{10}

6 2 0
                                    

Η Άννα τράβηξε ελαφρά την Σελήνη από την μπλούζα και εκείνη έσκυψε στο ήχος της.

«Σου αρέσει;» Ψυθηροφώναξε στο αυτί της η αδερφή μου τόσο ώστε να μπορέσω να την ακούσω και ένα πνυχτό γέλιο να μου ξεφύγει.

Εκείνη φάνηκε να κομπλάρει και τελικά την έπιασε από το χέρι και την οδήγησε στο καθηστικό για να κάτσουν δίπλα δίπλα.

«Εγώ θα παραγγείλω!» Φώναξα από την κουζίνα και σήκωσα το τηλέφωνο στο αυτί μου.

Πάτησα τον αριθμό της πιτσαρίας και μετά από λίγο ακούστηκε η χαρακτηριστική τσιριχτή φωνή της υπάλληλου από την άλλη γραμμή.

«Ναι. Γεια σας! Καλείτε την πιτσαρία Roma ποια είναι η παραγγελία σας;»

Εγώ έδωσα την παραγγελία μας προσπαθώντας να μην ξεχάσω τίποτα και τελικά μας έκανε δώρο μια κοκακολα διετής και το έκλεισα.

Περπάτησα προς το καθηστικό για να δω την Άννα να κάθεται στο πάτωμα και η Σελήνη να είναι ακριβώς από πάνω της και να της κάνει πλεξούδες ενώ σιγοτραγουδούσε ένα νανούρισμα.

Το οποίο η Άννα απολάμβανε στα σίγουρα καθώς προσπαθούσε να τραγουδήσει και εκείνη μαζί της.

Είχε ωραία φωνή!

Λάθος!

Είχε πολύ ωραία φωνή!

Δεν μπήκα στον κόπο να κάτσω δίπλα της γιατί ήξερα πως μόλις αντιλαμβανόταν την παρουσία μου θα σταματούσε.

Έτσι στήριξα την κορμοστασιά μου στην κολώνα και έμεινα να την ακούω.

Ήταν γαλήνια!

Το ένιωθα!

Το έβλεπα!

Το έβλεπα με την καρδιά και όχι με τα μάτια.

Όταν ξαφνικά το κουδούνι ήχησε έτρεξα προς την πόρτα και παρέλαβα τις πίτσες μας αφήνοντας του τα λεφτά.

Έστρωσα στα γρήγορα το τραπέζι και όταν πλέον όλα ήταν έτοιμα φώναξα.

Μέσα σε λίγα λεπτά η Άννα μαζί με την Σελήνη εμφανίστηκαν από το καθηστικό.

Η Άννα είχε δυο γαλλικές πλεξούδες οι οποίες της πηγεναν αρκετά.

Εγώ έβαλα σε ένα πιάτο μερικά ακόμα κομμάτια πίτσας μαζί με ένα ποτήρι νερό και το ανέβασα στο δωμάτιο της μαμάς μου.

Τα άφησα στο κομοδίνο δίπλα στο κρεβάτι της καθώς κοιμόταν.

Άφησα ένα φιλί στο μετοπο της και εκείνη μου ψυθίρισε στο αυτί.

«Αυτή η φίλη σου φαίνεται πολύ καλή. Πρόσεχε μην τα κανείς μπουρδελο»

Εγώ κούνησα καταφατικά το κεφάλι λες και μπορούσε να με δει με κλειστά μάτια.

Έτσι βγήκα από το δωμάτιο της και κατέβηκα στην τραπεζαρία στην οποία με περίμεναν.

Μόλις έκατσα στο τραπέζι η Άννα άρχισε να αρπάζει όσα περισσότερα κομμάτια πίτσας μπορούσαν να χωρέσουν στο μικρό της στόμα.

Σε αντίθεση εκείνη φαινόταν να ζορίζεται αρκετά με το φαγητό.

Σε όλη την διάρκεια του φαγητού η Άννα μας διηγήθηκε την ημέρα της στο σχολείο μα εγώ κοιτούσα με την άκρη του ματιού μου εκείνη.

Σκάλιζε το φαγητό της και φαινόταν πολύ σκεπτική.

Τελικά ίσως να έφαγε με το ζόρι ένα κομμάτι κάτι το οποίο με ανησυχούσε.

Τελικά κάτσαμε όλοι μαζί στο καθηστικό καθώς βλέπαμε όλοι μαζί μια παιδική ταινία που είχε επιλέξει η Άννα.

Όταν τελείωσε η ταινία η Άννα είχε αποκοιμηθεί στην αγκαλιά της Σεληνης.

Την πείρα στην αγκαλιά μου και την έβαλα ατο κρεβάτι της για να επιστρέψω ξανά στο καθηστικό και να την δω να κάθεται εκει.

Έκατσα δίπλα της και κοιτούσαμε και οι δυο με μεγάλη προσήλωση την μαύρη οθόνη.

«Ξέρεις νόμιζα ότι τα πας πολύ καλά με τα παιδιά» ομολόγησα χωρίς να πάρω το βλέμμα μου πάνω από την μαύρη οθόνη.

«Ναι...» μουρμούρισε σχεδόν αηχα.

«Η Άννα φαίνεται να σε έχει συμπαθήσει αρκετά» συνέχεια και αυτή την φορά γύρισα για να κοιτάξω προς το μέρος της.

«Ναι...» είπε και πάλι αηχα χωριά να πάρει τα μάτια της από την οθόνη.

Δεν είπε κάτι παρά πάνω και εγώ έμεινα να την κοιτάζω καθώς τα μάτια της φαινόταν να υγρενουν.

«Ει!» Ψυθίρισα καθώς έσυρα το σώμα μου δίπλα της και την έχωσα στην αγκαλιά μου.

«Τι έγινε;» Ρώτησα το ίδιο ήρεμα και ψυθιριστά καθώς της χάιδευα τα μαλλια.

Εκείνη ξαφνικά πετάχτηκε από πάνω μου και κοίταξε την ώρα στο κινητό της.

«Πρέπει να φύγω!» Είπε αναστατωμένη και σηκώθηκε από τον καναπέ.

«Δεν είμαι τόσο αργά, μπορώ να σε γυρίσω εγώ εξάλλου» της είπα για να την καθησυχάσω.

«Όχι, όχι πρέπει μα φύγω τώρα» είπε και μάζεψε την τσάντα της που ήταν δίπλα από τον καναπέ.

Σηκώθηκα και εγώ με την σειρά μου.

Περπάτησε γρήγορα ως την πόρτα και έβαλε το παλτό της καθώς πήγα και εγώ να μιμηθώ τις κινήσεις της.

Αυτή ομωα με σταμάτησε λέγοντας μου πως ήθελε να γυρίσει μόνη σπίτι.

Της ερειξα ένα ερωτηματικό βλέμμα και αυτή είπε πως ήθελε να ξεκαθαρίσει κάποια πράγματα στο μυαλό της.

Έγνεψα καταφατικά τελικά.

«Καληνύχτα» είπε προτού περάσει την πόρτα του σπιτιού.

«Καληνύχτα Σελήνη»

H.O.P.EWhere stories live. Discover now