Κεφάλαιο 7 : Ο δρόμος τον εμπόρων Part 1

30 1 0
                                    

Ιρελια
Το στρογγυλό φεγγάρι έδωσε σιγά σιγά την θέση του στον φωτεινό δισκο που με την παρουσια του εκανε τον κοσμο μου να ξυπνάει.
Η φωτιά είχε σβήσει εδω και πολύ ωρα και η πρωινη παχνη ειχε αρχεισει να αποχορει, ενω εμείς ακομα δεν ειχαμε σηκωθεί.
Άνοιξα τα ματια μου με κόπο και εκανα μερικά λεπτα για να συνιδιτοποιήσω τα γεγονότα της προιγουμενης μέρας.
Η πλατη μου πονουσε και τα ρουχα μου ηταν ελαφρώς βρεγμένα πραγμα που με ενοχλούσε αφάνταστα.
Ενα κρύο χερι μου εκλησε απότομα το στόμα και εγώ αμέσως προσπάθησα να ξεφύγω κανοντας απότομες κηνησεις, ο πανικός μου ομως δεν κράτησε για πολύ και σταμάτησα να παλεύω όταν ειδα τον Σιμ να μου κανει νόημα.
Σιμ: Στρατιώτες.
Μου ψιθύρισε και εγώ τελικα σηκώθηκα προσπαθώντας να μην κανω καθόλου θόρυβο.
Κενά : τι κάνουμε τωρα ;
Σιμ: περιμένουμε να φιγουν.
Κατσαμε πάλη στην φωτιά και βέβαιοι οτι δεν μας έχουν δει περιμέναμε καθώς ο Σιμ φιλούσε τσιλιες.
Στρατιώτης : απο εδώ ερχόταν ο καπνός, καπου πρέπει να υπάρχει κατι σαν είσοδο. Συνεχίστε το ψάξιμο.
Τα λεπτα περνούσαν βασανιστικά και είχα την εντόπιση οτι αντί να απομακρύνονται, εκείνοι πλησίαζαν ακομα περισότερο.
Έκανα σιμά στους άλλους να κρυφτούν μέσα στης φυλλωσιές απο τα παρακλάδια τον τριών δένδρων γιατί είχα ενα έντονο κακό προαίσθημα που μου έλεγε οτι πλησίαζαν μπελάδες. Αθόρυβα πήραμε τα πράγματα μας και στριμώχτικαμε μέσα στα κλαδιά ενός θάμνου ακριβώς την ωρα που ένας γεροδεμένος στρατιώτης ξεπρόβαλε απο την είσοδο του ξέφωτου. Με ενα βλέμμα που πρόδιδε την ικανοποίηση του πλησίασε τα απομεινάρια της φωτιάς μας και φώναξε στους συντρόφους του.
Στρατιώτης : Είδατε σας τα ελεγα εγώ, κάποιος ηταν εδώ η φωτιά ειναι ακόμα αναμμένη Στρατηγέ Πο.
Ενας γεροδεμένος και πολύ ψύλλος άντρας με κατάξανθά μαλιά και ματια που γιαλιζανε στο φως του ήλιου, κατάφερνε με δυσκολία να τρυπώσει στο παλιό μας καταφιγειο, φάνταζε σχεδόν ποιο τρομακτικός απο οτι τον Μορζαν. Κρατούσαμε της ανάσες μας και περιμέναμε να φύγουν όμως οι στρατιώτες φενωταν αποφασισμένοι να βρουν αυτους που είχαν ανάψει την φωτιά.
Καθώς τα λεπτα περνούσαν βασανιστικά έβλεπα την Σκαι να γυνεται όλο και ποιο ανησυχεί, με το βλέμμα της σάρωνε όλο το μέρος προσπαθώντας μάλλον να κατεβάσει καμια ιδαία.
Σκαι : το βρήκα, μην κουνηθείς απο εδώ έρχομαι.
Άπλωσε τα διαφανές φτερά της και άρχησε να πετάει αθόρυβα ανάμεσα στα λεπτά κλαδιά του δεντρου, κάνοντας μανούβρες προσέχοντας να μην χτυπήσει κάποιο κλαδί και τραβήξει την προσοχή τον στρατιωτών.
