειές στην Πάτρα και πρέπει να επιστρέψω .
Αναστασία - εντάξει πήγενε στα αμάξι να χερετισω την μαμα και την ελπίδα και έρχομαι. Προχώρησα προς την μαμα μου .
Αναστασία- μαμά μου θα μου λείψεις πάρα πολύ θα μιλάμε κάθε μέρα και σε παρακαλώ μην κλαίς  σ'αγαπάω πολύ
Μαμα- και εγώ σ'αγαπάω μωράκι μου να με πάρεις μόλις φτάσετε εντάξει? Έκανα Ναι με το κεφάλι μου μιας και δεν μπορούσα να μιλήσω από το κλάμα.
Αναστασία- ελπίδα μου το ξέρεις ότι θα μιλάμε κάθε μέρα και μια μέρα θα γυρίσω να σπουδάσουμε μαζί όπως το είχαμε κανονίσει έτσι ? Της είπα μεταξύ κλάματος και χαμόγελου.
Ελπίδα- εννοείται μην τολμήσεις να περάσεις αλλού εδώ σε θέλω μπαλονάκι μου . Σ'αγαπάω πολύ .
Αναστασία- και εγώ . Ο πατέρας μου κορνάρει σήμα ότι πρέπει να φύγω . Της χαιρετάω και πάω προς το αυτοκίνητο. Μακάρι να τον έβλεπα μια τελευταία φορά πριν φύγω. Πάω να ανοίξω την πόρτα όταν ξαφνικά ακούω κάποιον να φωνάζει το όνομά μου.
Βασιλης - Αναστασία περίμενε. Θέλω να σου δώσω κάτι πριν φύγεις είπε και έβγαλε ένα κουτάκι. Άνοιξε το καπάκι και μέσα είχε ένα πανέμορφο κολιέ . Το κλειδί του σολ. Είναι πανέμορφο.
Βασιλης- είναι για να με θυμάσαι. Είπε και μου το φόρεσε στον λαιμό . Η φωνή σου είναι υπέροχη να το εκμεταλλευτείς γι'αυτό και αυτό το κολιέ. Αντίο Αναστασία και σε παρακαλώ μάτια μου σταμάτα να κλαις πονάω και εγώ. Με φίλησε στο μάγουλο και έφυγε. Αντίο αγάπη μου.
Έκλαιγα τόσο πολύ δεν μπορούσα να ανασάνω . Μπήκα στο αμάξι και γύρισα να τον δω αλλά δεν ήταν εκεί. Το αμάξι ξεκίνησε το ίδιο και η καινούργια μου ζωή μα εγώ πλέον το μόνο που ήθελα είναι ο Βασίλης. Νομίζω ειμαι ερωτευμένη με κάποιον που δεν πρέπει .

Μου Άλλαξες Την ΖωηWhere stories live. Discover now