o

55 11 0
                                    

Την θυμάμαι αυτή την αίσθηση.

Την θυμάμαι από παλιά.

Την θυμάμαι να μου καίει το πρόσωπο.

Θυμάμαι το παιδικό μου σώμα να στέκεται μπροστά στον καθρέφτη κοιτώντας το είδωλο του.

Τα γαλανά μου μάτια ήταν πάντοτε γεμάτα δάκρυα μπροστά στον καθρέφτη.

Από κάτω τους δύο μεγάλες μελανιές, όπως και στο υπόλοιπο μου σώμα από τις γροθιές.

Πότε δεν πονούσα αρκετά στο πρόσωπο για να δακρύσω.

Μα, οι γρατσουνιές στην πλάτη μου με σκότωναν κάθε βράδυ.

Η ζώνη του με πονούσε κάθε βράδυ.

Δεν μπορούσα να κοιμηθώ.

Τις πιο πολλές φορές, η μαμά θυμάμαι, μου έβαζε και γάζες.

Κι αυτή δακρυζε.

Για το παιδί της φυσικά, και για το αγρίμι που θα γίνει μεγαλώνοντας.

Η αλήθεια είναι, πάντα απορούσα γιατί παντρεύτηκε αυτόν τον άνθρωπο, μα ποτέ δεν τόλμησα να την ρωτήσω.

Ο έρωτας λένε είναι τυφλός.

Άρα και η μαμά, δικαίως δεν ήξερε ότι ο μπαμπάς είναι κακός άνθρωπος, όταν ο παπάς την ρώτησε αν ήθελε να τον παντρευτεί.

Αλλά είναι εντάξει.

Ο μπαμπάς ποτέ δεν άγγιξε την μαμά με κακό τρόπο.

Πάντα της χάιδευε τα μαλλιά όταν ξυπνούσε και της έδινε ένα φιλί στο μέτωπο.

Μα εμένα πάντα με πονούσε.

Δεν ξέρω γιατί, μα δεν θα καταλάβω και πότε.

Είναι και αυτό εντάξει.

Κάποια πράγματα απλά δεν τα ξέρεις.

Και μερικές φορές είναι καλύτερα.

Σίγουρα είναι καλύτερα.

-Janet.

Tedd.Where stories live. Discover now