Σταμάτησε μπροστά σε ενα μεγαλό κόκκινο λουλούδι και μου χαμογέλασε.
Σκαι: ψαξε να βρεις αυτά τα άνθη και μετα φίσα τα για να σκορπιστεί η γύρη στον αέρα.
Αμέσως άρχισα να κοιταω αναμεσα στα πράσινα κλαδιά και εντωπισα τέσσερα απο αυτά λίγο ποιο δίπλα. Απλωσα το χέρι μου και με ευκολεια έπιασα τα τρεια απο αυτά αθόρυβα.
Λιγο μετα παρατιρισα οτι όση ωρα εγώ προσπάθουσα να παρω το τελευταίο άνθος, η Κενά και ο Σιμ είχαν μαζέψει και αυτοι μερικά.
Σιμ: και τώρα τη κάνουμε;
Αυτό που είπε δεν ηταν καν ψηθιρος απλα είχε κουνήσει τα χίλια του. Τα χέρια μου έτρεμαν ενω η Κενά είχε ασπρισει απο την αγωνία της.
Κάναμε ο ένας σιμά στον άλλον και ταυτόχρονα φυσιξαμε τα λουλούδια που Κρατούσαμε στα χέρια.
Με της εκπνοες μας απλώθηκε μια κόκκινη σκόνη στον αέρα. Στην αρχή δεν φάνηκε να αλλάζει τίποτα όμως όταν οι στρατιώτες άρχισαν να χασμουριουνται κατάλαβα τι ήθελε να κανει η Σκαι.
Σε κλάσματα δευτερόλεπτων ειχαμε επαναλάβει την ίδια διαδικασία τρεις με τέσερεις φορες και ο αέρας είχε γεμίσει με μια κόκκινη ημιδιαφανή σκόνη, που καθώς ανέβαινε προς τον ουρανό, έκανε τους στρατιώτες του βασιλιά πρωτα να χασμουριουνται και μετα να ακουμπούν στο μαλακό γρασίδι και να κλείνουν σχεδόν ταυτόχρονα τα ματια τους.
Λιγα λεπτα αργότερα ένα δυνατό ροχαλιτο ακουγόταν απο τους
διώκτες μας, εμεις όμως δρν τολμούσαμε να αφήσουμε την ασφάλεια της κρυψώνας μας.
Η Σκαι πετούσε από τον εναν στρατιώτι στον άλλον και όταν βεβαιώθηκε πως ηταν ολα καλα μου έκανε νόημα να βγω.
Κενά: Συγουρα θα έχουν άλογα μαζι τους μπορούμε να τα παρουμε και να συνεχίσουμε έτσι τον δρόμο μας.
Πλησιάσαμε προσεκτικά την μικρή κατασκήνωση που είχαν στήσει το προηγούμενο βράδυ οι στρατιώτες , για καλή μας τύχη εκεί υπήρχαν τρία άλογα δεμένα στους θάμνους και αρκετός από τον εξοπλισμό τον ανδρών που κοιμόταν στο ξέφωτο.
Σιμ: Πόση ώρα έχουμε μέχρι να ψιπνησουν οι αγριάνθρωποι ;
Κενά: περίπου μια ώρα
Ιρελια: μας φτάνει για να πάρουμε αυτά που χρειαζόμαστε και να την κάνουμε από εδώ .
Ψάξαμε λίγο ακόμα και δεν άργησα να βρω φαγητό και νερο μέσα στης μεγάλες τσάντες που κουβαλούσαν μαζί τους οι άντρες του Μορζαν .
Ο Σιμ βρήκε ένα τόξο και μια μεγάλοι φαρέτρα που ήταν σχεδόν γεμάτη . Πλησίασε την Κενά και άπλωσε το χέρι του να της τα δώσει .
Σιμ: Σκέφτηκα ότι θα σου χρειαστούν σε περίπτωση ανάγκης, ξέρεις ....  τώρα ... με το ταξίδι και ...
Κενά : ευχαριστώ .
