Κεφάλαιο 6

379 105 19
                                    

Η Κλερ φώναξε κάτι καθώς πέρασε μπροστά από το γραφείο της σαν σίφουνας και έτρεξε προς τη σκάλα. Την αγνόησε και ανέβηκε δυο-δυο τα σκαλιά. Η εικόνα της γυναίκας με το μισό-σαπισμένο πρόσωπο δεν έλεγε να φύγει από το μυαλό του λες και είχε αποτυπωθεί εκεί με πυρακτωμένο σίδερο. Η σπαρακτική κραυγή που άφησε προτού μετατραπεί σε σκόνη αντηχούσε ακόμα στα αυτιά του.

Αυτό ήταν άσχημο. Πολύ άσχημο.

Σκούπισε βιαστικά τις ενοχλητικές σταγόνες που έσταζαν από τα ασημόξανθα μαλλιά του πάνω στο μέτωπο του με την ανάστροφη της παλάμης του και χτύπησε την πόρτα με τον αριθμό 14.

''Άντρια!'' της φώναξε και συνέχισε να βροντοχτυπά την πόρτα. Ο θυμωμένος ήχος αντιλαλούσε σε ολόκληρο τον διάδρομο. ''Άνοιξε!''

Το εσωτερικό του δωματίου παρέμεινε σιωπηλό. Δεν είχε χρόνο για τα πείσματα της νεαρής μάγισσας. Ακούμπησε το χέρι του πάνω στην κλειδαριά.

''Ξεκλείδωσε'' την πρόσταξε και τα σημάδια στα χέρια του έλαμψαν. Η πόρτα άνοιξε με ένα απαλό κλικ. Ένας υπόκωφος πόνος απλώθηκε στο χέρι του. Το σημάδι στον καρπό του παλλόταν.

Τα φώτα του δωματίου ήταν σβηστά. Το μοναδικό θαμπό φως ερχόταν από τις αστραπές που έπεφταν έξω από το παράθυρο. Η Άντρια καθόταν στον καναπέ. Είχε τραβήξει τα γόνατα της στο στήθος της και είχε τυλίξει τα χλωμά χέρια της γύρω τους. Τα μάτια της ήταν καρφωμένα στο κενό, στοιχειωμένα, και σημάδια από ξεραμένα δάκρυα λέκιαζαν τα μάγουλα της. Δεν γύρισε το κεφάλι της για να τον κοιτάξει παρόλο που άκουγε τα βήματα του μέσα στο δωμάτιο.

''Άντρια'' της είπε.

''Γιατί γύρισες;'' Η φωνή της ήταν κενή. Το κορίτσι που είχε κλάψει στην αγκαλιά του και που τον είχε διώξει από το δωμάτιο είχε χαθεί. Δεν ήξερε αν αυτό ήταν καλό ή κακό σημάδι.

Πλησίασε τον καναπέ και σταμάτησε μπροστά της. Γονάτισε ώστε τα μάτια του να βρίσκονται στο ίδιο ύψος με τα δικά της. ''Χρειάζομαι τη βοήθεια σου''

Το βλέμμα της εστίασε πάνω του. Έδειχνε κουρασμένη. ''Σου είπα, δεν πρόκειται να-''

''Αυτό είναι σοβαρό, Άντρια'' την διέκοψε. ''Ποιό σημαντικό από το μίσος σου για την Αντζέλικα''

Η κοπέλα κοίταξε το δεξί του χέρι, σαν να διαισθάνθηκε ότι κρυβόταν κάτι εκεί. Τεντώθηκε και έπιασε τον καρπό του. Τράβηξε το μανίκι του προς τα πάνω αποκαλύπτοντας τις μαυρισμένες φλέβες και το γκρίζο δέρμα.

ClearwaterWhere stories live. Discover now