Ιρελια: νομίζω ότι αυτά που μαζέψαμε μας φτάνουν μέχρι να φτάσουμε στο Σαίρ.
Κενά : στο Σαίρ ; Νόμιζα ότι θα περάσουμε μόνο από έξω ακολουθώνταςτον δρόμο .
Ιρελια : εάν δεν μας φτάσουν οι προμήθειες θα πρέπει να σταματήσουμε αναγκάστηκα αλλιώς θα πεθάνουμε από την πίνα .
Σιμ : νομίζω ότι πρέπει να ξεκινήσουμε και βλέπουμε στον δρόμο , μην ξεχνάτε ότι σε λίγο θα ξυπνήσουν και αυτοί . Είπε και έδειξε προς το ξέφωτο. Αμέσως άρχισα να μαζεύω τα πράγματα και να γεμίζω της θήκες του αλόγου μου , η Κενά και ο Σιμ φέρανε τα δυο άλογα από τα δέντρα και συζητούσαν για το τι θα μας χρειαστεί στο δρόμο , όποτε βρήκα λίγο χρόνο για να δω τι κάνει η Σκαι . Την εντόπισα να κάθεται στην χετη του τέταρτου αλόγου και να σιγοτραγουδάει αφηρημένη , όποτε και πλησίασα .
Ιρελια: τι κανείς εδώ ;
Σκαι : παριγωρω το φτωχό ζωντανό .
Ιρελια : γιατί ;
Σκαι : γιατί θα το παρατήσετε εδώ να πεθάνει ...
Ιρελια : όλο και κάποιος θα το βρει Σκαι μια χαρά θα είναι .
Σκαι : Άστην να έρθει μαζί μας . Σε παρακαλώ .
Κοίταξα το άλογο στα μάτια και για μια μόνο στιγμή μου φάνηκε πως είχε ακούσει όλη την συζήτηση και παρακαλούσε και αυτό να έρθει μαζί μας .
Σιμ : διακόπτω κάτι ;
Ιρελια : όχι πες . Έγινε κάτι ;
Σιμ : δεν χωράνε όλα τα πράγματα στους σάκους μας . Τι κάνουμε τώρα ;
Δεν χρειαστείκε να το πολύ σκεφτώ έλυσα τα γκέμια της φοράδας και του την έδωσα .
Ιρελια : μπορείτε να βάλετε και εδώ πράγματα . Τι τρία τι τέσσερα άλογα .
Η Σκαι χοροπήδηξε από την χαρά της και με τα μικρά της χέρια αγκάλιασε το πρόσωπο μου . Ο Σιμ που φάνηκε να μην πολύ κατάλαβε τι έχει γίνει πήρε το άλογο και άρχισε να μαζεύει και τα υπόλοιπα πράγματα στης θήκες που βρισκόταν δεξιά και αριστερά .
Ένας απαλός θόρυβος σαν Χασμουρητό ακουστικέ από το ξέφωτο και αμέσως καταλάβαμε ότι οι άντρες άρχισαν να συνέρχονται .
Ιρελια : νομίζω ότι πρέπει να φύγουμε.
Κενά : γιατί ;
Ιρελια : γιατί εάν δεν φύγουμε τώρα θα βρεθούμε στα μπουντρούμια του βασιλιά.
Ανεβήκαμε στα άλογα και ξεκινήσαμε να καλπάζουμε προς την μικρή πόλη του Σαίρ ακριβώς την ώρα που ο πρώτος στρατιώτης πλησίαζε τον καταβλισμο.
Φωνές και βρισιές ακουγόταν απο πισο μας όμως όσο φεύγαμε από τα τρία δέντρα τόσο ποιο ελεύθερη ένιωθα .
..........................................................................
Hallo 😊

Dostali jste se na konec publikovaných kapitol.

⏰ Poslední aktualizace: Jun 14, 2020 ⏰

Přidej si tento příběh do své knihovny, abys byl/a informován/a o nových kapitolách!

Ο Πύργος Του ΝότουKde žijí příběhy. Začni objevovat